Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
4 / 1 / 2022

Νομίζω ότι είναι ξανά επίκαιρο (όχι πως σταμάτησε και ποτέ να είναι) το Λεξικό Κορονοϊού που είχα γράψει το 2020 για πλάκα. Οπότε είπα να κάνουμε μια επανάληψη.

Αλλά τώρα θα προσθέσω και μερίκα λήμματα (όχι λύματα – μην πηγαίνει εκεί το μυαλό σας) ακόμα.

Τα καινούργια...

Covid-Free Area: περιοχή απαρτχάιντ κατά των μη εμβολιασμένων αλλά όπου οι εμβολιασμένοι μπορούν να μπαίνουν και να κολλάνε ελεύθερα ο ένας τον άλλο τον κορονοϊό σε οποιαδήποτε τωρινή ή μελλοντική μετάλλαξη του θηρίου.

Εμβολιοθύμα: άνθρωπος που, αφού έκανε το εμβόλιο για τον κορονοϊό, έπαθε κακό από αυτό.

Εμβολιόκαυλος: άτομο που θέλει πάση θυσία να κάνει εμβόλιο για τον κορονοϊό αγνοώντας τις οποιεσδήποτε πιθανές παρενέργειες, το αν το εμβόλιο πραγματικά του χρειάζεται, το αν το εμβόλιο πραγματικά βοηθά στην όλη κατάσταση ή όχι, ή το αν η κυβέρνηση θα έπρεπε να εκβιάζει τους πολίτες να εμβολιαστούν.

Εμβολιόχαρτο: πίστοποιητικό εμβολιασμού για τον κορονοϊό· γνωστό επίσης ως χαρτί ψευτοελευθερίας.

Κορονοεξόριστος: άτομο που, επειδή δεν εμβολιάστηκε, έχασε τη δουλειά του ή δεν μπορεί να μπει σε διάφορους χώρους εξαιτίας αυτού.

Κορονοσύμβουλος: άτομο που δίνει συμβουλές σε πολιτικούς για τη διαχείριση της πανδημίας, συνήθως καταστροφικές.

Συριγγόδουλος: άτομο που καταπιέστηκε ή εκβιάστηκε ώστε να κάνει εμβόλιο για τον κορονοϊό προκειμένου να μη χάσει τη δουλειά του ή να μην αποκλειστεί από την κοινωνία.

Συριγγοτύραννος: άτομο που καταπιέζει, έμμεσα ή άμεσα, τους άλλους ώστε να κάνουν εμβόλιο για τον κορονοϊό.

Ψέκας: [ΕΤΥΜ. από το ψεκασμένος, δηλαδή άνθρωπος που ασχολείται με τους υποτιθέμενους ή μη αεροψεκασμούς· κατ’επέκταση, συνωμοσιολόγος· κατά τρελή επέκταση, άνθρωπους που εναντιώνεται στα μέτρα για τον κορονοϊό· κατά ακόμα πιο παράλογη επέκταση, άνθρωπος που δεν του αρέσει να τον καταπιέζουν] άτομο που διαφωνεί με τα μέτρα για τον κορονοϊό· ο μη εμβολιασμένος· εξιλαστήριο θύμα για άθλια κορονοκατάσταση.

 

Και αυτό είναι όλο το προηγούμενο Λεξικό Κορονοϊού από το 2020:

 

Διευκρίνιση
Αυτό το Λεξικό Κορονοϊού δεν αναφέρεται σε θέματα ιατρικά, χημικά, ή βιολογικά σχετικά με τον COVID-19, ούτε σου λέει πώς να τον αντιμετωπίσεις. Αυτό το Λεξικό Κορονοϊού είναι λογοτεχνικού χαρακτήρα, για να σχολιάσει, με σατιρικό τρόπο, την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με τον κορονοϊό.

