Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
18 / 7 / 2021

Εδώ και χρόνια, ως γνωστόν, κυκλοφορούν τα smartphone. Οι πάντες έχουν από ένα (τουλάχιστον), ακόμα και η γιαγιά μου. Εγώ, μέχρι στιγμής, δεν είχα.

Τι να το κάνω, ρε παιδιά; έλεγα, και είχα ένα απλό κινητό τηλέφωνο για όταν δεν είμαι στο σπίτι και κάποιος θέλει να με βρει. Επιπλέον, δεν είμαι από αυτούς που όλη μέρα ανταλλάσσουν μηνύματα μέσω τηλεφώνου· το βρίσκω τρομερή σπατάλη χρόνου, αν μη τι άλλο, και σπατάλη προσοχής όταν είσαι στον δρόμο (υπάρχουν τόσα πολλά να δεις γύρω σου).

Τελευταία, όμως, είπα να αγοράσω ένα smartphone. Αλλά εξακολουθώ για τηλέφωνο να έχω το παλιό μου κινητό. Για τηλέφωνο. Συγνώμη αλλά το smartphone δεν είναι τηλέφωνο· γιατί λένε ότι είναι τηλέφωνο; Micro-computer είναι, και ως τέτοιο το χρησιμοποιώ. Και οφείλω να πω ότι, ως τέτοιο, με έχει αφήσει πολύ ικανοποιημένο. Ακόμα και δικά μου προγράμματα έχω γράψει. Το έχεις στην τσέπη σου, τραβάς φώτο όταν θες να θυμάσαι κάτι (αν και για κανονικές φωτογραφίες προτιμώ τη φωτογραφική μηχανή μου που έχει πιο ευρεία λήψη), μπορεί να σε ειδοποιήσει, μπορεί να κάνει αναζήτηση δικτύων. Σε κάποια φάση περιπλανιόμουν στην Αθήνα και έψαχνα να δω πού υπάρχουν δωρεάν WiFi. (Hint για όσους δεν το ξέρουν: κοντά σε σχεδόν όλα τα καταστήματα της Εθνικής Τράπεζας μπορείς να πιάσεις αρκετά καλό και δωρεάν WiFi.) Ο επεξεργαστής του κινητού είναι γρήγορος, τα γραφικά του καλά· μπορείς να πάρεις γρήγορες πληροφορίες από το διαδίκτυο ή να χρησιμοποιήσεις τον χάρτη. Ακόμα και πυξίδα έχει (!) για τους απαιτητικούς. Και η μπαταρία διαρκεί μέρες.

ΟΚ, δεν μπορώ να πω ότι έχω παράπονο. Ειδικά για τα λεφτά του είναι πολύ καλό. Είναι το next-best-thing όταν δεν μπορείς να έχεις πλάι σου ένα ανοιχτό laptop εκείνη τη στιγμή που το θέλεις.

Ωστόσο, είναι και κάποια πράγματα που δεν μου αρέσουν τα οποία έχουν να κάνουν, κυρίως, με τον προγραμματισμό του Android. Το βρίσκω συχνά αχρείαστα περιοριστικό· δεν σε αφήνει, πχ, να έχεις πρόσβαση σε ορισμένα αρχεία του συστήματος σαν να θέλει να σε προστατέψει από τον εαυτό σου, πράγμα που πάντα με εκνευρίζει σε οποιοδήποτε OS. Έπρεπε να υπήρχε κάποια επιλογή για να το ξεκλειδώνεις.

Εκτός αυτού, είναι τα δεκάδες μπλεγμένα menu. Ψάχνεις να κάνεις μια συγκεκριμένη ρύθμιση και, πολλές φορές, πρέπει να κάνεις ολόκληρη αναζήτηση εκεί μέσα με τις ώρες για να βρεις εκείνο που θέλεις... αν τελικά υπάρχει. Γιατί ορισμένα πράγμα απλά δεν φαίνεται να μπορούν να γίνουν. Πχ, ακόμα δεν μπορώ να βγάλω shortcut ένας απλού αρχείου text στο desktop! Αν είναι δυνατόν... Τα τελευταία Android δεν υποστηρίζουν αυτή την επιλογή. Για ποιο λόγο, δεν μπορώ να καταλάβω.

