Ο Brian Lumley είναι πιο γνωστός για τον Νεκροσκόπο, αλλά δεν έχει τύχει να τον διαβάσω ώς τώρα παρότι τον έχω στα υπόψη. Ίσως να φταίει το ότι έχει να κάνει με βαμπίρια και, γενικά, δεν γουστάρω τα βαμπίρια.
Όμως ο Lumley έχει γράψει κι άλλα βιβλία, ανάμεσα στα οποία και κάποια στις ονειροχώρες του Lovecraft. Έτσι αποφάσισα να διαβάσω αυτά, γιατί οι ονειροχώρες ανέκαθεν μου φαίνονταν ενδιαφέρον σκηνικό που όμως ο ίδιος ο Lovecraft δεν νομίζω ότι είχε εξερευνήσει ή επεκτείνει αρκετά μέσα στα κείμενά του. Ήλπιζα ότι ο Lumley θα έκανε εκείνο που ο Lovecraft δεν είχε κάνει.
Κούνια που με κούναγε...
Ή, μάλλον, όχι, εντάξει, έχει όντως επεκτείνει και εξερευνήσει περισσότερο τις ονειροχώρες. Όμως είναι σχεδόν σαν άλλο πράγμα. Η Αναζήτηση της Άγνωστης Καντάθ, του Lovecraft, είναι γραμμένη όχι απλά με τις ονειροχώρες ως σκηνικό αλλά και με τρόπο καταφανώς ονειρικό. Είναι το ίδιο το ύφος της γραφής τέτοιο.
Αυτό δεν ισχύει στα βιβλία του Brian Lumley, που τα δύο πρώτα είναι το Hero of Dreams και το Ship of Dreams. Το ένα το έχω ήδη τελειώσει, το άλλο το τελειώνω τώρα – 20 σελίδες απομένουν. Δεν έχουν καμιά σχέση μ’εκείνο που ήξερα από τον Lovecraft. Τα βιβλία αυτά είναι καλτ με την κακή έννοια. Ναι, σίγουρα, διαδραματίζονται στις ονειροχώρες του Lovecraft – τα ίδια ονόματα, οι ίδιες τοποθεσίες – όμως είναι όλα γραμμένα σαν ένα σκηνικό για περιπέτειες ηρωικής φαντασίας. Δεν έχουν τίποτα το πραγματικά ονειρικό οι ονειροχώρες του Lumley εκτός απ’το ότι ο χρόνος στα ταξίδια υποτίθεται πως περνά λίγο περίεργα, και το ίδιο ισχύει για τις αποστάσεις γενικά – είναι κάπως ακαθόριστες.
Οι ιδέες είναι καλές – και αυτές του Lovecraft και αυτές του Lumley – δεν είναι άσχημες. Ορισμένες είναι τελείως σουρεαλιστικές. Είναι, ίσως, ο μόνος λόγος για να διαβάσεις αυτά τα βιβλία. Κατά τα άλλα, δεν είναι και τόσο καλά. Είναι αυτό που θα έλεγα «της πλάκας». Η ίδια η γραφή μοιάζει να είναι της πλάκας. Παρότι έχει αναμφίβολα έναν δυναμισμό και έναν αυθόρμητο ενθουσιασμό, δεν είναι καλή γραφή· το βλέπεις αυτό. Και οι δύο βασικοί χαρακτήρες είναι ακόμα χειρότεροι. Είναι ό,τι πιο κλασικό μπορείς να φανταστείς στην ηρωική φαντασία, και ό,τι πιο γελοίο. Οι κλασικοί adventurers. Μάλιστα, μέσα στο ίδιο το κείμενο αναφέρονται, ξανά και ξανά, ως «the adventurers», και πραγματικά θυμίζει συνηθισμένο RPG η όλη κατάσταση, ακόμα και από το όπως μιλάνε οι χαρακτήρες αναμεταξύ τους, όλο αστειάκια και ευφυολογήματα. Δεν είναι κακός ο διάλογος γι’αυτό που είναι – μοιάζει ζωντανός – αλλά αυτό που είναι είναι της πλάκας. Θυμίζει όπως θα μιλούσαν οι παίχτες ενός RPG γύρω απ’το τραπέζι: οι παίχτες, όχι οι χαρακτήρες τους.
Μιλάμε για δυο ήρωες που βάζουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο για το δε-γαμιέται-πάμε-ρε-συ, και αντιμετωπίζουν παράξενα τέρατα ενώ ευφυολογούν μες στη μάχη και περνάνε από θανατηφόρες παγίδες κάνοντας αστεία.
Η ίδια η πλοκή, αναμενόμενα, δεν είναι και τόσο καλή. Πάλι, θυμίζει περιπέτεια κλασικού RPG όπου οι χαρακτήρες στέλνονται αποδώ κι αποκεί, ή πηγαίνουν από μόνοι τους, χωρίς πραγματικά καλές δικαιολογίες. Δεν μοιάζουν με πραγματικούς ανθρώπους· μοιάζουν με καρικατούρες ανθρώπων.
Το Hero of Dreams δεν ήταν καλό ακριβώς, αλλά είχε πλάκα και μια αρκετά απρόβλεπτη πλοκή – πράγμα που είναι bonus. Το Ship of Dreams είναι ακόμα χειρότερο: η πλοκή είναι τελείως κλισέ. Αξιοσημείωτο, δε, ότι και στα δύο βιβλία υπάρχει μια κακιά τύπισσα που φαίνεται σαν να βγήκε από μισογύνικη φαντασίωση (και, όχι, δεν είναι η ίδια κακιά τύπισσα· είναι δύο διαφορετικές). Και οι δύο θέλουν να πηδηχτούν με τον βασικό ήρωα, τον David Hero (άκου όνομα, εκτός των άλλων!), αλλά όταν είναι στο κρεβάτι μαζί του αποκαλύπτεται ότι είναι πανέμορφες γυναίκες μόνο από τη μέση και πάνω... ή κάτι τέτοιο.
Μιλάμε για τη μια γελοιότητα μετά την άλλη.
Εντάξει, μην είμαι και τελείως άδικος μ’αυτά τα βιβλία. Διαβάζονται. Έχουν, όντως, πλάκα. Αλλά αυτό είναι – της πλάκας. Ενώ περίμενα κάτι περισσότερο. Δεν ξέρω άμα θα πάω στο τρίτο. Ο Dray Prescot είναι σκάλες πιο πάνω, ειδικά ύστερα από τα αρχικά βιβλία της σειράς, κι αισθάνομαι να με καλεί ξανά· η σειρά αυτή είναι γιγάντια...