Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
7 / 8 / 2023

Πριν από μερικούς μήνες, είχα πει ότι διάβασα κάτι παραμύθια του Lang και με είχαν εμπνεύσει. Βασικά, είχα αναρωτηθεί γιατί δεν υπάρχει κάποια σύγχρονη μορφή φανταστικής λογοτεχνίας που ώς ένα σημείο να μιμείται τη μορφή αυτών των παραμυθιών. Δηλαδή: μοντέρνα παραμύθια, για ενήλικες.

Αν υπάρχει κάτι τέτοιο, δεν έχει τύχει να το συναντήσω – ή δεν θυμάμαι να το έχω συναντήσει. Οπότε, είπα να το γράψω εγώ. Και το έγραψα.

Το ένα από τα δύο παραμύθια που έχω γράψει μέχρι στιγμής (και ίσως κι άλλα ν’ακολουθήσουν στο μέλλον – η μορφή δεν εξαντλείται εύκολα) είναι τα Κρυσταλλένια Φτερά. Ακολουθεί την κλασική δομή των κλασικών παραμυθιών αλλά όχι και το ύφος τους ακριβώς. Το ύφος είναι, αναμφίβολα, heavy metal και πιο ψυχεδελικό από το συνηθισμένο παραμύθι. Θα βαριόμουν να γράψω οτιδήποτε άλλο. Επίσης, είναι σίγουρα για ενήλικες, ή, τουλάχιστον, για μεγάλα παιδιά. Δεν είναι παιδικό.

Ελπίζω να σας κεντρίσει τη φαντασία και να σας πετάξει μακριά.

Εύχομαι, επιπλέον, να κάνετε μια δωρεά μέσα από το κεντρικό μου website. Διότι σ’αυτή τη χώρα που ζούμε οι συγγραφείς φαντασίας δεν βγάζουν τίποτα, πράγμα το οποίο είναι απαράδεκτο και θλιβερό. Αλλά είναι στο χέρι σου να το αλλάξεις. Δεν χρειάζεται να κάνεις μεγάλη δωρεά. Κάνε μια μικρή δωρεά και βάλε κι άλλους, όσους περισσότερους μπορείς, να κάνουν επίσης μια μικρή δωρεά. Προσπάθησε, δηλαδή, να αλλάξεις τη θλιβερή νοοτροπία που επικρατεί σ’αυτή τη χώρα.

Προσωπικά, ύστερα από τόσα βιβλία που έχω γράψει, θα έπρεπε να έχω ένα σταθερό εισόδημα κάθε μήνα, μόνο από αυτά. Δεν το έχω. Ούτε κατά διάνοια. Και το ίδιο ισχύει για τους περισσότερους συγγραφείς φαντασίας στην Ελλάδα – για να μην πω όλους, που μάλλον είναι και το ακριβές. Αυτή η κατάσταση είναι απαίσια. Εννοείται, βέβαια, πως θα συνεχίσω να γράφω μέχρι που να εγκαταλείψω το σαρκίο, γιατί αυτό είναι που γουστάρω να κάνω όσο είμαι ακόμα μέσα στο σαρκίο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν πρέπει – για ηθικούς λόγους, αν μη τι άλλο – να βγάζω φράγκο από το γράψιμο.

Επικρατούν κάτι απαράδεκτες λογικές σε τούτη τη χώρα. Βλέπουμε να προωθούνται συνεχώς τα ίδια και τα ίδια mainstream άτομα από τους μεγάλους εκδότες (τα οποία δεν θα μπω στη διαδικασία να χαρακτηρίσω το τι γράφουν). Βλέπουμε να ισχύουν ανόητες λογικές τύπου «διάβασέ με για να σε διαβάσω», οι οποίες οδηγούν σε εγωκεντρισμό και καλλιτεχνικό κενό. Βλέπουμε, για τους «μικρότερους» συγγραφείς (δηλαδή, όχι αυτούς που προωθούνται άμεσα από μεγαλοεκδότες), να υπάρχουν ένα σωρό κλίκες και ομάδες που, σε τελική ανάλυση, απλά σε κρατάνε παγιδευμένο μέσα στον εαυτό τους χωρίς να γίνεται τίποτα το αξιοσημείωτο, ενδιαφέρον, ή καλλιτεχνικό, αλλά ίσως το αντίθετο. Βλέπουμε διάφορους επιτήδειους να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τους συγγραφείς ζητώντας να τους πληρώσουν προκειμένου να τους κάνουν τη «χάρη» (αν είναι δυνατόν) να εκδώσουν το έργο τους (ενώ, στην πραγματικότητα, ο άλλος πρέπει να πληρώνει τον συγγραφέα, αφού ο συγγραφέας είναι αυτός που παράγει!).

