Όταν είναι καλοκαίρι, νομίζεις ότι ο χειμώνας ποτέ δεν θα έρθει, ότι πάντα θα τριγυρίζεις ημίγυμνος αναζητώντας την επόμενη παραλία¹, ότι διαρκώς θα ψάχνεις για ακόμα ένα αναψυκτικό, ότι πάντα θα είσαι καταδικασμένος να ακούς το καταραμένο βουητό του ανεμιστήρα πλάι σου, ή του κλιματιστικού από πάνω σου.
Και μετά, όταν είναι πάλι χειμώνας, νομίζεις ότι δεν θα έρθει το καλοκαίρι. Αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν ποτέ να πετάξεις τα ρούχα σου και να τριγυρίζεις ημίγυμνος, πώς είναι δυνατόν να κοιμάσαι χωρίς κουβέρτα, και πότε θα χρεοκοπήσεις από την κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης.
Κι όμως, έρχονται – καλοκαίρι, χειμώνας: χειμώνας, καλοκαίρι. Το ένα μετά το άλλο. Ακατάπαυστα.
Αλλά, συγχρόνως, όταν το ένα είναι εκεί, το άλλο δεν είναι: και δεν ήταν ποτέ.
¹Μια κατάσταση σαν από το Vermilion Sands του Ballard;