Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
14 / 4 / 2023

Αυτό τον χρόνο μέχρι στιγμής δεν έχω βρει να διαβάσω τίποτα που να με έχει συνεπάρει και ενθουσιάσει. Πόσο μάλλον να με εμπνεύσει. Το τελευταίο είναι πάντα μια επιθυμητή παρενέργεια που σπάνια πλέον εμφανίζεται. Το πρώτο, όμως, είναι κάτι που το περιμένω, κι όταν δεν έρχεται αρχίζει να με ενοχλεί.

Έτσι, ενώ είχα τελειώσει ένα βιβλίο, δεν ήξερα τώρα ποιο να πιάσω, γιατί φοβόμουν ότι θα έπεφτα πάλι σε κάτι... αδιάφορο. (Αυτά που έχω διαβάσει ώς τώρα δεν είναι κακά, αλλά είναι κατά βάση αδιάφορα. Δεν έχουν κάτι να με κεντρίσει.) Είπα, οπότε, να διαβάσω ένα από τα βιβλία με παραμύθια του Andrew Lang τα οποία είχα κατεβάσει εδώ και καιρό (και μπορείτε κι εσείς να τα κατεβάσετε από το Gutenberg Project· είναι δωρεάν). Έπιασα, λοιπόν, τυχαία, το The Yellow Fairy Book.

Και έπαθα την πλάκα μου.

Ξέχασα ό,τι ήξερα για τα παραμύθια. Απόρησα πώς ήταν δυνατόν να είχα τέτοια εσφαλμένη εντύπωση για τα παραμύθια. Εκείνα που γνώριζα δεν ήταν πραγματικά παραμύθια· αυτά εδώ είναι τα πραγματικά παραμύθια!

Συνήθως, νομίζουμε για τα παραμύθια ότι είναι κάτι για παιδιά μόνο (όπως τα Τρία Γουρουνάκια, ας πούμε), ή ότι είναι κάτι κλασικό και προβλεπόμενο (όπως Η Λίμνη των Κύκνων), ή ότι είναι κάτι το αλληγορικό με ηθικό δίδαγμα (όπως οι Μύθοι του Αισώπου). Ειδικά το τελευταίο είδος δεν μου αρέσει καθόλου, και τα δύο πρώτα είδη με αφήνουν αδιάφορο.

Αλλά αυτά δεν είναι τα πραγματικά παραμύθια. Τα παραμύθια στο The Yellow Fairy Book είναι τα πραγματικά παραμύθια. Και δεν τα έχει γράψει όλα ο Lang ή η γυναίκα του· κυρίως έχουν κάνει την επιλογή. Και αυτά τα παραμύθια είναι... πώς να το πω;... τελείως χαοτικά, γαμώτο. Ναι μεν κρατάνε μια βασική μορφή παραμυθιού όλα – με πριγκίπισσες και πρίγκιπες, και μαγικά φίλτρα, και ξωτικά – και συνήθως έχουν καλό τέλος τύπου «ο πρίγκιπας παντρεύτηκε τη βασιλοπούλα» και «αυτοί πέρασαν καλά κι εμείς χειρότερα». Αλλά αυτά δεν είναι παρά κάποια πολύ βασικά χαρακτηριστικά. Κατά τα άλλα, οι ιστορίες ούτε αλληγορικές είναι, ούτε παιδικές ακριβώς (δεν νομίζω ότι κάνουν για πολύ μικρά παιδιά), ούτε βαρετές και προβλέψιμες. Παρουσιάζουν κάτι εξωφρενικά πράγματα, πετάνε τη λογική από το παράθυρο τελείως σε ορισμένα σημεία, και δεν δίνουν καμία σημασία ούτε καν στην αφηγηματική λογική ή σε βασικά πράγματα της πλοκής. Μπορεί, πχ, να δεις μια κακιά μάγισσα να σκοτώνεται τελικά από μια τυχαία γάτα που εμφανίστηκε μόλις πριν από τρεις παραγράφους!

