Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Η Αίσθηση της Πρώτης Εντύπωσης Κάποιες φορές, μπορείς να καταλάβεις τι φταίει...
Σένα
παλιότερο άρθρο μου, είχα αναφέρει ότι κάποιες φορές δεν μπορείς να καταλάβεις τι φταίει και ένα λογοτεχνικό κείμενο είναι ανιαρό. Πρόκειται για ένα μάλλον μπερδεμένο άρθρο, τώρα που το ξανακοιτάζω, το οποίο πιθανώς να μπορούσα να είχα γράψει καλύτερα, ακόμα κι αν τελικά δεν έφτανε σε καμία συγκεκριμένη λύση του προβλήματος. Αλλά αυτό είναι κάτι που το παθαίνω με πολλά πράγματα τα οποία έχω γράψει πριν από καιρό και τα ξανακοιτάζω: θέλω να τα αλλάξω. Και το θεωρώ καλό σημάδι· γιατί, όταν κοιτάζεις τα προηγούμενα και δεν επαναστατείς εναντίον τους, σημαίνει ότι έχεις αρχίσει να βαλτώνεις και να πάψεις να εξερευνείς και βελτιώνεσαι.
Όπως και νάχει, θυμήθηκα τώρα πάλι αυτό το παλιότερο άρθρο επειδή διαβάζω το
Writing Against Time, ένα πολύ καλό βιβλίο το οποίο μιλά για εκείνη την άχρονη αίσθηση που μας προκαλεί η λογοτεχνία και κάθε μορφή τέχνης. Είναι η αίσθηση της συνεχόμενης πρώτης εντύπωσης, και αυτή ακριβώς η αίσθηση αποτελεί, πιθανώς, το κλειδί για να είναι ένα λογοτεχνικό έργο διαρκώς συναρπαστικό και ποτέ ανιαρό.
Πρόκειται για την αίσθηση που έχει κανείς όταν έχει κάποια εμπειρία για πρώτη φορά. Θυμάστε εκείνο τον ενθουσιασμό που νιώθεις όταν διαβάζεις το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο που σου αρέσει; Θυμάστε εκείνο τον ενθουσιασμό που νιώθεις όταν, σε μικρή ηλικία, πηγαίνεις για πρώτη φορά στον κινηματογράφο; Μιλάμε για ακριβώς αυτή την αίσθηση. Την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης. Μια αίσθηση που ξυπνά και αναζωογονεί το μυαλό, και δεν το αφήνει να πέσει σε αδράνεια και ύπνωση.
Είναι το αντίθετο της καθημερινότητας και της επανάληψης. Όταν δεις κάτι για πρώτη φορά, σε εντυπωσιάζει. Όταν το βλέπεις συνεχόμενα, παύει να σε εντυπωσιάζει· μετά από λίγο, δε, πιθανώς να αρχίσεις και να μην το προσέχεις καν. Στην καθημερινή μας ζωή, για παράδειγμα, βλέπουμε πράγματα που δεν τα προσέχουμε καν. Είναι σχεδόν αόρατα για εμάς, γιατί έχουν χάσει κάθε ενδιαφέρον. Το σώμα μας κινείται ενώ το μυαλό μας κοιμάται· δεν βρίσκεται σε κατάσταση εκστατικής εγρήγορσης.
Η καλή τέχνη, όμως, πρέπει να κάνει ακριβώς αυτό: να σε φέρνει σε μια κατάσταση εκστατικής εγρήγορσης, να σου δίνει πάντα την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης.
Και νομίζω πως το πρόβλημα που έχουν αρκετά λογοτεχνικά κείμενα είναι ότι δεν προξενούν στον αναγνώστη την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης. (Και πολλά αμφιβάλλω αν την προξενούν και στον συγγραφέα τους.)
Εσείς που διαβάζετε φανταστική λογοτεχνία, ή επιστημονική φαντασία, για κάμποσα χρόνια: Θυμάστε τότε που πρωτοδιαβάσατε για δράκους; Θυμάστε τότε που πρωτοδιαβάσατε για διαστημόπλοια; Για ξωτικά; Για άλλους πλανήτες; Για μάγους που εκτοξεύουν αστραπές από τα δάχτυλά τους; Για παράξενη νανοτεχνολογία; Σας εντυπωσίαζαν, δεν σας εντυπωσίαζαν; Μετά από μερικά βιβλία, όμως, έπαψαν να σας εντυπωσιάζουν. Όπως είναι φυσικό. Οι δράκοι, τα διαστημόπλοια, τα ξωτικά, οι άλλοι πλανήτες, στα ίδια και στα ίδια μοτίβα, γίνονται ανιαρά. Δεν έχουν να σου προσφέρουν τίποτα. Παύει να υπάρχει η αίσθηση της πρώτης εντύπωσης και, άρα, η αίσθηση εκείνης της εκστατικής εγρήγορσης που πρέπει να σου προξενεί η λογοτεχνία. Η μουντάδα κατέρχεται επάνω στο μυαλό σου. Βαριέσαι. Αλλά, πιθανώς, συνεχίζεις να διαβάζεις από συνήθεια... τα ίδια, γιακόμα μια φορά.
