Ο Oscar Wilde είχε πει ότι η τέχνη είναι, κατά βάση, άχρηστη. Εκείνο που εννοούσε είναι ότι η τέχνη δεν έχει καμία πρακτική αξία. Έχει, όμως, ψυχική και πνευματική αξία, κι αυτό, προφανώς, κι ο ίδιος το καταλάβαινε.
Αλλά η κοινωνία γενικά – και ειδικά η νεοελληνική κοινωνία, νομίζω – δεν το καταλαβαίνει. Θεωρούν πως η τέχνη είναι όντως άχρηστη. Δεν βλέπουν ότι είναι τροφή της ψυχής. Γι’αυτό κιόλας, ειδικά στις κοινωνίες που η τέχνη δύσκολα αποτελεί εμπόρευμα (όπως εδώ), οι νέοι αποθαρρύνονται από το να ασχολούνται με την τέχνη εκτός, ίσως, μόνο παράπλευρα. «Από αυτά, παιδί μου, δε μπορείς να ζήσεις· βρες κάτι άλλο να κάνεις.» Πόσω μάλλον, δε, όταν η συγκεκριμένη τέχνη δεν είναι mainstream, όταν δεν «αναγνωρίζεται» από τα ιδρύματα, όταν δεν έχει «κοινωνική χρησιμότητα» (και άλλα τέτοια κλισέ), όταν είναι «περίεργη»: τότε φτάνουν στα όρια να τη θεωρούν «μαύρη μαγεία».
(Και όταν κάποιος λέει ότι «δεν μπορείς να ζήσεις από αυτά», πάντα αναρωτιέμαι: Και πώς μπορείς να ζήσεις, ρε μάστορα, χωρίς αυτά; Είναι πραγματική ζωή, τότε, ή προσομοίωση;)
Η μόνη τέχνη που προωθείται είναι η τέχνη που σε μαστουρώνει μετά τη δουλειά, για να περνά λίγο η ώρα, να παίρνεις λίγο κουράγιο για να συνεχίσεις πάλι τη δουλειά την άλλη μέρα. Κι όσοι κάνουν αυτή την τέχνη, την κάνουν πάλι ως δουλειά συνήθως. Πρέπει πάντα να επικρατεί ο κανόνας «η δουλειά σου δεν πρέπει να σου αρέσει, αλλιώς δεν είναι δουλειά».
Οποιοσδήποτε τολμήσει να κάνει κάτι άλλο, πρέπει να γίνει πολεμική προσπάθεια εναντίον του: ξέρεις, για να μη «διαλυθεί» το τρομερό ήθος αυτού του τύπου κοινωνίας, ρε γαμώτο!
Ε, τι να πεις τώρα για τέτοιες νοοτροπίες;
Όσοι τις ασπάζονται – να τις χαίρονται!