|

Ο έμπορος Καντάρφιλ θέλει να επιστρέψει στην πατρίδα του, τη Χόλκεραλ,
αλλά, με τους ληστές της Γαλανής Δράκαινας να κρατάνε κλειστά τα
περάσματα προς τα νότια, αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Ευτυχώς, οι
παλιοί του γνωστοί, η μισθοφορική συντροφιά που ακούει στο όνομα
Ζωντανοί-Νεκροί, είναι πρόθυμοι να τον βοηθήσουν. Με το αζημίωτο,
φυσικά. Θα τον οδηγήσουν μέσα από το Πέρασμα του Χρυσού Καβαλάρη, του
υπόσχεται ο Ζαώρδιλ ο Σκοτωμένος, και μέσα από τις Ενδότερες Πολιτείες,
αποφεύγοντας έτσι τους κινδύνους των ληστών της Σαρντίκα-Νοθ.
Η Έρικα Σάλκερκοφ, όμως, μαθαίνει σύντομα τα σχέδια του Ζαώρδιλ και προσπαθεί
να τα συνδυάσει με τα δικά της – και του Ηγεμόνα της Νασόλκαθ, ο οποίος έχει
βάλει στο μυαλό του μια συμμαχία που θα απαλλάξει τη δυτική Φεηνάρκια από την
απειλή της Σαρντίκα-Νοθ και θα καταστήσει πάλι το εμπόριο ασφαλές σ’αυτά τα
εδάφη.
Αλλά δεν έχει υπολογίσει ότι ο ορκισμένος εχθρός του, ο 'Ασλατμιρ, βρίσκεται
μαζί με την τρομερή λήσταρχο και σκέφτεται πώς να πάρει εκδίκηση.
Και στις Ενδότερες Πολιτείες ένας άγριος θεός της οργής και του ολέθρου έχει
γεννηθεί και προκαλεί καταστροφές. Η Φαίδρα’λι, η μάγισσα των Ζωντανών-Νεκρών,
ίσως να είναι η μόνη που μπορεί να βρει τα ίχνη του, παρατηρώντας τα στον
αντίστροφο κόσμο. Όμως οι παράδοξες αναζητήσεις της δεν θ’αργήσουν να την
οδηγήσουν σε ανακαλύψεις που ούτε η ίδια δεν περίμενε...

Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Ο Ζορδάμης Λιγνόρρυγχος υπηρετεί την παράλληλη παρασιτική κοινωνία του
υπόκοσμου γνωστή ως Σιδηρά Δυναστεία, προσπαθώντας να ξεπληρώσει το χρέος του.
Αλλά ο χρόνος περνά και το χρέος ακόμα φαίνεται να υφίσταται. Σύμφωνα με κάποιες
φήμες, μάλιστα, που κυκλοφορούν μέσα στη Δυναστεία όσοι χρωστάνε ποτέ δεν
ξεχρεώνονται. Η αποπληρωμή έρχεται με τον θάνατό τους.
Ο Ζορδάμης δεν σκοπεύει να πεθάνει προτού γίνει ξανά ελεύθερος.
Θα ταξιδέψει από τη μια άκρη της Σεργήλης ώς την άλλη, καθώς εργάζεται για τη
Σιδηρά Δυναστεία. Θα μπλεχτεί στους σκοτεινούς, επικίνδυνους δρόμους της
Μέλβερηθ. Θα κάνει λαθρεμπόριο στην Ύγκρας. Θα αναζητήσει έναν αλλόκοτο άντρα
γνωστό ως Αναχωρητή των Κοκάλων, στις νότιες ερήμους. Θα απαγάγει μια
δημοσιογράφο. Θα μεταφέρει όπλα. Θα μείνει στη μικρή πόλη που ονομάζεται Μαύρο
Δόντι και αποτελεί προκάλυμμα για διάφορες δραστηριότητες του υπόκοσμου. Θα
παίξει παιχνίδια τύχης και παιχνίδια θανάτου με τους Δρομολόγους της Νίρβεκ. Θα
επιστρατεύσει με απάτες νέα άτομα για τη Δυναστεία στην Άντχορκ, θα αναζητήσει
χαμένα μέλη, και θα μπλεχτεί σε μια παλιά βεντέτα. Θα ξανασυναντήσει τη γυναίκα
που ξέρει ως Σαμάνθα, καθώς κι έναν παλιό πράκτορα της Παντοκράτειρας. Θα πέσει
στην παγίδα αεροπειρατών, και θα βρεθεί κοντά, πολύ κοντά σε μια παλιά φίλη την
οποία δεν τολμά να πλησιάσει...
