Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Τα τελευταία δύο βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει ώς τώρα (Μάρτιος του 2019) του A Song of Ice and Fire – το A Feast for Crows και το A Dance with Dragons – δεν μου άρεσαν τόσο όσα τα πρώτα τρία βιβλία. Τα A Game of Thrones, A Clash of Kings, και A Storm of Swords είναι μυθιστορήματα φαντασίας όπου η πλοκή ποτέ δεν σταματά να κινείται, η γραφή είναι γεμάτη χωρίς να είναι κουραστική, ο διάλογος είναι έξυπνος, και η παιχνιδιάρικη δημιουργικότητα του συγγραφέα καταφανής σε κάθε κεφάλαιο. Για τα δύο τελευταία βιβλία δεν ισχύει το ίδιο. Μάλιστα, τα ξανακοίταξα όλα, από την αρχή, γιατί πάει καιρός από τότε που τα έχω διαβάσει (νομίζω πως το A Game of Thrones το διάβασα γύρω στο 2000, αν δεν κάνω λάθος – πριν από είκοσι χρόνια σχεδόν!), για να δω μήπως ήταν η εντύπωσή μου ότι τα δύο τελευταία είναι αισθητά διαφορετικά από τα τρία πρώτα: και διαπίστωσα ότι, όχι, δεν ήταν η εντύπωσή μου. Εκτός των άλλων, στα δύο τελευταία βιβλία, τα κεφάλαια είναι παραφουσκωμένα, έχουν πολύ περισσότερες σελίδες. Στο A Game of Thrones το κεφάλαιο ήταν γύρω στις 10 σελίδες (κατά μέσο όρο)· στα επόμενα δύο βιβλία το κεφάλαιο σταδιακά μεγάλωσε· και στα δύο τελευταία βιβλία το κεφάλαιο κατάντησε να είναι γύρω στις 20 σελίδες. Όμως η πλοκή έγινε πιο αργή. Οι σελίδες δεν αυξήθηκαν επειδή περισσότερα πράγματα συμβαίνουν μες στην ιστορία αλλά επειδή η ιστορία είναι δυσκίνητη. Στα πρώτα τρία βιβλία, κάθε 100-200 σελίδες γινόταν και κάτι το σημαντικό από άποψη πλοκής. Στα δύο τελευταία, περιμένεις να διαβάσεις ολόκληρο το μυθιστόρημα για να γίνει κάτι οριακά ενδιαφέρον.
Όλ’ αυτά με είχαν κάνει να πιστέψω ότι κι ο συγγραφέας έχει χάσει πλέον την όρεξή του γι’αυτή την πελώρια ιστορία. Όχι κατακριτέο, βέβαια· γράφει το A Song of Ice and Fire εδώ και τόσα χρόνια. Το A Game of Thrones πρωτοκυκλοφόρησε το 1996. Κάνε την αφαίρεση και δες πόσο καιρό γράφει ο Martin την ίδια ιστορία. Είναι πολύς καιρός.
Όπως και νάχει, είχα αρχίσει να βαριέμαι πια το A Song of Ice and Fire. Διατηρούσα μες στο μυαλό μου την καλή εντύπωση που είχα από τα πρώτα τρία βιβλία και δεν μ’ενδιέφερε τίποτ’ άλλο. Η τηλεοπτική σειρά, δε, που ακούει στο όνομα Game of Thronesμού είχε χαλάσει
ακόμα περισσότερο τη διάθεση.
Μετά, έμαθα ότι ο Martin κυκλοφόρησε ένα καινούργιο βιβλίο, το Fire & Blood, το οποίο, έλεγε, δεν είναι μυθιστόρημα όπως τα άλλα αλλά κάτι σαν ιστορικό βιβλίο, κάτι σαν το Silmarillion του Tolkien. Έτυχε όμως να πέσει στα χέρια μου και είπα Γιατί όχι; Ας το δοκιμάσουμε και βλέπουμε. Δεν είχα, επιπλέον, κατά νου κάτι καλύτερο να διαβάσω εκείνες τις μέρες.
