Kingdoms of the Wall :: του Robert Silverberg
O
Silverberg δε νομίζω ότι χρειάζεται συστάσεις, καθώς είναι ένας από τους γνωστότερους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας.
To Kingdoms of the Wall διαδραματίζεται σε έναν κόσμο όπου ζουν άνθρωποι που δεν είναι ακριβώς όπως τους ξέρουμε. Ανάμεσα στις βασικότερες διαφορές τους από τους συνηθισμένους ανθρώπους είναι το ότι έχουν έξι δάχτυλα στα χέρια και ότι έχουν τη δυνατότητα της Αλλαγής: δηλαδή, μπορούν να αλλάζουν μορφές, όχι όμως με δραματικό τρόπο· δεν μπορούν, για παράδειγμα, να μεταμορφωθούν σε ελέφαντες ούτε σε λύκους ούτε σε πουλιά, αλλά μπορούν να επιμηκύνουν το χέρι τους και, γενικότερα, να μετατοπίσουν τη σωματική τους μάζα.
Ένα χωριό αυτού του κόσμου βρίσκεται στους πρόποδες του Τείχους (Wall), που είναι μια πανύψηλη οροσειρά. Κάθε χρόνο είκοσι άντρες και είκοσι γυναίκες από το χωριό προετοιμάζονται για να κάνουν το ταξίδι επάνω στο Τείχος, με σκοπό να φτάσουν στην Κορυφή και να συναντήσουν τους θεούς. Μετά, πρέπει να επιστρέψουν και να φέρουν τη θεία γνώση στους υπόλοιπους του χωριού. Δυστυχώς, οι περισσότεροι δεν επιστρέφουν ποτέ· και όσοι επιστρέφουν δεν είναι παρά τρελοί, οι οποίοι μιλούν για αλλόκοτα πράγματα και κανείς δεν μπορεί να συνεννοηθεί μαζί τους.
Το βιβλίο είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, και υποτίθεται πως είναι το βιβλίο του Poilar Crookleg (το Crookleg είναι παρατσούκλι, επειδή το ένα του πόδι είναι στραβό εκ γενετής), ο οποίος ανέβηκε στην Κορυφή και επέστρεψε. Διαβάζουμε, λοιπόν, αρχικά για την επιθυμία του νεαρού Poilar, αλλά και του φίλου του, Traiben, να ανεβούν στο Τείχος· μετά, διαβάζουμε για την προετοιμασία τους, μαζί με τους υπόλοιπους είκοσι άντρες και είκοσι γυναίκες· και τέλος --ή, μάλλον, εδώ είναι ουσιαστικά η αρχή της ιστορίας-- διαβάζουμε για το μεγάλο ταξίδι στο Τείχος.
Το Τείχος είναι μια οροσειρά μέσα σε μια οροσειρά μέσα σε μια οροσειρά. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος, γεμάτος σπηλιές, πλαγιές, κρημνούς, μεγάλα οροπέδια, εξωτικά πλάσματα, και αλλόκοτα βασίλεια. Το ταξίδι που μας περιγράφει ο Poilar μάς οδηγεί πραγματικά σε μαγευτικούς τόπους, και οι περιγραφές του Silverberg είναι υπέροχες· σε μεταφέρουν ακριβώς εκεί, δίπλα στους ήρωές του. Οι διάλογοι είναι επίσης καλοί. Οι χαρακτήρες αναπτύσσονται ικανοποιητικά, όμως δεν γίνεται και τίποτα το εξαιρετικό μ'αυτούς. Η πλοκή είναι, ουσιαστικά, ανύπαρκτη, αλλά μην ξεχνάμε ότι πρόκειται μόνο για ένα ταξίδι: και, γι'αυτό που είναι, το μυθιστόρημα είναι πολύ καλό.
Αξιοσημείωτο είναι πως, παρότι γενικώς βαριέμαι τα μεγάλα ταξίδια στα μυθιστορήματα, ειδικά τα ταξίδια όπου ο συγγραφέας περιγράφει κάθε σπιθαμή γης, το ταξίδι στο Τείχος το λάτρεψε όσο κανένα άλλο. Η φαντασία του Silverberg, αληθινά, οργιάζει σε τούτο το βιβλίο.
Το απόλαυσα από την αρχή μέχρι--
Όχι, δεν μπορώ να πω ότι το τέλος το απόλαυσα. Για την ακρίβεια, ήταν κάτι που με δυσαρέστησε ως αναγνώστη. Εκεί που ο Silverberg μάς παρουσιάζει έναν υπέροχο φανταστικό κόσμο, αποφασίζει στο τέλος του βιβλίου να μας πει ότι όλα αυτά, τελικά, ήταν επιστημονικώς εξηγήσιμα. Και στην Κορυφή του Τείχους --αυτό είναι spoiler αλλά πραγματικά δεν χάνετε τίποτα και να το διαβάσετε-- συναντάμε, όχι θεούς, αλλά μερικούς Γήινους, οι οποίοι έχουν στήσει εκεί ένα μεταλλικό τσαντίρι· και ο συγγραφέας προσπαθεί να μας πείσει ότι εξαιτίας αυτών έχει δημιουργηθεί η υπόθεση του βιβλίου. Επίσης, όλα τα τελείως αλλόκοτα πλάσματα και φαινόμενα που βρίσκουμε στο Τείχος μπορούν να εξηγηθούν επιστημονικά γιατί είναι... σε άλλο πλανήτη. Το απόλυτο κλισέ της επιστημονικής φαντασίας μιας κάποιας περιόδου.
Αυτό, βέβαια, δεν θα έπρεπε να μας παραξενεύει· φτάνει να σκεφτούμε ότι το εν λόγω μυθιστόρημα πρωτοδημοσιεύτηκε το 1992. Αλλά, και πάλι, κάπου εκεί είναι που παύεις να θέλεις, πλέον, να πιστέψεις αυτή την ιστορία. Αναποδογυρίζεις τα μάτια και πετάς το βιβλίο απ'το παράθυρο.
Ευτυχώς, ήμουν σε παραλία όταν το τελείωσα, και δε θέλω να ρυπαίνω τις αμμουδιές.
Το περίεργο μ'όλη αυτή την υπόθεση είναι ότι, παρά το πολύ κακό τέλος του Kingdoms of the Wall, είναι ένα μυθιστόρημα που θα πρότεινα ανεπιφύλακτα στον οποιονδήποτε. Το γράψιμο είναι εξαιρετικό. Και η ιστορία είναι υπέροχη. Επιπλέον, πάντα ήμουν της άποψης ότι διαβάζεις λογοτεχνία για το ταξίδι, όχι για το τέλος του ταξιδιού. Και το Kingdoms of the Wall αξίζει --αξίζει πάρα πολύ-- ακριβώς για το ταξίδι: το ταξίδι επάνω στα παράξενα Βασίλεια του Τείχους και τις συναντήσεις των χαρακτήρων με τα φανταστικά όντα. Απλά, αγνοήστε το ξενερωτικό τέλος και δεν θα έχετε κανένα, μα κανένα, παράπονο. Εγώ, τουλάχιστον, δεν είχα.