Ένα άλλο εξωφρενικά ενοχλητικό πράγμα είναι ότι κάποια apps δεν καταλαβαίνεις πώς μπορείς να τα τρέξεις από μόνα τους· δεν φαίνεται να υπάρχει τρόπος. Πχ, υπάρχει ένα app που διαβάζει αρχεία κειμένου, και μπορείς να το ανοίξεις μόνο όταν πατήσεις κάποιο αρχείο κειμένου· αλλιώς δεν μπορείς να το ανοίξεις καθόλου! Έχω ψάξει όλα τα menu και δεν βρίσκω τρόπο.

Σε κάτι άλλες περιπτώσεις, ενώ είσαι συνδεδεμένος με το διαδίκτυο, η συσκευή μπορεί να πετά διαφημιστικά μηνύματα από μόνη της, και όχι απλά μέσα από το browser που χρησιμοποιείς. Και ούτε αυτό βλέπω να υπάρχει τρόπος να το εμποδίσεις. Το οποίο είναι απαράδεκτο.

Γενικά, λοιπόν, παρότι το smartphone μού φαίνεται πολύ καλό ως εργαλείο, έχω πολλές φορές την αίσθηση ότι δεν είναι δικό μου ακριβώς αλλά εν μέρει ανήκει στην εταιρεία του και στη Google, ειδικά όταν είμαι συνδεδεμένος με το Δίκτυο. Κι αυτό δεν μ’αρέσει και τόσο.

 

 

Επίσης . . .

Το Δυναμικό Φανταστικό Σκηνικό


Αρκετοί φανταστικοί κόσμοι δεν αλλάζουν, ή αλλάζουν λίγο. Είναι αρκετά φιξαρισμένοι, θα έλεγες. Γνωρίζουμε τι υπάρχει εκεί και τι δεν υπάρχει, και αποκεί και πέρα οι μόνες αλλαγές είναι, ίσως, στην πολιτική σκηνή του κόσμου, ή στο πώς εξελίσσονται κάποιες καταστάσεις. Αλλά ο κόσμος ο ίδιος, κατά βάση, δεν αλλάζει. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν αυτές οι φανταστικές φυλές, αυτά τα φανταστικά όντα, αυτά τα είδη μαγείας ή τεχνολογίας, και τέλος. Μεταβάλλονται μόνο οι σχέσεις μεταξύ αυτών – όπως αν ένα βασίλειο γκρεμιστεί ή αν μια καινούργια πόλη ιδρυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, ακόμα κι αυτό δεν συμβαίνει, ή συμβαίνει πολύ διστακτικά, πολύ επιφυλακτικά. Κάποιες αυτοκρατορίες είναι πάντα εκεί, κάποια βασιλεία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Μερικές φορές αυτό ισχύει και για κάποιους χαρακτήρες μέσα στις φανταστικές ιστορίες· μοιάζουν κι αυτοί φιξαρισμένοι στο φανταστικό σκηνικό, σαν να είναι μέρος του.

Το πιο συνηθισμένο, πάντως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το πολιτικό σκηνικό να αλλάζει αλλά τίποτα σχετικά με τη φύση του κόσμου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – έχει μια συγκεκριμένη αισθητική – και θα μπορούσες να πεις και ότι είναι, κατά κάποιο τρόπο, ρεαλιστικό – δηλαδή, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον κόσμο μας, στη δική μας πραγματικότητα.

Ή, μήπως, όχι;

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Νοεμβρίου (12/11)


Χάρτης με τους αρχαίους ρωμαϊκούς δρόμους, εικόνες από το Bummer California, LocalSend (ασφαλή αποστολή αρχείων τοπικά), Sean Andrew Murray. Η Ιρλανδία καθιερώνει τη χορήγηση μισθού σε δημιουργούς, το Beowulf του Lynd Ward, Greek TV Live, The White Company του Arthur Conan Doyle. «Η πόλη των μαγισσών», Space Type Generator, ερωτικές ταινίες τρόμου. Halloween με Ε.Φ. από το ’70· The Sword of Shannara και αντιγραφές του Τόλκιν· The Fall of Mercury της Leslie F. Stone· Sean Connery και Zardoz. Ο άνθρωπος είναι το ζώο που ονειρεύεται.

 

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]