Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
4 / 2 / 2020

Πολλές φορές δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν σε κάποιους να αρέσει μια μορφή τέχνης αλλά να απεχθάνονται μια άλλη, ειδικά στον χώρο των τεχνών του φανταστικού. Για παράδειγμα, πώς είναι δυνατόν να αρέσουν σε κάποιον οι πίνακες του Frank Frazzeta αλλά να απεχθάνεται σουρεαλιστές όπως ο Max Ernst, ή αντιστρόφως. Μπορώ να καταλάβω ότι κάποιος μπορεί να έχει μια προτίμηση, αλλά όχι ότι κάτι από αυτά τού αρέσει ενώ το άλλο δεν θέλει ούτε να το βλέπει.

Και θα μου πεις, Ποια σχέση έχει, ρε φίλε, ο Frazzeta με τον Ernst; Καμία σχέση δεν έχουν!


Frank Frazzeta


Max Ernst

Μα, δεν είναι προφανές; Ο ένας είναι προέκταση του άλλου, φυσικά! Ή, από μια διαφορετική άποψη, είναι ίσως οι δύο όψεις του ίδιους νομίσματος. Του ίδιου νομίσματος. Και το νόμισμα είναι η Φαντασία. Γι’αυτό κιόλας μπορώ να γράψω ιστορίες όπου οι ήρωες είναι σαν να βγήκαν από πίνακα του Frazzeta αλλά περιφέρονται σε σκηνικά που είναι σαν να βγήκαν από πίνακα του Ernst.

Για εμένα δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις μορφές. Είναι το ίδιο πράγμα, σε άλλη... μορφή.

 

 

Επίσης . . .

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Οκτωβρίου (29/10)


Τι είναι ο ύπνος — Vampira, παλιό γερμανικό φιλμ για βρικόλακες — Οι πόλεμοι για το Νεκρονομικόν — Η κατάσταση με τα (ηλεκτρονικά) βιβλία στο εξωτερικό — Oblique Strategies, σουρεαλιστικές και παράξενες λέξεις/φράσεις — Ένα βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο που είχε περάσει στα αζήτητα; — Οι πραγματικοί Άγγελοι είναι εφιαλτικά τέρατα — Ένα απόφθεγμα του Τσέστερτον — Οι άνθρωποι-ζώα του Charles le Brun (1806) — O Alfred Hitchcock παρουσιάζει ιστορίες τρόμου — ClipGrab, δωρεάν πρόγραμμα που κατεβάζει βίντεο από παντού — Modern Pen Drawings (1901) — 10 γαλλικές ταινίες τρόμου — Οι σουρεαλιστικοί πίνακες του Lee Madgwick — &, φυσικά, έρχονται LinX...

 

Ακατανόητες Οντότητες


Περιγράφοντας το απερίγραπτο στη φανταστική λογοτεχνία

Στη φανταστική λογοτεχνία – ή, ίσως, πιο συχνά στο παρακλάδι της που ονομάζεται λογοτεχνία τρόμου – συναντούμε πολλές φορές οντότητες «πέρα από την ανθρώπινη κατανόηση». Οι πιο γνωστές είναι, φυσικά, αυτές από τη Μυθολογία Κθούλου – ο Κθούλου ο ίδιος, ο Νιαρλαθοτέπ, ο Γιόγκ-Σόθοθ, και λοιποί «εξώτεροι» δαίμονες με αρκετά θου μέσα στα ονόματά τους ώστε να τα κάνουν να φαίνονται πολύ περίεργα και δυσπρόφερτα. Πράγμα που δεν το γράφω ως κατάκριση: κάπως, πρέπει να μοιάζουν «εξώτεροι» όλοι αυτοί οι δαίμονες.

Ο Lovecraft, επίσης, πασχίζει συνήθως να λέει πόσο ακατάληπτες και απερίγραπτες είναι όλες αυτές οι οντότητες – ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα να ειπωθούν με ανθρώπινα λόγια. Και δεν είναι μόνο ο Lovecraft πιθανώς που το κάνει αυτό, αλλά είναι το πιο γνωστό και ουδέτερο παράδειγμα για τέτοιες περιπτώσεις, οπότε αυτόν χρησιμοποιώ.

Το πρόβλημα, γενικά, με τις «ακατανόητες» οντότητες είναι ότι, από τη μια, ο συγγραφέας μάς λέει ότι «κανείς δεν μπορεί να τις εννοήσει», από την άλλη όμως φαίνεται ότι μπορούν, κάπως, να εννοηθούν (αν όχι να κατανοηθούν).

Από τη μια, «δεν μπορούν να περιγραφούν» όλοι αυτοί οι δαίμονες· από την άλλη, περιγράφονται, έχουν υλική μορφή. Ψάξτε και στο διαδίκτυο να βρείτε απεικονίσεις τους. Ο Κθούλου έχει μια κάποια όψη. Ακόμα και ο Νιαρλαθοτέπ απεικονίζεται κάπως. Και το ίδιο ισχύει και για τα περισσότερα (αν όχι όλα) από αυτά τα δαιμονικά όντα. Αλλά... αφού είναι απερίγραπτα, αφού δεν μπορείς να τα εννοήσεις με το αδύναμο ανθρώπινο μυαλό σου, τότε... πώς έχουν όψη που μπορεί κάποιος να τη ζωγραφίσει; Αυτό είναι αντίφαση. Αν τέτοιες οντότητες ήταν αληθινά ακατανόητες και αδύνατον να περιγραφούν, τότε δεν θα έπρεπε να μπορεί κάποιος να τις ζωγραφίσει. Επομένως, σου δίνεται η εντύπωση ότι, σε τελική ανάλυση, το «ακατανόητο» ουσιαστικά σημαίνει τερατώδες. Οι οντότητες αυτές είναι, όντως, τερατώδεις· είναι φριχτές, απαίσιες· είναι έτσι που κανονικά δεν θα έπρεπε να μπορούν να υπάρξουν· ναι, αλλά δεν είναι αδιανόητες. Αν ήταν αδιανόητες, δεν θα έβλεπες κάτι σαν πελώριο χταπόδι, ή έναν συνδυασμό από χταπόδι και βατράχι, ή οτιδήποτε άλλο.

[Συνέχισε να διαβάζεις]