 

ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΡΟΝΟΪΟΥ

κορονοαμφισβητίας: άτομο που αμφισβητεί την αναγκαιότητα της κορονοκατάστασης (βλ. λ.)· άτομο που αμφισβητεί τον ίδιο τον κορονοϊό· μπορεί να είναι κορονολύκος (βλ. λ.), χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο.

κορονοαποκάλυψη: το θεωρητικό χρονικό σημείο που ο κορονοϊός θα έχει εξαφανίσει την ανθρωπότητα· μέρος της κορονοθεωρίας (βλ. λ.)· σύμφωνα με κάποιους, κορονομαλακίες (βλ. λ.).

κορονοβαμπίρ: άτομο που, εξαιτίας του κορονοϊού, αρνείται να βγει από το σπίτι του· πιθανώς να πάσχει από κορονοφοβία (βλ. λ.) ή κορονοπαράνοια (βλ. λ.)· φήμες λένε ότι σταδιακά το άμεσο ηλιακό φως αρχίζει να βλάπτει τα κορονοβαμπίρ και ότι ίσως να τρέφονται με ακτινοβολία τηλεόρασης.

κορονοβλαβής: άτομο που πάντα, πάντα, φορά μάσκα και γάντια από παράλογο φόβο για τον Covid-19· άτομo που παίρνει υπερβολικά μέτρα προστασίας από παράλογο φόβο για τον Covid-19.

κορονοβραβείο: το βραβείο που δίνεται από τον Μεγάλο Κορονοαδελφό στην κυβέρνηση μιας χώρας για τα επιτυχημένα (τουτέστιν, καταπιεστικά και ακραία) μέτρα που έχει πάρει κατά την περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.)· το βραβείο συμβολίζεται ως μια παλάμη με ανοιχτά χρυσά δάχτυλα η οποία στο κέντρο έχει έναν ολοστρόγγυλο οφθαλμό σαν όρχι.

κορονογλείφτης: άτομο που αμφισβητεί κατά βάθος την κορονοκατάσταση (βλ. λ.), ή και τον κορονοϊό, αλλά δέχεται ό,τι του λένε οι άλλοι για την κορονοκατάσταση επειδή φοβάται ότι θα τον αποκλείσουν κοινωνικά και, άρα, θα έρθει το Τέλος του Κόσμου γι’αυτόν.

κορονογράφος: άτομο που γράφει λεξικά, ή άλλα κείμενα, για τον κορονοϊό· άτομο που γράφει λογοτεχνία ή ποίηση για τον κορονοϊό· παραδοξογράφος σε περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.).

κορονόδουλος: πολίτης χώρας κατά την περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.) ο οποίος διαμένει σε κορονοτρύπα (βλ. λ.), υφίσταται κορονοτρομοκρατία (βλ. λ.), κινδυνεύει από κορονομαστούρα (βλ. λ.), και ίσως να πάσχει από κορονοφοβία (βλ. λ.) ή κορονοπαράνοια (βλ. λ.).

κορονοθεωρία: η κοσμοθεωρία που επικρατεί κατά την περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.), σύμφωνα με την οποία ο κορονοϊός είναι η χειρότερη επιδημία και καταστροφή που έχει πλήξει ποτέ την ανθρωπότητα και, ως εκ τούτου, δικαιολογεί οποιοδήποτε παράλογο μέτρο και οποιαδήποτε μορφή πολιτικής καταπίεσης, κατάλυση των συνταγμάτων, και καταπάτηση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αναγκών, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η Καταστροφή που θα Εξαφανίσει το Ανθρώπινο Είδος.

κορονοθιασώτης: άτομο, συνθ. των ΜΜΕ, της κυβέρνησης, ή κάποιας οργάνωσης, το οποίο συμβάλλει ενεργά και με πάθος (και, πιθανώς, οικονομικό ή άλλο όφελος) στην εξάπλωση της κορονοτρομοκρατίας (βλ. λ.) και της κορονοκατάστασης (βλ. λ.).