Είναι αξιοπερίεργο, νομίζω, που η Αγορά ενθαρρύνει τα πανομοιότυπα πράγματα, θεωρώντας πως κάτι δοκιμασμένο μπορεί να συνεχίσει να πουλά. Αξιοπερίεργο, γιατί το ανθρώπινο μυαλό διεγείρεται πολύ περισσότερο από το καινούργιο παρά από το επαναλαμβανόμενο. Επομένως, αν το ταΐζεις τα ίδια και τα ίδια, χωρίς καμία προσπάθεια για αλλαγή ή πρωτοτυπία, το μυαλό γίνεται νωθρό, κοιμισμένο. Αντιθέτως, αν το προκαλείς με καινούργια πράγματα, το μυαλό διεγείρεται και ξυπνά.
Δε νομίζω πως αυτό είναι κάτι που δεν ισχύει για όλους τους ανθρώπους, ή, τουλάχιστον, για τους περισσότερους. Και το γεγονός ότι το μοντέλο της Αγοράς φαίνεται να αποκλίνει από αυτή την τάση για αλλαγή και πρωτοτυπία μού δίνει την εντύπωση πως είναι σαν κάποιοι να θέλουν να κρατάνε τα μυαλά μας κοιμισμένα αντί για ξύπνια. Ή ίσως να υφίσταται κάποια τεράστια, τερατώδης παρεξήγηση. Αλλά αυτό είναι, ίσως, θέμα για ένα μελλοντικό άρθρο...
Η καλή τέχνη διεγείρει και ξυπνά το μυαλό. Σου δίνει την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης. Αυτό κάνει. Αν δεν το κάνει, υπάρχει κάποιο πρόβλημα.
Πώς, όμως, είναι δυνατόν να διατηρηθεί η αίσθηση της πρώτης εντύπωσης, αφού η πρώτη εντύπωση είναι η... πρώτη εντύπωση; Δεν είναι κάτι που, κανονικά, διατηρείται. Είναι κάτι που, από τη φύση του, περνά και φεύγει.
Το πρόβλημα εδώ χωρίζεται στα δύο. Υπάρχει η μεγάλη κλίμακα και η μικρή κλίμακα. Η δεύτερη είναι που με ενδιαφέρει κυρίως, αλλά θα αναφερθώ και στην πρώτη.
Ως μεγάλη κλίμακα ορίζω το τι συμβαίνει σε ένα ολόκληρο πεδίο της τέχνης γενικά. Για παράδειγμα, στη λογοτεχνία, ή, ειδικότερα, στη φανταστική λογοτεχνία. Αν θέλεις η μεγάλη κλίμακα να διατηρεί την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης πρέπει το κάθε πεδίο να αποτελείται από έργα που διαφέρουν μεταξύ τους, όχι που μοιάζουν. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος της φανταστικής λογοτεχνίας έχει ξωτικά και δράκους δεν είναι καθόλου καλό για να διατηρείται η αίσθηση της πρώτης εντύπωσης. Αφού τα έχεις ξαναδιαβάσει, τι να δεις πάλι; Μια από τα ίδια; Στο ίδιο μοτίβο;
Δεν είναι εύκολο είναι βασικά αδύνατο ένας αναγνώστης να αλλάξει την Αγορά, αλλά είναι, τουλάχιστον, δυνατό να αλλάξει τη βιβλιοθήκη του. Για να λύσει κανείς, επομένως, το πρόβλημα της μεγάλης κλίμακας νομίζω ότι απλά χρειάζεται να κάνει προσεχτική επιλογή στο τι διαβάζει ώστε τα αναγνώσματα να διαφέρουν μεταξύ τους όσο το δυνατόν περισσότερο μέσα στο πεδίο που τον ενδιαφέρει. Με αυτό τον τρόπο κρατά το μυαλό του σε εγρήγορση, και οι πιθανότητες να διατηρείται η αίσθηση της πρώτης εντύπωσης είναι πολύ μεγαλύτερες.
Σχετικά με τη μικρή κλίμακα, τώρα.