Και το Fire & Blood αποδείχτηκε καταπληκτικό βιβλίο, όπως τα πρώτα του A Song of Ice and Fire.
Εξιστορεί τη βασιλεία των Targaryen, πολλά χρόνια πριν από τα γεγονότα στο A Song of Ice and Fire, ξεκινώντας από τον Aegon τον Κατακτητή, που ένωσε τα Επτά Βασίλεια και είναι μια μυθική/ηρωική φιγούρα – από εκείνα τα άτομα που εμφανίζονται μια στη χιλιετία. Η ιστορία των Targaryen συνεχίζεται ώς ένα σημείο μέσα στο βιβλίο· δεν φτάνει ώς το σήμερα του A Song of Ice and Fire, όπου ο Robert Baratheon νικά τους Targaryen στην Trident και παίρνει τον θρόνο. Αυτό είναι απλά μια σημείωση στο τέλος του βιβλίου. Που σημαίνει ότι ίσως – ίσως – δούμε και δεύτερο Fire & Blood στο μέλλον το οποίο περιγράφει τα υπόλοιπα γεγονότα μέχρι την τελική πτώση της δυναστείας των Targaryen.
Προσωπικά, δεν νομίζω ότι μοιάζει καθόλου με το Silmarillion (αλλά αν ο συγγραφέας επιμένει...). Το όλο ύφος δεν θυμίζει το Silmarillion ούτε στο ελάχιστο. Επιπλέον, δεν συμφωνώ ότι δεν είναι μυθιστόρημα αλλά φανταστική Ιστορία. Ναι, είναι γραμμένο περίπου σαν ιστορικό βιβλίο· όμως, ας μη γελιόμαστε, τα κανονικά ιστορικά βιβλία δεν είναι γραμμένα έτσι. Είναι γεμάτα ημερομηνίες και χρονολογίες. Είναι γραμμένα με διαδικαστικό τρόπο. Το Fire & Blood είναι γραμμένο με ξεκάθαρα δραματικό τρόπο. Για παράδειγμα, ο συγγραφέας περιγράφει, σε ορισμένες σκηνές, πώς γυάλιζε το σπαθί κάποιου στο φεγγαρόφωτο, και παρόμοια πράγματα που, σίγουρα, δεν βλέπεις σε ιστορικά βιβλία αλλά σε μυθιστορήματα. Ακόμα κι ο Θουκυδίδης και άλλοι αρχαίοι ιστορικοί δεν έγραφαν έτσι (αν θυμάμαι καλά τον Θουκυδίδη – πάει καιρός από τότε που έχουμε να τα πούμε οι δυο μας). Στο Fire & Blood μπορείς να διαβάσεις κομμάτια σαν αυτό:
Nor could he be gainsaid, for until Aegon II rose from his bed to take up his sword again, the regency and rule were Aemond’s. True to his resolve, the prince rode forth from the Gate of the Gods within a fortnight, at the head of a host four thousand strong. “Sixteen days’ march to Harrenhal,” he proclaimed. “On the seventeenth, we will feast inside Black Harren’s hall, whilst my uncle’s head looks down from my spear.” And across the realm, obedient to his command, Jason Lannister, Lord of Casterly Rock, poured down out of the western hills, descending with all his power upon the Red Fork and the heart of the riverlands. The Lords of the Trident had no choice but to turn and meet him.
Daemon Targaryen was too old and seasoned a battler to sit idly by and let himself be penned up inside walls, even walls as massive as Harrenhal’s. The prince still had friends in King’s Landing, and word of his nephew’s plans had reached him even before Aemond had set out. When told that Aemond and Ser Criston Cole had left King’s Landing, it is said Prince Daemon laughed and said, “Past time,” for he had long anticipated this moment. A murder of ravens took flight from the twisted towers of Harrenhal.