Αλλά στο τέλος φοβάται ότι θα αναγκαστεί να ακολουθήσει τον δρόμο του
Άφευκτου. Ή τίποτα ακόμα χειρότερο.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Αναζήτηση
Τελευταία από Σκιώδη Παραλειπόμενα
Εμβολιασμένες λάμιες 
(Η εικόνα είναι της Julie Bell. Τα λόγια μέσα στις φούσκες είναι δικά μου. Και οι φούσκες επίσης.) Το έκανα και δεν έπαθα τίποτα – χο-χο-χο-χο! Έτυχε πρόσφατα να βρεθώ σ’ένα μέρος για μια δουλειά, και μπαίνει ένας γιατρός, γύρω στα 70 (ίσως 65), κι άρχισε να λέει για το εμβόλιο: ότι το έκανε κι ότι δεν κατάλαβε τίποτα. Και ότι ο αδελφός του τον έπαιρνε τηλέφωνο όλη νύχτα χτες και τον ρωτούσε αν είναι καλά, αν έχει μουδιάσει το χέρι του, και τα λοιπά. «Ακούς εκεί! Να με παίρνει και να με ρωτά αυτά! Γιατρός είμαι! Χο-χο-χο-χο...» Γελούσε [...] Φάρμακο για πολιτικές πανούκλες Όπως ίσως να έχετε προσέξει, τον τελευταίο χρόνο έχει πέσει μια πανδημία επάνω σ’αυτό τον κόσμο η οποία ακούει στο όνομα Covid-19 ή κορονοϊός. Πολλά έχουν ειπωθεί σχετικά με τις μετρήσεις των κρουσμάτων και των νεκρών της πανδημίας, οι οποίες είναι, σίγουρα, παραφουσκωμένες – όπως για παράδειγμα δηλώνοντας ότι πέθαναν «από Covid» άνθρωποι που δεν πέθαναν πραγματικά από Covid, ή μετρώντας [...] X
ΣΚΕΨΕΙΣ
21/7/2009
Αρνητική Λογοτεχνία
...και η παράλογη ύπαρξή της
Όταν ήμουν μικρός, είχε βρεθεί στο σπίτι μου ένα ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό. Το είχα ανοίξει και είχα ρίξει μια ματιά στα διηγήματα. Κανένα δεν αισθάνθηκα να με τραβά ιδιαίτερα, αλλά ένα από αυτά έτυχε να το διαβάσω. Και αμέσως με εξέπληξε ο απίστευτος
αρνητισμός του. Αναρωτήθηκα τι λόγο μπορεί να είχε ο συγγραφέας για να το γράψει, και τι σκοπό μπορεί μια τέτοια λογοτεχνία να εξυπηρετεί, εκτός απ'το να σε φέρει στη σωστή διάθεση για μια καλή αυτοκτονία.
Δεν θυμάμαι αν αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή με τη μορφή που τώρα πλέον αποκαλώ «αρνητική λογοτεχνία», αλλά σίγουρα ήταν η πρώτη φορά που θυμάμαι να έχω διαβάσει κάτι τέτοιο.