Ως μικρή κλίμακα ορίζω οποιοδήποτε μεμονωμένο έργο τέχνης: έναν πίνακα, ένα τραγούδι, ένα βιβλίο... Το βιβλίο είναι που με ενδιαφέρει εδώ. Το πώς μπορεί ένα λογοτεχνικό μυθιστόρημα να διατηρήσει την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης όσο το δυνατόν περισσότερο, προσφέροντας στο μυαλό εκείνη την εκστατική εμπειρία που έχεις όταν είσαι παιδί και έρχεσαι σε επαφή με κάτι που σου αρέσει για πρώτη φορά.
Η απάντηση είναι δύσκολο να δοθεί με απόλυτους όρους και, ως ένα βαθμό, δεν μπορεί παρά να είναι υποκειμενική, γιατί υπάρχουν διαφορετικά πράγματα που διεγείρουν με διαφορετικό τρόπο διαφορετικούς ανθρώπους. Ωστόσο, νομίζω πως κάποια στοιχεία μπορούμε να πούμε ότι ισχύουν για σχεδόν όλους τους αναγνώστες.
Ένας τρόπος για να διατηρείται η αίσθηση της πρώτης εντύπωσης μέσα σε ένα λογοτεχνικό κείμενο είναι να παρουσιάζονται, τακτικά, καινούργια στοιχεία μέσα στο κείμενο αυτό τα οποία απαιτούν πλήρη εγρήγορση από τον αναγνώστη. Ένα απλό παράδειγμα της συγκεκριμένης μορφής είναι ένα μυθιστόρημα που παρουσιάζει κάποιους χαρακτήρες που ταξιδεύουν και, στο ταξίδι τους, επισκέπτονται διάφορες αλλόκοτες περιοχές όπου γνωρίζουν θαυμαστά και μυστηριώδη πράγματα, πλάσματα, και λαούς. Σίγουρα, οι περισσότεροι καταλαβαίνετε σε ποιου τύπου ιστορία αναφέρομαι. Είναι ένα είδος ιστορίας που σήμερα πλέον σπανίζει. Πόσοι σύγχρονοι συγγραφείς γράφουν κάτι τέτοιο; Πολύ λίγοι, νομίζω. Δεν είναι αυτός ο μοναδικός τρόπος για να εισάγεις καινούργια στοιχεία μέσα σε μια ιστορία, αλλά τον φέρνω ως παράδειγμα γιατί είναι, ίσως, από τους πιο απλούς και εύκολα κατανοητούς. Αρκετά παλιότερα μυθιστορήματα φαντασίας χρησιμοποιούν αυτή τη μορφή, και, παρότι θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχουν άλλα μειονεκτήματα στη γραφή τους, το ενδιαφέρον διατηρείται πολλές φορές αποκλειστικά και μόνο από την παρουσία των καινούργιων, θαυμαστών στοιχείων του μαγικού ταξιδιού των ηρώων. Πχ,
Η Αληθινή Ιστορία, του Λουκιανού· το Χόμπιτ, του Τόλκιν·
Μια Πριγκίπισσα του Άρη, του Μπάροουζ.
Ένας δεύτερος τρόπος για να διατηρείται η αίσθηση της πρώτης εντύπωσης είναι να γίνονται συχνά διάφορες, έστω και μικρές, ανατροπές στην πλοκή. Και αυτός ο τρόπος, κατά τη γνώμη μου, είναι ανώτερος της συνεχούς παρουσίασης νέων στοιχείων, γιατί απαιτεί από τον συγγραφέα να βγάζει, μέσα από τα ίδια στοιχεία,
καινούργια στοιχεία: δηλαδή, να ανακυκλώνει αλλά με τη μορφή σπείρας, όχι στατικού κύκλου. Ένα παράδειγμα αποτελεσματικής χρήσης αυτής της μορφής είναι το
A Song of Ice and Fire, του GRR Martin. Στα πρώτα τρία βιβλία, τουλάχιστον, η πλοκή ποτέ δεν κοιμάται· συνεχώς κινείται όπως ένα ανήσυχο, πολύ μακρύ φίδι που ανασαλεύει επάνω στην άμμο. Δε σαφήνει να βαρεθείς. Στο τέταρτο και στο πέμπτο βιβλίο, δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι έτσι· η πλοκή βαλτώνει, και παύει να σου δίνει την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης. Αυτές οι εναλλαγές, ανατροπές, και, γενικότερα, κινήσεις της πλοκής ενός λογοτεχνικού έργου διεγείρουν το μυαλό με ευχάριστο τρόπο γιατί το κάνουν να νομίζει κάθε φορά πως κάτι καινούργιο συμβαίνει. Επομένως, μπορεί να διαβάζεις την ίδια βασική πλοκή για 500 σελίδες αλλά, επειδή κάθε τόσο παρουσιάζονται ανατροπές και νέες πτυχές, έχεις την εντύπωση πως διαβάζεις συνεχώς καινούργια πράγματα.
