Πρόσφατα έτυχε να δω τους Σφυριχτές (The Whistlers/La Gomera), και αναρωτιέμαι πόσοι πρόλαβαν να δουν αυτό το φιλμ με την υστερία του κορονοϊού. Ήταν καλύτερο απ’ό,τι περίμενα. Είχε κάτι το σουρεαλιστικό με αυτή την κεντρική θεματολογία για τη σφυριχτή γλώσσα. Αλλά οι σφυριχτές γλώσσες δεν είναι φανταστικές· υπάρχουν κάποιες, αν και, φυσικά, δεν χρησιμοποιούνται ευρέως. Προσωπικά δεν μπορώ καν να διανοηθώ πώς καταφέρνουν και σφυρίζουν έτσι· μετά βίας μπορώ να σφυρίξω κανονικά.
Η ταινία ήταν καλή, αν και προς το τέλος ίσως λιγάκι βιαστική ή απότομη· όμως νομίζω ότι αυτό έγινε εσκεμμένα για να δώσει μια συγκεκριμένη αίσθηση. Ωστόσο, κάπου αισθάνθηκα κάτι να λείπει εκεί. Αξιοσημείωτο επίσης ότι αποφεύγει πολλά χολιγουντιανά κλισέ, ορισμένες φορές τόσο πολύ που αυτό να γίνεται δεικτικό. Σαν να θέλει να μας πει «εγώ είμαι σοβαρή ταινία, όχι σαν αυτές· είμαι από τις ταινίες που οι ευρωπουριτανοί μπορούν να πάρουν σοβαρά». Όμως δεν μπορώ να πω ότι έμεινα καθόλου δυσαρεστημένος.
Την είδα στον κινηματογράφο, μια βδομάδα, αν θυμάμαι καλά, προτού κλείσουν όλα τα εμπορικά καταστήματα λόγω γενικής παράνοιας. Ήταν ένας σχετικά μικρός κινηματογράφος· ελάχιστο κόσμο είχε. Τους μετρούσες στα δάχτυλα των δύο χεριών, αν όχι του ενός. Από τότε ο κόσμος είχε τρομάξει και δεν έβγαινε.
Και σκέφτομαι τώρα πόσο μεγάλη μαλακία ήταν που, εκτός των άλλων καταστημάτων, έκλεισαν και τους κινηματογράφους. Μα, οι κινηματογράφοι είναι, φυσικά, επικίνδυνοι... έτσι; Κλειστός χώρος, πολλά άτομα... Σαν την Εκκλησία ένα πράγμα. Κολλάς αμέσως το μικρόβιο. Επομένως, κόψ’ τους να τελειώνουμε!... Σωστά;
Ή, ίσως, όχι.
Τις προάλλες είχα προτείνει κάποια μέτρα αντιμετώπισης του κορονοϊού που δεν είναι για παράφρονες. Φυσικά, το ξέρω ότι οι πειρατές που μας διοικούν δεν δίνουν σημασία σε «τυχαίους λεχρίτες» σαν εμένα, αλλά μόνο σε «ειδικούς» που τους λένε να κόψουν το χέρι τους (και το κόβουν). Ωστόσο, είπα να τα γράψω, για το γαμώτο. Αλλά δεν συμπεριέλαβα τι θα μπορούσε να γίνεται με τους κινηματογράφους αν τα μέτρα που είχαν παρθεί δεν ήταν για παράφρονες. Και διορθώνω αυτή την παράλειψη τώρα:
Μείωση των θέσεων στο 30%. Δηλαδή, αν η αίθουσα έχει 100 καθίσματα, μπορείς κόψεις μέχρι 33 εισιτήρια, όχι παραπάνω. Και, συγχρόνως, πρέπει να τοποθετείς τον κόσμο έτσι μέσα στην αίθουσα ώστε να υπάρχει κενό 2 θέσεων ανάμεσα στον κάθε θεατή. Επίσης, όλοι οι θεατές οφείλουν να φοράνε μάσκες (ίσως όχι απαραίτητο με τέτοιες αποστάσεις, αλλά δεν βλάπτει κιόλας, αν θες να είσαι 100% σίγουρος ότι δεν θα γίνει καμιά στραβή). Η κυβέρνηση οφείλει να έχει προμηθεύσει όλους τους κινηματογράφους με δωρεάν μάσκες.
