Ξεκίνησα να γράφω λογοτεχνία από αρκετά μικρός – 12 χρονών πρέπει να ήμουν. (Και πιο πριν έκανα αφηγήσεις, βέβαια, αλλά ήταν τελείως της πλάκας.) Και τότε θυμάμαι ότι ένα από τα βασικά μου «προβλήματα» ήταν ότι δεν μπορούσα να γράψω μεγάλα βιβλία. Έβλεπα τα μεγάλα βιβλίο – 400, 500, 600 σελίδες – και απορούσα πώς διάολο γράφονταν. Γιατί οτιδήποτε έπιανα να γράψω δεν έβγαινε πάνω από 200 σελίδες· άντε το πολύ πάνω από 300 σελίδες. Τι δεν κάνω καλά; αναρωτιόμουν.
Ήμουν μικρός, φυσικά, και δεν ήξερα τι μου γινόταν. Κατά πρώτον, δεν έχει καμιά σημασία πόσο μεγάλο είναι ένα βιβλίο. Είναι τελείως ανούσιο. Σημασία τι έχει τι στο διάολο γράφει το βιβλίο. Αναλόγως τι θες να γράψεις, βγαίνει και το μέγεθος από μόνο του. Δεν χρειάζεται προσπάθεια.
Αλλά κάτι με ενοχλούσε τότε, μια φορά κι έναν καιρό, και αυτό ίσως να προερχόταν από μια βαθύτερη κατανόηση ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά. Αναρωτιόμουν γιατί δεν έγραφα πολλές σελίδες, γιατί οι ιστορίες μου τελείωναν τόσο γρήγορα· και νόμιζα ότι έφταιγαν διάφορα ηλίθια πράγματα, όπως η έλλειψη αρκετής περιγραφής – που δεν έχει καμία σχέση.
Ναι, βέβαια, υπάρχουν βιβλία που είναι παραφουσκωμένα λόγω συνεχόμενων και μεγάλων – και τελείως άχρηστων συνήθως – περιγραφών. Αλλά αυτό δεν νομίζω ότι είναι κάτι που πρέπει να βλέπεις και να προσπαθείς να το μιμηθείς. Δεν το θεωρώ καλό σημάδι στη λογοτεχνία. Η περιγραφή έχει κι αυτή τα όριά της. Δεν έχει νόημα να βάζεις άχρηστες περιγραφές μες στο βιβλίο απλά και μόνο για να το μεγαλώνεις.
Και ευτυχώς δεν έκανα αυτό το πράγμα. Δεν μπορούσα και να το κάνω· εκ φύσεως, δεν γούσταρα τις μεγάλες, άσκοπες περιγραφές, κι ακόμα έτσι αισθάνομαι.
Αλλά τι έφταιγε και δεν μπορούσα να γράψω μεγάλα βιβλία; συνέχιζα να αναρωτιέμαι.
Εκείνο που δεν είχα καταλάβει είναι ότι δεν γράφεις ποτέ ένα μεγάλο βιβλίο· απλά το βιβλίο που γράφεις μπορεί να βγει μεγάλο. Αν το κάνεις σκόπιμα, θα είναι ηλίθιο. Εκείνο επίσης που δεν είχα καταλάβει ήταν ότι δεν είχα ακόμα επεκτείνει τη φαντασία μου αρκετά ώστε να απλωθεί σωστά η αφήγηση. Τα βιβλία μου εκείνα θα μπορούσαν να ήταν πιο μεγάλα αν εξερευνούσα περισσότερα τις καταστάσεις που έγραφα. Αν τις άφηνα να κυλήσουν πιο φυσικά βάσει των συνθηκών που είχα ορίσει στον φανταστικό κόσμο.
Όπως είπα, δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι. Χρειάζεται να μην κάνεις κάτι. Χρειάζεται να το αφήσεις να έρθει από μόνο του σαν να ήταν πραγματικότητα. Και δεν είχα συνηθίσει να σκέφτομαι έτσι. Δεν είχα επεκτείνει αρκετά ακόμα τη φαντασία μου. Ήμουν μικρός. Και δεν μπορείς επεκτείνεις τη φαντασία σου αμέσως· θέλει κάποιο χρόνο. Άρχισα να το καταλαβαίνω όταν έγραφα πια τον Άρμπεναρκ. Σίγουρα δεν είναι τα καλύτερα βιβλία που έχω γράψει – ήμουν ακόμα αρκετά μικρός – αλλά είναι τα πρώτα από τα πιο καλά μου βιβλία. (Το καλύτερό μου βιβλίο είναι πάντα αυτό που γράφω τώρα. Και τώρα πάντα γράφω κάποιο βιβλίο.)
*
Πώς μου ήρθαν σήμερα όλα αυτά;
Καλή ερώτηση.
Είχα πιάσει να στήσω τον Κατωρίγιο Πόλεμο, το 5ο βιβλίο των Κρυφών Όπλων της Πόλης, και είναι τώρα έτοιμο (mobi, epub, pdf) και σύντομα θα ανεβεί. Φτιάχνοντάς το, παρατήρησα ότι είναι το μεγαλύτερο από τα βιβλία των Κρυφών Όπλων της Πόλης μέχρι στιγμής· είναι άνω των 800 σελίδων. Αυτό κι άλλο ένα από τα Κρυφά Όπλα είναι τόσο μεγάλα – το 9ο βιβλίο, το τελευταίο.
Βλέποντας τον Κατωρίγιο Πόλεμο σκέφτηκα ότι εκείνος ο μαλάκας που ήταν 12-15 χρονών και νόμιζε ότι δεν μπορούσε να γράψει μεγάλα βιβλία δεν θα το πίστευε ότι θα το έγραφε αυτό το πράγμα – και όχι μόνο επειδή είναι μεγάλο αλλά και από άποψη θεματολογίας. Τότε, ακόμα και ξωτικά α λα D&D έβαζα στις ιστορίες μου. Γιακ...