Μέχρι πότε είσαι πρόθυμος/η να βλέπεις αυτή την κατάσταση;

Δεν θα αλλάξει αν εσύ πρώτα δεν κάνεις κάτι.

Οι συγγραφείς πρέπει να υποστηρίζονται. Άμεσα. Από το κοινό τους. Για το έργο που παράγουν.

Όχι άλλες σαχλαμάρες.

Κάνε μια δωρεά, και βάλε και όσους περισσότερους άλλους μπορείς να κάνουν επίσης μια δωρεά.

 

 

Επίσης . . .

Περί Γραφής: Φανταστικές Γλώσσες


Μεταφράζοντας το αμετάφραστο, και επινοώντας το αδιανόητο

Η φανταστική λογοτεχνία – ειδικά αυτή που έχει υπόβαθρο φανταστικούς κόσμους και όχι τον κόσμο μας – είναι πάντα μετάφραση. Όχι, δεν είμαι από εκείνους τους καλοθελητές που ισχυρίζονται ότι η φανταστική λογοτεχνία δεν μπορεί ποτέ να γραφτεί στα ελληνικά (γιατί δεν είναι «μέσα στην παράδοσή μας» και κάτι τέτοιες σαχλαμάρες)· εννοώ απλώς πως σε έναν φανταστικό κόσμο, προφανώς, δεν μιλάνε ελληνικά (ή οποιαδήποτε άλλη γλώσσα του κόσμου μας), οπότε εξ ορισμού ό,τι γράφεις από εκεί είναι μετάφραση.

Ακόμα κι αν θεωρήσεις ότι η ουδέτερη αφήγηση δεν είναι μετάφραση, ακόμα κι αν θεωρήσεις ότι και οι πλάγιες σκέψεις των χαρακτήρων δεν είναι μετάφραση, τα λόγια τους αναμφίβολα είναι. Δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο.

Το ίδιο ισχύει και για τα ονόματά τους, έστω κι αν είναι ελληνoφανή. Τι εννοώ μ’αυτή την πρωτότυπη λέξη; Εννοώ ότι μπορεί να μοιάζουν ελληνικά χωρίς πραγματικά να είναι. Μπορεί απλώς να είναι απόδοση του «πραγματικού» ονόματος του χαρακτήρα στον δικό του κόσμου. Για παράδειγμα, στην Υπερυδάτια – τον κόσμο όπου διαδραματίζεται και η Αναζήτηση του Οφιομαχητή – οι πάντες έχουν ονόματα που μοιάζουν ελληνικά, όπως Δημήτριος, Γεώργιος, Ιωάννα, Ελένη. Δεν είναι, όμως, αληθινά ελληνικά· απλώς αυτή είναι η καλύτερη δυνατή μετάφραση για να αποδώσει τα πραγματικά τους ονόματα. Και αυτά τα ονόματα, στην Υπερυδάτια, είναι πάντα έτσι μεγάλα: Δημήτριος, αλλά ποτέ Δημήτρης· Γεώργιος, αλλά ποτέ Γιώργος. Ουσιαστικά, δηλαδή, αποδίδουν μια αίσθηση του «πραγματικού» ονόματος που υπάρχει στην Υπερυδάτια. (Είναι σαν να μεταφράζεις το Gus ως Κώστας. Δεν είναι αυτό, απλώς είναι μια απόδοσή του. Ή σαν να μεταφράζεις το John, το Jon, ή το Jack ως Γιάννης παρότι είναι τρία διαφορετικά ονόματα!)

Σε άλλες περιπτώσεις φανταστικών κόσμων, τα ονόματα μένουν «αμετάφραστα». Ο Γκάνταλφ είναι Γκάνταλφ, δεν είναι Ιάκωβος. Γιατί αυτό ταιριάζει καλύτερα στην αισθητική του φανταστικού κόσμου του Τόλκιν.