κορονοθραύστης: άτομο που σπάει την «καραντίνα» σε περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.)· κακοποιός· κακούργος· μίασμα· εγκληματίας που αποκεφαλίζεται επιτόπου, κατά βούληση των κορονοφρουρών (βλ. λ.), για το καλό της ανθρωπότητας!

κορονοθρησκεία: σε περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.), ένας είναι ο Κύριος ο Θεός σου, ο Κορονοϊός, που απόστολός του είναι ο Μεγάλος Μασκοφόρος, ο Κορονοαδελφός, και οφείλεις επίσης να δείχνεις σέβας σε όλα τα τσιράκια της κυβέρνησής σου που τον υπηρετούν· άλλες θρησκείες ή θεοί (πλην του Κώστα Βουλαζέρη) δεν υπάρχουν, τέτοια να τα ξεχάσεις!

κορονοϊός: το γνωστό, δημοφιλές μικρόβιο Covid-19 που έχει αγαπηθεί από τα ΜΜΕ και εξυπηρετεί τα συμφέροντα αρχόντων που θέλουν να βάζουν τον κόσμο σε παράλογα δύσκολες καταστάσεις για δικό τους όφελος.

κορονοκατάσταση: υποτιθέμενη «καραντίνα» που επικρατεί όταν παρουσιαστεί κορονοϊός, ήτοι γενική παράλυση της κοινωνίας και της οικονομίας, παράλογες διώξεις πολιτών από κορονοφρουρούς (βλ. λ.), κορονοτρομοκρατία (βλ. λ.), και τα λοιπά· καταπίεση· χούντα· καταστροφή σε μεγάλη κλίμακα.

κορονοκέφαλος: άτομο που τη βρίσκει με την κορονοκατάσταση (βλ. λ.) για διάφορους προσωπικούς λόγους· ίσως να είναι επίσης κορονογράφος (βλ. λ.).

κορονολύκος: άτομο που επαναστατεί κατά της κορονοκατάστασης (βλ. λ.), δεν δέχεται κορονοτρομοκρατία (βλ. λ.), και θέλει να κρεμάσει κορονοτυράννους (βλ. λ.)· ίσως να είναι κορονοτρελός (βλ. λ.), κορονομάγος (βλ. λ.), κορονοαμφισβητίας (βλ. λ.), ή κορονοφωτισμένος (βλ. λ.), αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητο.

κορονομάγος: άτομο που πιστεύει ότι ο Θεός, ή άλλη υπερβατική δύναμη, έριξε τον κορονοϊό επάνω στην ανθρωπότητα επειδή η ανθρωπότητα τού φέρθηκε άσχημα (όπως, για παράδειγμα, ο Ρασπουτίν έλεγε ότι ο Θεός έριξε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο επάνω στην ανθρωπότητα επειδή η ανθρωπότητα τού φέρθηκα άσχημα).

κορονομαλακίες: άσκοπες μπουρδολογίες σχετικά με τον κορονοϊό, είτε από τα ΜΜΕ, είτε μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, είτε μεταξύ ατόμων στη σπάνια περίπτωση που καταφέρνουν να συναντηθούν αυτοπροσώπως (και, συνήθως, παράνομα ως κορονοθραύστες (βλ. λ.))· τα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση κατά την περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.)· γενικά, ό,τι λέγεται για τον κορονοϊό· ψέματα και απάτες σχετικά με τον κορονοϊό· συνωμοσιολογίες σχετικά με τον κορονοϊό· η κορονοθεωρία (βλ. λ.).

κορονομαστούρα: η κατάσταση κατά την οποία το άτομο συνεχώς παρακολουθεί τις εξελίξεις για τον κορονοϊό από τα ΜΜΕ, τα social media, το διαδίκτυο, και συνεχώς συζητά μόνο για τον κορονοϊό μέχρι που ο κορονοϊός γίνεται όλος ο κόσμος του.