Ένας τρίτος τρόπος για τη διατήρηση της αίσθησης της πρώτης εντύπωσης έχει να κάνει με τη σύνθεση του ίδιου του λογοτεχνικού κειμένου. Κι εδώ, φυσικά, τα στοιχεία είναι πάρα πολλά για να τα αναφέρω όλα. Ακόμα και η δομή των προτάσεων μπορεί να παίζει ρόλο, το πόσο συχνά βάζεις τελείες ή παρενθέσεις. Ένα βασικό στοιχείο, όμως, είναι η οπτική γωνία. Ανέκαθεν πίστευα ότι η διεθνή Αγορά δεν έχει κάνει καλά που έχει ασπαστεί πλήρως το μοντέλο της
κλειστής οπτικής γωνίας τρίτου προσώπου. Όχι πως αυτή η μορφή έχει κανένα πρόβλημα από μόνη της, αλλά όταν κάθε ιστορία που διαβάζεις είναι γραμμένη έτσι, τότε παύεις να έχεις την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης κι αρχίζεις να βαριέσαι. Δεν αισθάνεσαι ότι συμβαίνουν καινούργια πράγματα. Αντιθέτως, η πολυμορφικότητα της οπτικής γωνίας, με τη σωστή χρήση, μπορεί να προκαλέσει τη διέγερση που χρειάζεται ώστε να έχουμε μια αίσθηση ζωντάνιας αντί νωθρότητας.
Νομίζω πως εδώ, τώρα, ίσως κάποιοι να συμπεριλάμβαναν και τις μεγάλες λογοτεχνικές περιγραφές ως ένα από τα κακά που μας προκαλούν ανία μέσα σε ένα κείμενο αντί για ζωντάνια. Αλλά θεωρώ πως αυτό δεν είναι σωστό. Οι μεγάλες περιγραφές μπορούν (αν και όχι πάντα) να προκαλέσουν την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης, γιατί σε αναγκάζουν να εστιάσεις την προσοχή σου επάνω στη συγκεκριμένη παράγραφο και να προσπαθήσεις να οραματιστείς ό,τι περιγράφεται. Αν αυτό, φυσικά, συμβαίνει κατ εξακολούθηση καταντά ανιαρό, αλλά όχι αν συμβαίνει σε επιλεγμένα σημεία του κειμένου. Εξάλλου, όπως έχουν υποστηρίξει πολλοί, είναι αδύνατο να περιγράψεις την πραγματικότητα με λόγια· τα πάντα είναι, επομένως, θέμα ύφους που επιλέγεις να χρησιμοποιήσεις. Αν θέλεις, για παράδειγμα, να περιγράψεις μια πολυθρόνα, μπορείς να πεις ότι ήταν μια λαξευτή πολυθρόνα στη γωνία του δωματίου, ή μπορείς να μας γράψεις πώς ακριβώς είναι λαξεμένη η πολυθρόνα, από τι είδος ξύλου είναι, τι χρώμα έχουν τα μαξιλάρια της, και άλλες λεπτομέρειες. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν έχεις περιγράψει ουσιαστικά την πολυθρόνα· απλώς μας έχεις δώσει κάποιες κατευθυντήριες γραμμές για να την οραματιστούμε. Και, αναλόγως την περίπτωση, αυτό μπορεί να προκαλέσει ή μη την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης. Ακόμα και τα πιο απλά πράγματα, άλλωστε, αν τα παρατηρήσεις με όλη σου την προσοχή, μπορείς να διαπιστώσεις ότι έχουν κάποιο ενδιαφέρον.
Σε πολλά από τα λογοτεχνικά κείμενα που διαβάζουμε εκείνο που λείπει είναι η αίσθηση της πρώτης εντύπωσης. Όταν αυτή η αίσθηση υπάρχει, τότε το κείμενο αποκτά ζωντάνια και δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου. Ίσως η επανάληψη (όπως λένε κάποιοι) να είναι η μητέρα της μάθησης, αλλά σίγουρα δεν είναι η κόρη της καλής τέχνης. Αντιθέτως, μάλλον είναι ο εχθρός της.
Ο εχθρός είναι η ανία. Η πολυμορφικότητα είναι η απάντηση.