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Απριλίου (8/4)


...συσκευή που μετατρέπει τις σκέψεις σε ομιλία, & η ερωτική ζωή του Oscar Wilde, & η πρώτη δωρεάν online υπηρεσία διαχείρισης δανειστικής βιβλιοθήκης στην Ελλάδα, & τα πρώτα χαρτόδετα Sword & Sorcery, & πύλες προς άλλους κόσμους στα pulp, & Οκτώ η Ώρα το Πρωί, το διήγημα που βασίστηκε η ταινία Ζουν Ανάμεσα Μας του Κάρπεντερ, & ένα χειρόγραφο του 16ου αιώνα που δείχνει γάτα με jetpack, & Antediluvian, μια μικρή ταινία του Mario Lanzas, & το μυστήριο της «χαμένης αποικίας» Roanoke, & «στον πάτο της ΕΕ η Ελλάδα σε αγοραστική δύναμη» (Eurostat), & όλο και περισσότερα καφέ απαγορεύουν τη χρήση λάπτοπ, & Jim Steranko για το Book of Skaith, & εναλλακτικές του Amazon, & το Blackmark του Gil Kane (1926 – 2000), & Θεοσοφία και φανταστική λογοτεχνία, & MVDDRAK ATMOSPHERIC, & Alfred Kubin (1877–1959) («Σίγουρα προτιμώ την αγελάδα με τα τέσσερα κέρατα από την αγελάδα που έχει μόνο δύο»), & πολλά ακόμα στο LinX

 

Περί Γραφής: Το Κάλεσμα της Μούσας


Κάποιοι συγγραφείς έχουν μια τρομερή έμπνευση και αρχίζουν να γράφουν. Και, για να συνεχίσουν να γράφουν (το ίδιο βιβλίο, την ίδια ιστορία), εξακολουθούν να έχουν τρομερές εμπνεύσεις τη μία κατόπιν της άλλης μέχρι να το τελειώσουν.

Αυτοί οι συγγραφείς είναι ελάχιστοι. Αμφίβολο είναι αν καν υπάρχουν. Ίσως να είναι απλώς μυθικοί.

Συνήθως, οι αρχάριοι συγγραφείς πιστεύουν ότι πιάνεις να γράψεις μόνο όταν έχεις την «τρομερή έμπνευση». Οι αρχάριοι, ή οι επίδοξοι αλλά ανόητοι. Γιατί, με τέτοια νοοτροπία, ποτέ δεν πρόκειται να γράψεις τίποτα. Ή θα γράψεις ελάχιστα πράγματα. Ή θα ξεκινήσεις να γράφεις κάποιες ιστορίες και ποτέ δεν θα τις ολοκληρώσεις γιατί την αρχική έμπνευση που είχες δεν θα συνεχίσεις να την έχεις ώσπου να τελειώσεις.

Η έμπνευση είναι ένα πράγμα στιγμιαίο. Τυχαία, μπορεί να έρθει ορισμένες φορές στη ζωή σου, και σε όσο πιο πολύ «μαγική κατάσταση» βρίσκεσαι τόσο πιο συχνά έρχεται. Όπως όταν είσαι παιδί. Η έμπνευση δεν θέλει και πολύ χρήση της λογικής· είναι απλώς μερικοί συνειρμοί που παρουσιάζονται, φαινομενικά, από το πουθενά και σε ενθουσιάζουν. Μπορεί να νομίζεις ότι «τα βλέπεις μπροστά σου». Αρκετές φορές μού έχει συμβεί αυτό. Ειδικά στο παρελθόν, όταν ήμουν πιο μικρός και πιο ενθουσιώδεις, νομίζω πως μου συνέβαινε συχνότερα. Μπορεί απλώς να βάδιζα προς το σπίτι μου και με τη μια μεριά του μυαλού μου να ονειρευόμουν πολεμιστές να σκοτώνουν έναν δράκο (ή κάτι τέτοιο, τέλος πάντων).

Αλλά δεν μπορείς να περιμένεις να σου έρθει αυτού του είδους η έμπνευση για να καθίσεις να γράψεις. Συχνά, μάλιστα, αυτή η έμπνευση είναι απλώς για να ξεκινήσεις κάτι, κι όταν πιάνεις να το γράψεις βλέπεις ότι τελικά είναι πολύ διαφορετικό. Η έμπνευση δεν ήταν παρά η σπίθα για να γίνει η αρχή.

[Συνέχισε να διαβάζεις]