κορονομόδα: μάσκες και γάντια, σε πολλά χρώματα, αποχρώσεις, σχήματα, κτλ – μεγάλη αγορά, πολύ χρήμα, καλό θα ήταν να σκέφτεσαι να επενδύσεις στο εγγύς μέλλον.

κορονοοικολόγος: άτομο που πιστεύει ότι η κορονοκατάσταση (βλ. λ.) κάνει καλό στον πλανήτη από οικολογικής άποψης (λιγότερη ρύπανση, λιγότερα σκουπίδια – λιγότεροι άνθρωποι, βρε αδελφέ!)· (ακραίο) άτομο που πιστεύει ότι θα κάνει καλό στον πλανήτη αν ο κορονοϊός τελικά εξαφανίσει την ανθρωπότητα και αφήσει ζωντανά μόνο τα όμορφα ζωάκια!

κορονοοικονομία: είδη πρώτης ανάγκης – φαγητό και φάρμακα – και μόνο.

κορονοπαράλυση: παθολογική ασθένεια της ψυχής κατά την οποία το άτομο αισθάνεται τόσο μουδιασμένο από όσα ακούει για τον κορονοϊό (ασχέτως αν τα πιστεύει ή τα αποδέχεται) που δεν μπορεί να δράσει με κανέναν ουσιώδη τρόπο· το άτομο πιθανώς να πάσχει επίσης από κορονοφοβία (βλ. λ.) ή κορονοπαράνοια (βλ. λ.), και σίγουρα υφίσταται κορονοτρομοκρατία (βλ. λ.).

κορονοπαράνοια: παθολογικός φόβος ότι τα πάντα γύρω σου – άνθρωποι, αντικείμενα, οτιδήποτε – μεταφέρουν τον κορονοϊό· μη αποδεδειγμένα πιστεύω ότι ο κορονοϊός μπορεί να προέρχεται από τον αέρα, από κατάρες, από ηλεκτρομαγνητικά κύματα, από εξωγήινους, από τα όνειρα.

κορονοπρόβατο: άτομο που δεν αμφισβητεί ποτέ την κορονοκατάσταση (βλ. λ.) όσο κι αν βλέπει τα πάντα να καταστρέφονται γύρω του· πιθανώς να πάσχει από κρονοφοβία (βλ. λ.) ή κορονοπαράνοια (βλ. λ.), ή να είναι κορονοβαμπίρ (βλ. λ.).

κορονοσημαία: από ένα ακραίο σημείο κορονοκατάστασης (βλ. λ.) και μετά, η σημαία της χώρας αλλάζει και κάπου μέσα της τοποθετείται το σύμβολο του κορονοϊού (μια σφαίρα περιτριγυρισμένη από μια κορόνα)· φήμες λένε ότι η κυβέρνηση σκέφτεται να αντικαταστήσει τον σταυρό στην ελληνική σημαία με το κορονοσύμβολο.

κορονοστάση: η κατάσταση που επικρατεί όταν οι κορονόδουλοι (βλ. λ.) καταλαβαίνουν ότι τελικά είναι κορονόδουλοι και εξεγείρονται εναντίον της κρονοκατάστασης (βλ. λ.), των κορονοθιασωτών (βλ. λ.), και των κορονοτυράννων (βλ. λ.)· φανταστική κατάσταση που μπορεί ποτέ να μη συμβεί λόγω γενικής ύπνωσης.

