Έχοντας τελειώσει τα βιβλία που διάβαζα τελευταία – το Escardy Gap και τη σειρά Gondwane– κοίταζα τα βιβλία που έχω προς ανάγνωση προσπαθώντας να βρω ποιο να διαβάσω. Και δεν μπορούσα να αποφασίσω. Κανένα δεν αισθανόμουν να μου λέει Διάβασέ με ΤΩΡΑ.
Είναι στιγμές που, πραγματικά, δεν ξέρεις ποιο βιβλίο να διαβάσεις. Όλα μοιάζουν βαρετά, ή αδιάφορα, ή αμφίβολο αν πραγματικά θα σου αρέσουν.
Και τι κάνεις τότε;
Γυρίζεις στα παλιά και καλά που πάντα ήθελες να ξαναδιαβάσεις.
Έχω ήδη διαβάσει το Bloodstone του Karl Edward Wagner μία φορά, αυτό το μυθιστόρημα με τον Kane, αλλά πάντα ήθελα να το ξαναδιαβάσω. Όπως και το Dark Crusade, με τον ίδιο ήρωα. Αυτά τα δύο βιβλία πολύ περισσότερο από οποιοδήποτε διήγημα με τον Kane, γιατί θυμάμαι ότι μου είχαν κάνει τρομερή εντύπωση (είχα γράψει και βιβλιοκριτική τότε).
Έχω πιάσει, λοιπόν, το Bloodstone ξανά, και διαπιστώνω ότι, φυσικά, τις λεπτομέρειες δεν τις θυμόμουν. Είναι σαν να το ανακαλύπτω από την αρχή. Τρομερή ατμόσφαιρα. Έχει κάτι το δαιμονικό και μυθικό συγχρόνως, αλλά επίσης και έναν σκληρό ρεαλισμό. Πώς μπορεί και τα συνδυάζει τόσο καλά όλα αυτά, μόνο ο Wagner ήξερε όταν το έγραφε. Ή, μάλλον, ίσως ούτε καν αυτός. Ορισμένα πράγματα απλά έρχονται, δεν τα σκέφτεσαι, δεν τα σχεδιάζεις. Κι έχω την εντύπωση ότι ο Wagner ήταν ένας από εκείνους τους φυσικούς συγγραφείς που είναι αληθινά παράξενοι και τους βγαίνει από μέσα τους αυτό που πραγματικά γουστάρουν να γράψουν, δεν το έχουν μάθει σε κάποιο σύγχρονο «εργαστήρι συγγραφέων», και αυτό φαίνεται σε κάθε τους παράγραφο.