Δεν με απασχολεί αν το τέλος μιας ιστορίας είναι καλό ή κακό. Έχω λατρέψει ιστορίες με πολύ κακά τέλη, και μπορώ να πω ότι τις προτιμώ από τις ιστορίες με τα χαζοχαρούμενα χάπυ εντ, αν και προσωπικά τείνω περισσότερο προς το πικρόγλυκο τέλος: εκείνο που δεν είναι ούτε τελείως καλό ούτε τελείως κακό, ακριβώς όπως και η ζωή. Τίποτα δεν είναι απόλυτο στη ζωή· γιατί να είναι στη λογοτεχνία σου;
Η αρνητική χροιά που έχω παρατηρήσει στη λογοτεχνία δεν έχει να κάνει ούτε με το τέλος μιας ιστορίας ούτε καν με τη θεματολογία της. Μπορεί να περιγράφεις πώς ένα νεκροθάφτης θάβει νεκρούς σ'ένα ερημικό νεκροταφείο, κι όμως η λογοτεχνία να μην είναι αρνητική. Ο καλύτερος τρόπος για να ορίσω την αρνητική λογοτεχνία είναι ότι
εστιάζεται στη μιζέρια της οποιασδήποτε κατάστασης, στο μαύρο κατακάθι της ψυχής, στην ασχήμια που έχει να παρουσιάσει το καθετί. Σίγουρα, δεν ψυχαγωγεί αυτή η μορφή λογοτεχνίας, αλλά ούτε και ξυπνά το μυαλό, ούτε οδηγεί σε προβληματισμό, ούτε έχουν, συνήθως, οι ιστορίες της κάποιο ενδιαφέρον μάλλον βαρετές είναι. Όταν ήμουν μικρός αναρωτιόμουν τι σκοπό εξυπηρετεί, και ακόμα αναρωτιέμαι και δε νομίζω ποτέ να πάψω να αναρωτιέμαι. Ως συγγραφέας, μου φαίνεται αστείο να γράψω κάτι τέτοιο· δεν θα μου πρόσφερε τίποτα. Ως αναγνώστης, το ίδιο· πραγματικά, δεν μπορώ να φανταστώ τι λόγο μπορεί να έχω για να διαβάσω αρνητική λογοτεχνία, εκτός από την καθαρά επιστημονική περιέργεια ξέρετε, όπως παρατηρείς ένα δύσμορφο είδος πλάσματος.
Ρίχνοντας μια ματιά στους συγγραφείς που μου αρέσουν, δεν βρίσκω ασφαλώς ούτε έναν που να γράφει αρνητική λογοτεχνία. Μπορεί σε μερικούς να υπάρχουν αρνητικά σημεία μέσα σε μια ιστορία που γράφουν, ή μπορεί να τονίζονται ορισμένα αρνητικά στοιχεία περισσότερο από ό,τι συνήθως, αλλά αυτό δεν κάνει τη λογοτεχνία αρνητική. Η αρνητική λογοτεχνία είναι μιζέρια και μαυρίλα από την αρχή ώς το τέλος της ιστορίας (αν υπάρχει καν κάποια ιστορία, γιατί συνήθως
δεν υπάρχει).
Επίσης, δεν μπορώ παρά να παρατηρήσω πως οι πραγματικά καλοί συγγραφείς δεν γράφουν αρνητική λογοτεχνία. Μέσα από το έργο τους, όσο άσχημες κι αν είναι οι καταστάσεις που παρουσιάζονται, μπορούμε είτε να ψυχαγωγηθούμε είτε να οδηγηθούμε σε κάποιες σκέψεις ή συμπεράσματα για την ανθρώπινη φύση ή τη φύση του κόσμου. Η αρνητική λογοτεχνία δεν το κάνει αυτό: όχι μόνο δεν έχει να πει τίποτα ουσιαστικό για τον άνθρωπο ή τον κόσμο, αλλά ούτε ψυχαγωγία δεν έχει να προσφέρει.
Το δυστυχές είναι ότι μπορείς να δεις από νέους μέχρι παππούδες να γράφουν αρνητική λογοτεχνία. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να αποδώσεις την ύπαρξή της ούτε στις εφηβικές ανησυχίες ούτε στη μελαγχολία της προχωρημένης ηλικίας. Σε τι να την αποδώσεις, τότε; Στην ίδια την επιθυμία του ανθρώπινου μυαλού να αυτοτιμωρείται, είναι η μόνη πιθανή απάντηση που έχω να δώσω αυτή τη στιγμή. Στην αντίστροφη διάνοια, που λένε, για όσους ξέρουν από ψυχολογία. Μέσα στον άνθρωπο κρύβεται κάτι το αυτοκαταστροφικό· είναι σαν η ψυχή του να προσπαθεί να καταβροχθίσει τον ίδιο της τον εαυτό· και η αρνητική λογοτεχνία, νομίζω, δεν είναι παρά μια από τις εκφάνσεις αυτού του νοητικού παράσιτου.
Και τι να γίνει τώρα, ρε φίλε, φωνάζει εύλογα ο αναγνώστης,
να εξαφανίσουμε την πώς την είπες «αρνητική λογοτεχνία» επειδή δεν σου αρέσει εσένα;
Για όνομα του Χαμουραμπί, όχι! Πρέπει να έχουμε και κάτι για να πειραματιζόμαστε...
|
|
|