κορονοSMS: φασιστικό ηλεκτρονικό μήνυμα που οι κορονόδουλοι (βλ. λ.) υποχρεούνται να στέλνουν (αντί να γράψουν κορονόχαρτο (βλ. λ.)) όποτε τολμούν να ξεμυτίσουν από τις κορονοτρύπες τους (βλ. λ.)· στο κορονοSMS οφείλει να γράφεται ό,τι και στο κορονόχαρτο (βλ. λ.) και τα επακόλουθα είναι τα ίδια αν ο κορονόδουλος (βλ. λ.) συλληφθεί χωρίς κορονόχαρτο (βλ. λ.) ή κορονοSMS (βλ. λ.)· το κορονοSMS θεωρείται, επιπλέον, τρομερή ευρεσιτεχνία καθώς διευκολύνει τις μυστικές υπηρεσίες να παρακολουθούν τους πάντες ώστε να μην κουράζονται οι άνθρωποι με άλλου είδους παρακολουθήσεις και πάθει τίποτα η υγεία τους (ακόμα ένα τρομερό υγειονομικό θέμα παρόμοιο του κορονοϊού)· εναλλακτική γραφή: κορονοSS.

κορονοτρελός: κάποιος που έχει δει ή αντιληφτεί κάτι τελείως μη συμβατικό σχετικά με τον κορονοϊό το οποίο κανένας άλλος δεν μπορεί να παραδεχτεί ως αληθινό.

κορονοτρομοκρατία: αυτό που κάνουν τα ΜΜΕ σε περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.), ή προσπαθώντας να δημιουργήσουν περίοδο κορονοκατάστασης και κορονομαστούρας (βλ. λ.).

κορονοτρύπα: η οικία πολίτη κατά την περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.).

κορονοτσάτσος: άτομο που, κατά την περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.), καρφώνει στους κορονοφρουρούς (βλ. λ.) όποιους νομίζει ότι σπάνε την «καραντίνα» ή θεωρεί επικίνδυνους να εξαπλώσουν τον κορονοϊό· βρισιά· απεχθής άνθρωπος.

κορονοτύραννος: άτομο της κυβέρνησης συνήθως (η εξωτερικός πράκτορας που «υποβοηθά» την κυβέρνηση) το οποίο επιβάλλει κορονοκατάσταση (βλ. λ.) και κορονοτρομοκρατία (βλ. λ.).

κορονοφοβία: παθολογικός φόβος ότι θα κολλήσεις τον κορονοϊό παρότι οι πιθανότητες να συμβεί αυτό είναι πολύ μικρές.

κορονοφρουρός: αστυνομικός, ή άλλος ασφαλίτης, κατά την περίοδο κορονοκατάστασης (βλ. λ.).

κορονοφωτισμένος: άτομο που πιστεύει ότι, μετά τον κορονοϊό, θα γίνουμε όλοι καλύτεροι άνθρωποι και η ανθρωπότητα γενικά θα βελτιωθεί· άτομο που πιστεύει ότι ο κορονοϊός αποτελεί ευκαιρία για να ενωθούμε όλοι και να ενδιαφερθούμε για τον πλησίον μας· άτομο που πιστεύει ότι ο κορονοϊός είναι «οργή Θεού» και έπεσε επάνω μας για τις αμαρτίες μας· (γεν.) άνθρωπος με κάποιο «υπερβατικό» πιστεύω για τον κορονοϊό.

κορονόχαρτο: φασιστικό έγγραφο στο οποίο οι κορονόδουλοι (βλ. λ.) υποχρεούνται, όποτε βγαίνουν από τις κορονότρυπές τους (βλ. λ.), να γράφουν όνομα, κατοικία, ημερομηνία γέννησης, λόγο που τολμούν να ξεμυτίσουν από την κορονότρυπα (βλ. λ.), και προορισμό· κορονόδουλος (βλ. λ.) έξω από κορονότρυπα (βλ. λ.) χωρίς κορονόχαρτο θεωρείται πιθανός κορονοθραύστης (βλ. λ.) και μπορεί ακόμα και να αποκεφαλιστεί επιτόπου, κατά βούληση των κορονοφρουρών (βλ. λ.)· εναλλακτικά, ο κορονόδουλος μπορεί να στείλει κορονοSMS (μεγάλα τα πνεύματα που είχαν τέτοια έξυπνη ιδέα για προστασία των δέντρων και εξοικονόμηση χαρτιού – ίσως να είναι κορονοοικολόγοι (βλ. λ.)).