Εντάξει, σκέφτηκα, γιατί δεν έχω ποτέ γράψει κι εγώ τέτοια πράγματα;

Παραμύθια; Ναι, γιατί όχι; Και γιατί δεν έχω δει κανέναν άλλο σύγχρονο συγγραφέα φαντασίας να γράφει παραμύθια που να είναι και λίγο διαφορετικά, ίσως – πιο σκοτεινά, πιο περίεργα, πιο ώριμα – από τα συνηθισμένα παραμύθια, αλλά παραμύθια παρ’όλ’ αυτά; Γιατί αυτό δεν είναι «είδος» της φανταστικής λογοτεχνίας, γαμώτο;

Μα, θα μου πεις, και ο Clark Ashton Smith; Και ο Lovecraft; Αυτοί δεν είναι σύγχρονοι, όμως· κι επιπλέον, δεν είναι παραμύθια αυτά που γράφουν: δεν έχουν τη δομή παραμυθιού. Έχουν τη δομή λογοτεχνικής ιστορίας τρόμου. Είναι τελείως άλλο πράγμα. Ναι, ακόμα και οι ιστορίες στις Ονειροχώρες του Lovecraft. Δεν είναι παραμύθια όπως του Lang.

Η μόνη σύγχρονη συγγραφέας που έχει τύχει να δω να κάνει κάτι παρόμοιο είναι η Catherynne M. Valente στο In the Cities of Coin and Spice (κι αν δεν κάνω λάθος έχει γράψει ακόμα ένα σ’αυτή τη σειρά). Όμως είναι συρταρωτό μυθιστόρημα (η μια ιστορία βγαίνει μέσα από την άλλη) και η αφήγηση, αν θυμάμαι καλά, έχει μια πιο στέρεα αφηγηματική λογική – ενώ τα παραμύθια του Lang δεν έχουν τέτοιο πράγμα.

Έπεσα, λοιπόν, πάνω σ’ένα βιβλίο που με ενέπνευσε – σπάνιο στις μέρες μας – και είπα να δοκιμάσω να γράψω παραμύθια, αλλά λιγάκι διαφορετικά: πιο παράξενα, πιο σκοτεινά, πιο ώριμα. Όμως παραμύθια στη βασική δομή τους.

Έγραψα ήδη ένα, και από τη δεύτερη σελίδα κιόλας σταμάτησα και σκέφτηκα: Μα αυτό παραείναι heavy metal. Τα παραμύθια του Lang είναι πιο «χαμηλών τόνων».

Και τι κάνουμε τώρα;

Ε, στ’αρχίδια μου, σκέφτηκα. Εγώ το γράφω, όχι ο Lang. Και συνέχισα. Και διαπίστωσα και κάποια άλλα πράγματα γράφοντάς το: Είναι δύσκολο να ξεφύγεις από τη λογική της στέρεας πλοκής και των αφηγηματικών εξηγήσεων όταν έχεις συνηθίσει το μυαλό σου να λειτουργεί έτσι τόσα χρόνια. Αλλά τα παραμύθια αποφεύγουν τη στέρεα πλοκή και της αφηγηματικές εξηγήσεις. Δεν χρειάζεται να είναι λογικά όσα συμβαίνουν – ούτε καν λογικά από αφηγηματικής άποψης. Προσπάθησα να το ακολουθήσω κι εγώ αυτό, αλλά δεν το κατάφερα τελείως. Ειδικά προς το τέλος ήθελα να δώσω κάποιες βασικές εξηγήσεις, και το έκανα, ενώ σ’ένα από τα παλιά παραμύθια υποθέτω πως δεν θα δινόταν ίσως καμία εξήγηση.