Ένας στρατός προετοιμάζεται και ξεκινά για να επιτεθεί σε ένα παλιό κάστρο μες στη μέση της ερημιάς, και ο πρίγκιπας που μένει εκεί, μόλις το μαθαίνει από τους πληροφοριοδότες του, γελά και λέει: «Καιρός ήταν»· κι ένα σμήνος από κοράκια (με μηνύματα δεμένα στα πόδια τους) φεύγει φτεροκοπώντας από τους στριφτούς, σκοτεινούς πύργους του κάστρου.
Αυτές είναι καθαρά δραματικές σκηνές. Είναι σαν από τρέιλερ ταινίας. Είναι κάτι που διαβάζεις και σε κάνει να γουστάρεις. Δεν είναι σαν ένα διαδικαστικά γραμμένο, βαρετό ιστορικό βιβλίο.
Το Fire & Blood είναι μυθιστόρημα πέρα από κάθε
αμφιβολία. Αλλά, δυστυχώς, στη διεθνή φανταστική λογοτεχνία έχουν πλέον βάλει το
μυθιστόρημα μέσα σε τόσο αρτηριοσκληρωτικά πλαίσια που οτιδήποτε βρίσκεται έξω
από αυτά τα πλαίσια κατευθείαν «δεν είναι μυθιστόρημα» (και καλά). Για
παράδειγμα, έχω γράψει
και παλιότερα για το τρομερό σκάλωμα με την περιορισμένο οπτική γωνία τρίτου
προσώπου εκτός των άλλων.
Το Fire & Blood δεν είναι γραμμένο σε περιορισμένη οπτική γωνία τρίτου προσώπου. Είναι γραμμένο σε οπτική γωνία παντογνώστη αφηγητή. Μόνο που ο αφηγητής μας δεν είναι πραγματικά παντογνώστης. Μοιάζει να είναι ένας ιστορικός που συλλέγει πληροφορίες και τις παραθέτει. Αναφέρεται σε πηγές, και κάνει και δικές του υποθέσεις. Ναι, ο ίδιος ο αφηγητής τρίτου προσώπου μιλά άμεσα εδώ – πράγμα σπάνιο στα σύγχρονα μυθιστορήματα. Σε αρκετές περιπτώσεις, δεν ξέρει τι ακριβώς έχει συμβεί, οπότε απλά εικάζει. Σε άλλες περιπτώσεις, ξέρει τι έχει συμβεί αλλά δεν ξέρει πώς έχει συμβεί. Για παράδειγμα, δολοφονείται ένας σημαντικός χαρακτήρας μέσα στην ιστορία αλλά δεν υπάρχουν ιστορικές πηγές που να λένε ποιος τον σκότωσε, πώς ακριβώς πέθανε· οπότε, εκεί ο αφηγητής μας αρχίζει να υποθέτει. Κάνει μερικές υποθέσεις, και εσύ, ο αναγνώστης, μπορείς να αποφασίσεις ποια είναι, ίσως, η πιο πιθανή να ισχύει. Αλλού, ο αφηγητής λέει ποια περίπτωση εκείνος θεωρεί πιθανότερη. Κατά τα άλλα, είναι αρκετά ουδέτερος. Δεν φαίνεται να είναι με το μέρος κανενός προσώπου ή πολιτικής ομάδας. Προσπαθεί να διατηρεί το ύφος του αντικειμενικού ιστορικού όσο είναι εφικτό.
Όλα αυτά δεν είναι καθόλου ανιαρά. Αντιθέτως, είναι πολύ ενδιαφέροντα και συναρπαστικά. Και δίνουν την ευκαιρία στον αναγνώστη να συμμετέχει ενεργά, με τη φαντασία του, μέσα στην ιστορία αντί να τη δέχεται παθητικά από τον συγγραφέα.
Όμως πάω στοίχημα πως αν το Fire & Blood δεν το είχε γράψει ένας τόσο τραγικά γνωστός άνθρωπος όπως ο GRR Martin δεν υπήρχε περίπτωση να το εκδώσει μεγάλος σύγχρονος εκδότης. Γι’αυτό κιόλας η σημερινή φανταστική λογοτεχνία είναι τόσο φτωχή. Συνεχώς επαναλαμβάνουν τα ίδια μοτίβα γραμμένα με τους ίδιους τρόπους – τα πάντα παγιδευμένα σε κλειστοφοβικές περιορισμένες οπτικές γωνίες τρίτου προσώπου, ο κάθε χαρακτήρας στο κλουβί του.
