Αυτό τον καιρό γράφω μια σειρά η οποία εντάσσεται στον 3ο κύκλο του Θρυμματισμένου Σύμπαντος και θα δημοσιευτεί μετά από κάμποσα χρόνια αν είμαι ακόμα ζωντανός (έχω ήδη δημοσιεύσει πολλά βιβλία τελευταία: και σύντομα έρχονται και οι Θυγατέρες της Πόλης). Η σειρά είναι γραμμένη εν μέρει στο πρώτο πρόσωπο εν μέρει στο τρίτο, αλλά δεν μοιάζει καθόλου με τα Αρχεία της Σιδηράς Δυναστείας στο ύφος. Το τρίτο πρόσωπο είναι ιστορίες από το παρελθόν και σε μια οπτική γωνία τελείως ανοιχτή (πχ, μπορεί να περιγράφει τι πιστεύουν οι κάτοικοι μιας πόλης για κάτι που συμβαίνει)· και το πρώτο πρόσωπο, αν και έχει έναν σταθερό αφηγητή που είναι ο πρωταγωνιστής, μερικές φορές αλλάζει, και έχουμε, σποραδικά, και μερικούς άλλους αφηγητές. Αλλά μέχρι στιγμής η προοπτική όλων αυτών των αφηγητών δεν ήταν και τόσο διαφορετική· είχαν περίπου τα ίδια πιστεύω, τους ίδιους φίλους, την ίδια κατεύθυνση, μπορείς να πεις. Πρόσφατα, όμως, έγραψα ένα κομμάτι χρησιμοποιώντας έναν αφηγητή από τελείως άλλη κατεύθυνση, ας πούμε, με τελείως άλλες πεποιθήσεις και πιστεύω. Και, πραγματικά, όποτε το κάνεις αυτό, όποτε κοιτάζεις τα δεδομένα σου από ένα τελείως διαφορετικό πρίσμα, παθαίνεις ένα μικρό σοκ. Αρχίζεις να γράφεις διαφορετικά. Το κομμάτι είναι σαν να γράφεται από μόνο του βάσει της νέας λογικής που ακολουθείς. Και τότε είναι που, εκτός του ότι έχεις την εμπειρία της ανακάλυψης για την οποία μιλούσα τις προάλλες, καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει τίποτα απόλυτο σ’αυτό τον κόσμο και σε κανέναν άλλο. Τα πάντα είναι θέμα προοπτικής. Ο δικός μου ήρωας είναι ο δικός σου τύραννος, κι αντιστρόφως· και όλοι έχουμε καλούς λόγους για τα πιστεύω μας. Και όλοι, ίσως, κάνουμε τραγικά λάθη.