Όπως και νάχει, ήταν τρομερή εμπειρία. Ένα ιστόρημα που κρατά τη βασική δομή των παραμυθιών αλλά έχει μια ξεκάθαρα heavy metal αίσθηση, και είναι πιο σκοτεινό και πιο ώριμο. Σίγουρα, όχι για παιδιά. Από μια άποψη μού θύμισε το Iron Warrior, που είναι – παραδόξως ίσως – τρομερή ταινία και πολύ σουρεαλιστική (οι άλλες δύο ταινίες Ator είναι απαίσιες).

Ίσως να το δημοσιεύσω στο βασικό μου site όταν το έχω διορθώσει. Ή ίσως να περιμένω να γράψω δυο, τρία ακόμα και να τα δημοσιεύσω όλα μαζί. Γιατί δεν σκοπεύω ν’αφήσω αυτό να είναι το τελευταίο. Μου άρεσε. Ήταν ένα ξέφρενο, σουρεαλιστικό διάλειμμα από το βιβλίο που γράφω τώρα (το οποίο, για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, δεν διαδραματίζεται στο Θρυμματισμένο Σύμπαν και μου έχει λιγάκι κλέψει το μυαλό).

Τα παραμύθια – τα πραγματικά παραμύθια – έχουν τρομερή δύναμη.

 

 

Επίσης . . .

Ακατανόητες Οντότητες


Περιγράφοντας το απερίγραπτο στη φανταστική λογοτεχνία

Στη φανταστική λογοτεχνία – ή, ίσως, πιο συχνά στο παρακλάδι της που ονομάζεται λογοτεχνία τρόμου – συναντούμε πολλές φορές οντότητες «πέρα από την ανθρώπινη κατανόηση». Οι πιο γνωστές είναι, φυσικά, αυτές από τη Μυθολογία Κθούλου – ο Κθούλου ο ίδιος, ο Νιαρλαθοτέπ, ο Γιόγκ-Σόθοθ, και λοιποί «εξώτεροι» δαίμονες με αρκετά θου μέσα στα ονόματά τους ώστε να τα κάνουν να φαίνονται πολύ περίεργα και δυσπρόφερτα. Πράγμα που δεν το γράφω ως κατάκριση: κάπως, πρέπει να μοιάζουν «εξώτεροι» όλοι αυτοί οι δαίμονες.

Ο Lovecraft, επίσης, πασχίζει συνήθως να λέει πόσο ακατάληπτες και απερίγραπτες είναι όλες αυτές οι οντότητες – ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα να ειπωθούν με ανθρώπινα λόγια. Και δεν είναι μόνο ο Lovecraft πιθανώς που το κάνει αυτό, αλλά είναι το πιο γνωστό και ουδέτερο παράδειγμα για τέτοιες περιπτώσεις, οπότε αυτόν χρησιμοποιώ.

Το πρόβλημα, γενικά, με τις «ακατανόητες» οντότητες είναι ότι, από τη μια, ο συγγραφέας μάς λέει ότι «κανείς δεν μπορεί να τις εννοήσει», από την άλλη όμως φαίνεται ότι μπορούν, κάπως, να εννοηθούν (αν όχι να κατανοηθούν).

Από τη μια, «δεν μπορούν να περιγραφούν» όλοι αυτοί οι δαίμονες· από την άλλη, περιγράφονται, έχουν υλική μορφή. Ψάξτε και στο διαδίκτυο να βρείτε απεικονίσεις τους. Ο Κθούλου έχει μια κάποια όψη. Ακόμα και ο Νιαρλαθοτέπ απεικονίζεται κάπως. Και το ίδιο ισχύει και για τα περισσότερα (αν όχι όλα) από αυτά τα δαιμονικά όντα. Αλλά... αφού είναι απερίγραπτα, αφού δεν μπορείς να τα εννοήσεις με το αδύναμο ανθρώπινο μυαλό σου, τότε... πώς έχουν όψη που μπορεί κάποιος να τη ζωγραφίσει; Αυτό είναι αντίφαση. Αν τέτοιες οντότητες ήταν αληθινά ακατανόητες και αδύνατον να περιγραφούν, τότε δεν θα έπρεπε να μπορεί κάποιος να τις ζωγραφίσει. Επομένως, σου δίνεται η εντύπωση ότι, σε τελική ανάλυση, το «ακατανόητο» ουσιαστικά σημαίνει τερατώδες. Οι οντότητες αυτές είναι, όντως, τερατώδεις· είναι φριχτές, απαίσιες· είναι έτσι που κανονικά δεν θα έπρεπε να μπορούν να υπάρξουν· ναι, αλλά δεν είναι αδιανόητες. Αν ήταν αδιανόητες, δεν θα έβλεπες κάτι σαν πελώριο χταπόδι, ή έναν συνδυασμό από χταπόδι και βατράχι, ή οτιδήποτε άλλο.