Το Fire & Blood είναι, επιτέλους, κάτι το διαφορετικό. Ο Martin γι’ακόμα μια φορά άνοιξε έναν καινούργιο δρόμο. Δεν ξέρω πόσοι τώρα θα τον ακολουθήσουν, ή αν μπορούν να τον ακολουθήσουν, όμως είναι ένας καινούργιος δρόμος, αν σκεφτείς πώς έχει η κατάσταση σήμερα με τη φανταστική λογοτεχνία.
Το Fire & Blood δεν είναι μια ιστορία που μπορείς να τη διαβάσεις επιπόλαια, επί τροχάδην. Πρέπει να δώσεις σημασία σε κάθε παράγραφο. Γιατί κάθε παράγραφος είναι σημαντική. Η πλοκή ποτέ δεν σταματά να κινείται. Παρουσιάζονται δεκάδες – εκατοντάδες, ίσως – πρόσωπα. Χαρακτήρες και χαρακτήρες και χαρακτήρες. Μέσα σε διάφορες μπλεγμένες καταστάσεις. Ξύπνα, μην κοιμάσαι, όσο διαβάζεις το Fire & Blood. Δεν υπάρχει χρόνος για ύπνο.
Μέσα στο βιβλίο διαβάζουμε για πολέμους και για δολοπλοκίες, αλλά όχι μόνο. Διαβάζουμε και για τις κοινωνικές συναναστροφές διάφορων χαρακτήρων. Διαβάζουμε για περιπέτειες και για μακρινά ταξίδια, και για πράγματα που είναι... παράξενα, και μαγικά ίσως. Η μαγεία είναι, όπως πάντα στο A Song of Ice and Fire, μυστηριακή και αμφιλεγόμενη. Και ο Martin καταφέρνει ακόμα και σ’ένα υποτιθέμενα «ιστορικό» βιβλίο να βάλει διάφορες ερωτικές καταστάσεις που θα σόκαραν πολλούς πουριτανούς. Ορισμένες είναι τόσο ευφάνταστες και πλακατζήδικες που δεν μπορείς παρά να του βγάλεις το καπέλο. Πολλά άλλα μοτίβα συνηθισμένα στο A Song of Ice and Fire εμφανίζονται κι εδώ, και παραπάνω από μία φορά, αλλά ποτέ με κουραστικό τρόπο.
Επίσης, όπως πάντα, κανείς δεν είναι ασφαλείς· τη μια μέρα κάποιος είναι ήρωας του βασιλείου, την άλλη είναι νεκρός, θαμμένος κάτω από πτώματα σ’ένα πεδίο μάχης, ή δολοφονημένος από ένα μαχαίρι στην πλάτη, ή από δηλητήριο. Ακόμα και ασθένειες πέφτουν στα Επτά Βασίλεια, παράξενες επιδημίες που θερίζουν ολόκληρες πόλεις, κλέβοντας χαρακτήρες με τρόπο που σε κάνει να λες «Ε όχι, δεν μπορεί αυτός να ψόφησε έτσι»· αλλά ψόφησε έτσι. Δυστυχώς.
Υπάρχουν, επίσης, αρκετοί δράκοι μέσα στο Fire & Blood, και ακόμα κι αυτοί έχουν τις δικές τους, ξεχωριστές προσωπικότητες. Όπως και όλοι οι χαρακτήρες. Πράγμα που δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις. Παρουσιάζονται περισσότερα πρόσωπα εδώ απ’ό,τι είναι εύκολο να μετρήσεις, αλλά το καθένα μοιάζει να έχει τη δική του προσωπικότητα, κι όταν ο αφηγητής αποφασίζει να εστιαστεί σε κάποιον αυτός αμέσως ξεπηδά μέσα από τις σελίδες σαν ένας αληθινός άνθρωπος από αληθινή ιστορία.