Σε μια τέτοια περίπτωση που περιγράφω, οι θεατές μπορούν να κολλήσουν τον κορονοϊό μόνο μέσω του βλέμματος... αν τα βλέμματα ήταν μολυσματικά. Που δεν είναι.
Και οι κινηματογράφοι θα λειτουργούν και λίγο, θα έκαναν κάποια έσοδα. Τώρα, πότε θα ξαναλειτουργήσουν; Του Άι Γαμήσου ανήμερα, με το συμπάθιο, μέρες που είναι...
Αλλά, βλέπετε, αυτά είναι τα προβλήματα που δημιουργούνται όταν βάζεις γιατρούς να ρυθμίζουν το τι πρέπει να γίνεται μέσα σε μια πολιτεία. Ο γιατρός νομίζει ότι η πόλη είναι κλινική. Αλλά η πόλη δεν είναι κλινική. Γι’αυτό υποτίθεται ότι έχεις πολιτικούς: για να φροντίζουν την πολιτεία. Ο γιατρός πρέπει να έχει συμβουλευτικό ρόλο και μόνο. Αυτό σημαίνει ότι ο πολιτικός τον ακούει και, βάσει των πολιτικών του γνώσεων και εμπειριών, παίρνει κάποιες αποφάσεις που δεν είναι απαραίτητο να είναι ίδιες ακριβώς με τις προτάσεις του γιατρού. Ο γιατρός δεν ξέρει τι είναι καλό για την πόλη· ξέρει τι είναι καλό για το νοσοκομείο του. Ε, ας πάει στο νοσοκομείο του να το εφαρμόσει! Ο πολιτικός οφείλει να βρει μια μέση λύση, μια έξυπνη λύση, ώστε η κοινωνία να μην νεκρώνεται ενώ συγχρόνως αντιμετωπίζεται το πρόβλημα υγείας.
Σήμερα, βλέπεις τους πολιτικούς να είναι φερέφωνα γιατρών. Αυτό είναι επικίνδυνο. Ακολουθούν τη λογική «πονάει χέρι, κόψει χέρι». Παρότι λένε ότι έχουν σχέδιο, δεν έχουν κανένα σχέδιο. Απλά αντιγράφουν τις ανοησίες που βλέπουν να κάνουν οι Η.Π.Α. οι οποίες ποτέ δεν είχαν αξιόλογο σύστημα δημόσιας υγείας. Βαδίζουν βάσει ενός παραδείγματος που τους υποδεικνύουν άλλοι, δεν κάθονται να εκπονήσουν σχέδιο της προκοπής για τη δική τους χώρα.
Οι γιατροί είναι εξαιρετικά παρανοϊκοί με ό,τι έχει σχέση με μικρόβια, ιούς, και ιώσεις. Δεν το λέω τυχαία· το ξέρω από προσωπική πείρα. Μπορεί να ντυθούν σαν αστροναύτες επειδή φοβούνται ένα μικρόβιο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει και οι άλλοι να καταπιέζονται από τους γιατρούς που έχουν μια τέτοια βίδα στο μυαλό τους.
Σήμερα, κάτι τύποι σαν κ. Τσιόρδα (που κανείς δεν τον είχε ξανακούσει πριν από τούτη την ιστορία με τον κορονοϊό) ενδιαφέρονται δήθεν για την υγεία του κόσμου καθιστώντας τις πόλεις κλινικές-φυλακές. Δεν ενδιαφέρονται και για την ψυχική υγεία του κόσμου; Ή, μήπως, είναι κι αυτό μες στο πρόγραμμα για να έχουν δουλειά οι ψυχίατροι; Τι να κάνουν κι αυτοί οι άνθρωποι, κλέφτες να γίνουν; Απατεώνες και εκμεταλλευτές είναι, αλλά όχι και κλέφτες – είπαμε! Ο γιατρός σε οδηγεί στον ψυχίατρο, και ο ψυχίατρος στον γιατρό. Το ένα χέρι νίβει τ’άλλο, και τα δυο τ’αρχίδια τους... με το συμπάθιο.