μαύρη κορονοαγορά: οινόπνευμα.

 

 

Επίσης . . .

Επιλογές Ιουνίου (17/6)


A Book of Marionettes (1920) — Απεικονίσεις ακέφαλων (περ. 1175–1724) — Arent van Bolten — The Magician (W. Somerset Maugham) — Durenstein της Evelyn Waugh — Playing Catch, του Algernon Blackwood — Martin Monnickendam (1874–1943) — Βασικά βιβλία Sword & Planet (Don Wollheim, Edwin L. Arnold, Otis Adelbert) — Η Φαντασία ως το Κέντρο της Πραγματικότητας — Τρέιλερ ALIEN: EARTH του Ridley Scott — Jon Foreman — Το Sword & Sorcery του Pinnacle Books — Ιστορίες με ταξίδια στην τέταρτη διάσταση — Ο αρχαίος φόβος για τους ζωντανούς-νεκρούς

 

Φανταστικά Βιβλία


Όχι βιβλία φαντασίας· αυτά που είναι μόνο στο μυαλό μας

Υπάρχουν βιβλία φαντασίας, και μέσα σε αυτά υπάρχουν και φανταστικά βιβλία. Φανταστικά βιβλία, επίσης, μπορούν να υπάρξουν και σε βιβλία συμβατικής λογοτεχνίας, αλλά αυτό είναι πιο σπάνιο.

Ένα από τα γνωστότερα φανταστικά βιβλία είναι, φυσικά, το Νεκρονομικόν. Σύμφωνα με κάποιους δεν είναι καν φανταστικό αλλά υπάρχει· έχω, μάλιστα, μία μεταφρασμένη έκδοσή του από τις εκδόσεις Κάκτος. Δεν ξέρω, όμως, αν όντως μπορείς να καλέσεις τους δαίμονες για τους οποίους γράφει· δεν το έχω ποτέ δοκιμάσει. Οπότε, εδώ αναφέρομαι στο Νεκρονομικόν καθαρά ως φανταστικό βιβλίο, όπως το παρουσίαζε ο Lovecraft μέσα από τις αφηγήσεις του. Είναι ίσως το γνωστότερο φανταστικό βιβλίο σε αναγνώστες της φανταστικής λογοτεχνίας.

Αλλά υπάρχουν και πολλά ακόμα.

Κατ’αρχήν, όλα τα βιβλία που εμφανίζονται μέσα σε έναν φανταστικό κόσμο είναι, προφανώς, φανταστικά. Όμως, όταν αναφερόμαστε σε φανταστικό βιβλίο, μιλάμε για κάτι που ξεχωρίζει μέσα στην αφήγηση, κάτι που έχει συγκεκριμένο τίτλο και χρησιμότητα. Κάτι που μπορεί να έχει τη δυνατότητα να γίνει ακόμα και καλτ, όπως το Νεκρονομικόν.

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Ιουνίου (4/6)


Καταπληκτικά γκράφιτι & Φάρος (εργοστάσιο τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα) & Ορολογία επιστημονικής φαντασίας από τα pulp & David Schleinkofer (1952-2025) & 366 παράξενες ταινίες & Ulrich Eichberger & «Παλιομοδίτικες» εικονογραφήσεις για το Hobbit (Tove Jansson) & Ο χάρτης της ξωτικοχώρας (Bernard Sleigh) & Δαιμονολογία & Unicodia (δωρεάν ο πιο ολοκληρωμένος πίνακας χαρακτήρων στον κόσμο) & Rafael Silveira & Ed Binkley & Οι Βίκινγκς στον Δρόμο του Μεταξιού & Citizen Sleeper: Spindlejack (δωρεάν σόλο roleplaying game) & Δαίδαλος (ο νέος ελληνικός υπερυπολογιστής) & Ατέρμονα links στο LinX (φυσικά)