Ο Martin έχει καταφέρει εδώ κάτι το πραγματικά αξιοσημείωτο. Το βιβλίο, παρότι αρκετά μεγάλο, είναι ουσιαστικό μικρό για το πλήθος των χαρακτήρων και των καταστάσεων που παρουσιάζει. Και όλα αυτά είναι συναρπαστικά και ενδιαφέροντα. Φαίνεται σαν κι ο ίδιος ο συγγραφέας να διασκέδαζε γράφοντάς τα (όπως και πρέπει, αν θες ένα βιβλίο να είναι καλό). Επιδεικνύει την ίδια παιχνιδιάρικη δημιουργικότητα που επιδείκνυε και στα πρώτα τρία βιβλία του A Song of Ice and Fire. Δεν σταματά ποτέ να δημιουργεί. Γι’αυτό και κάθε παράγραφος είναι σημαντική.
Ορισμένες καταστάσεις μέσα στο Fire & Blood είναι τόσο τρελές, τόσο ευφάνταστες, τόσα στα όρια του σουρεαλισμού ώρες-ώρες, που θυμίζουν κυριολεκτικά πίνακες του Ιερώνυμου Μπος από μεσαιωνικό χάος.
Για να είμαι ειλικρινής (κι ας νομίσει όποιος θέλει ότι αυτό είναι «έπαρση», δήθεν, από τη μεριά μου – δε μ’ενδιαφέρει), έχω να διαβάσω εδώ και πολλά χρόνια βιβλίο που να νομίζω ότι ίσως να μη μπορούσα να γράψω ο ίδιος, ότι ίσως να μη μπορούσα να κάνω κάτι αντίστοιχο από άποψη πλοκής, χαρακτήρων, γραφής. Το Fire & Blood είναι ένα από αυτά τα βιβλία: από εκείνα που με κάνουν να σκέφτομαι ότι ίσως και να μην μπορούσα να τα γράψω. Κι αυτά είναι τα βιβλία που πραγματικά μου αρέσουν. Γιατί από αυτά τα βιβλία έχεις, εκτός απ’το να ψυχαγωγηθείς αληθινά, κάτι να διδαχτείς κι εσύ ως συγγραφέας.
Δεν μπορώ να ασκήσω καμιά σπουδαία κριτική πάνω στο τι δεν μου άρεσε στο Fire & Blood, γιατί αυτά που δεν μου άρεσαν είναι ελάχιστα και επουσιώδη. Αν έπρεπε να σχολιάσω κάτι ως αρνητικό θα μπορούσα να πω ότι ορισμένα κομμάτια μού φάνηκαν λίγο πιο άκομψα γραμμένα σε σχέση με άλλα, έχοντας αρκετές επαναλήψεις λέξεων που θα μπορούσαν να είχαν αντικατασταθεί με διαφορετικές λέξεις, ή και σβηστεί, χωρίς πρόβλημα.
Ένα ακόμα πράγμα που δεν είμαι σίγουρος αν είναι λάθος, πάντως με παραξένεψε, είναι το θέμα των εποχών στον κόσμο του Westeros. Υποτίθεται πως οι χειμώνες κρατάνε χρόνια ολόκληρα, τα καλοκαίρια επίσης. Αλλά, τουλάχιστον στην αρχή του Fire & Blood, έτσι όπως μας τα λέει ο αφηγητής μού δόθηκε για λίγο η εντύπωση ότι οι χειμώνες και τα καλοκαίρια κρατάνε τόσο όσο και τα δικά μας. Προς το τέλος, βέβαια, οι αναφορές είναι πιο ξεκάθαρες· καταλαβαίνεις ότι όντως οι εποχές κρατάνε πολλά χρόνια. Όμως γενικά είχα κάποιες απορίες σχετικά με το πέρασμα των εποχών σ’αυτό τον φανταστικό κόσμο. Τι ισχύει τελικά; Πώς ακριβώς μετράνε τα χρόνια αυτοί οι άνθρωποι, και πώς καταφέρνουν να ζουν; Υπάρχει, όπως στη Helliconia του Brian Aldiss, Μεγάλος Χειμώνας και Μεγάλο Καλοκαίρι που περιλαμβάνουν μικρούς χειμώνες και μικρά καλοκαίρια, ή όχι; Αν όχι, τότε πώς διάολο μετράνε το πέρασμα του χρόνου στον Westeros; Για να μην πούμε τι τρώνε όταν πέφτει ο πολύχρονος χειμώνας...