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Οκτωβρίου (15/10)


γκράφιτι με βάθος — OlderGeeks — idiot savants — αγωγή-μαμούθ Ελλήνων κατά φαρμακευτικής για το εμβόλιο Covid — πώς ζωντάνεψε ο E.T. — η κατάρα ενός κονσέρτου — μήπως ο συνεργάτης σας είναι εξωγήινος; — Elliott Dold (1889–1957) — Κρυφοί Κήποι — Computer Plant Life — The Spell of Sarnia — τα παιδιά του μέλλοντος; — οι χαμένες ιστορίες του Raymond Chandler — Nikolai Kolchitski — όλα τα είδη και τα υποείδη του punk — παράξενα και δημιουργικά πράγματα σχετικά με τον κορονοϊό — και ακόμα περισσότερα έρχονται ασταμάτητα στο LinX!

 

Ο Κυνηγός των Θαλασσών – Η Αναζήτηση του Οφιομαχητή, Τόμος 6


Έχοντας τελειώσει με τις δουλειές του στην Ιχθυδάτια, ο Οφιομαχητής αναζητά πάλι το χαμένο παρελθόν του το οποίο μοιάζει τώρα άμεσα συνδεδεμένο με τους Τρομερούς Καπνούς – τους πειρατές που έχουν εμφανιστεί τον τελευταίο καιρό και τρομοκρατούν τα λιμάνια όλων των ηπειρονήσων μ’ένα όπλο που κανείς δεν έχει ξαναδεί ποτέ στην Υπερυδάτια: έναν γίγαντα από καπνό, που το τσεκούρι του χτυπά σαν χίλιους ανέμους. Στην αναζήτησή του ο Οφιομαχητής έχει στο πλευρό του πιστούς συντρόφους και παλιούς φίλους, αλλά χρειάζεται να επιτύχει και μια συμφωνία με έναν από τους Τρεις Οίκους της Σκιάπολης για να αποκτήσει πλοίο και πλήρωμα. Τα ταξίδια του θα τον οδηγήσουν σε λιμάνια γεμάτα ναυτικούς και πειρατές, όπου αμφίβολες πληροφορίες και σκοτεινές φήμες κυκλοφορούν, και κίνδυνος καραδοκεί παντού· γιατί στην Ιχθυδάτια ο Οφιομαχητής δεν έχει μόνο φίλους αλλά και ορκισμένους εχθρούς...

...ενώ, πριν από όχι και τόσα πολλά χρόνια, ένας μυστηριώδης ταξιδιώτης, κατάμαυρος στο δέρμα με πράσινα μαλλιά και υπεράνθρωπη δύναμη, φτάνει στη δυσώνυμη πόλη της Τριάνης κι αφού ακούει λόγια για το θανάσιμο Πέρας των Θαλασσών σκέφτεται πως ίσως εκεί να ανακαλύψει λησμονημένα πράγματα για τον εαυτό του, καθώς και το πεπρωμένο του στην Υπερυδάτια. Ψάχνει για πλήρωμα ανάμεσα στους κακοποιούς και τους ξεπεσμένους της Τριάνης, και ετοιμάζεται να κλέψει έναν Ωκεανομάντη, μια μάγισσα, και το πλοίο ενός πειρατή...

Κατεβάστε το