Ένα άλλο θέμα είναι οι ηλικίες πολλών χαρακτήρων. Ο Martin φαίνεται να εξακολουθεί να πιστεύει, όπως και στα άλλα βιβλία του A Song of Ice and Fire, ότι άνθρωπος δεκαπέντε χρονών είναι ώριμος σχεδόν σαν άνθρωπος εικοσιπέντε χρονών, και από νοητικής και από σωματικής άποψης. Και είναι και τα δύο να σε εκπλήσσουν. Ακόμα και μητέρες δεκαπέντε χρονών έχει μέσα στο Fire & Blood! Το μόνο που προσωπικά μπορώ να υποθέσω είναι πως στον κόσμο του Westeros οι άνθρωποι μεγαλώνουν πιο γρήγορα απ’ό,τι στον κόσμο μας. Αλλά πεθαίνουν το ίδιο γρήγορα όπως και στον Μεσαίωνα του κόσμου μας. Σχεδόν κανείς δεν περνά την ηλικία των εξήντα στο Fire & Blood. Ή από πόλεμο θα πάει, ή από προδοσία, ή από αρρώστια, ή από φαρμάκι, ή από πέσιμο, ή από γέννα.
Επίσης, πίστευα ότι ώς το τέλος του βιβλίου θα μαθαίναμε ποιος είναι ο αφηγητής μας. Γιατί δεν είναι ένας ουδέτερος, αόρατος αφηγητής τρίτου προσώπου που εξαφανίζεται μέσα στην ιστορία και απλά σε αφήνει να τη βιώσεις χωρίς εκείνος να υπάρχει, χωρίς να σχολιάζει, χωρίς να παρεμβαίνει. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορείς να πεις ακόμα και ότι δεν υφίσταται καν αφηγητής, αλλά απλά έχεις την εμπειρία της ιστορίας σαν όνειρο. Εδώ, όμως, δεν είναι έτσι. Εδώ ο αφηγητής κάνει σχόλια και υποθέσεις. Επομένως, είναι κάποιο πρόσωπο· αμέσως το παρατηρείς. Ποιος είναι αυτός; Θα ήθελα ώς το τέλος να είχα μάθει, όμως δεν το έμαθα. Και έτσι είχα την αίσθηση ότι κάτι έλειπε.
Αλλά αυτές είναι απλά κάποιες παράπλευρες σκέψεις μου για το Fire & Blood. Γενικά, το βιβλίο είναι υπέροχο. Ο Martin επιτέλους επέστρεψε φέρνοντας μαζί του κάτι πολύ καλό και, για τα σημερινά δεδομένα στη φανταστική λογοτεχνία, πρωτοποριακό γι’ακόμα μια φορά. Ανέκαθεν έλεγε πως του άρεσε να παίζει με ιππότες, κάστρα, και βασιλιάδες. Στο Fire & Blood παίζει επάνω σ’ένα πραγματικό πελώριο ταμπλό, χωρίς περιορισμούς, για τη χαρά του παιχνιδιού· και ο ενθουσιασμός του είναι κολλητικός.
Αναρωτιέμαι, όμως, ποιος είχε τη φαεινή ιδέα να βάλει στο εξώφυλλο κάτι που μοιάζει με σβάστικα. Είναι γελοίο. Το έμβλημα των Targaryen δεν είναι έτσι. Ορίστε πώς είναι, από τα πρώτα βιβλία του A Song of Ice and Fire. Δε βλέπω τίποτα που να θυμίζει σβάστικα. Βλέπεις εσύ;