Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Περί Γραφής: Υποτύπωση και το Περιγραφικό Ιδίωμα Οι οδοδείκτες της φαντασίας
Διάβαζα το Περί Λογοτεχνίας, του Ουμπέρτο Έκο, όχι συνεχόμενα αλλά αποσπασματικά, σαν το βιβλίο να είναι ένα τοπίο που το εξερευνείς με τρόπο χαοτικό· και η περιπλάνησή μου με οδήγησε σένα μέρος όπου ο συγγραφέας μιλά για την περιγραφή και αναφέρει τη λέξη
υποτύπωση. Επειδή τυχαίνει να έχω το βιβλίο στα αγγλικά, η λέξη επίσης τυχαίνει να είναι γραμμένη
hypotyposis, και αναρωτήθηκα αν είναι μία από εκείνες τις φανερά ελληνικές λέξεις που χρησιμοποιούνται στα αγγλικά αλλά στα ελληνικά (παραδόξως) δεν χρησιμοποιούνται. Το κοίταξα, όμως, και διαπίστωσα ότι υπάρχει. Ο Μπαμπινιώτης λέει για την υποτύπωση:
η παραστατική απεικόνιση με τον λόγο (καταστάσεων, πραγμάτων κ.λπ.).
Αλλά δεν έχει τόσο σημασία ο ορισμός της λέξης όσο το τι λέει ο Ουμπέρτο Έκο για την περιγραφή στη λογοτεχνία. Η υποτύπωση, στη λογοτεχνία, είναι όταν γράφεις ακριβώς τις λέξεις που χρειάζονται ώστε να δώσεις τροφή στη φαντασία του αναγνώστη να απεικονίσει μέσα στο μυαλό του εκείνο που θέλεις. Κι αυτό είναι, πιστεύω, από τα σημαντικότερα πράγματα.
Η υποτύπωση, νομίζω, είναι επιτυχής όταν η περιγραφή επικεντρώνεται σε ορισμένα χαρακτηριστικά που προσφέρουν ένα συγκεκριμένο
ιδίωμα στο υπό περιγραφή αντικείμενο, πρόσωπο, ή κατάσταση, με ακριβώς τις λέξεις που χρειάζεται. Αντιθέτως, η υποτύπωση είναι ανεπιτυχής όταν, μέσα από μια πληθώρα λέξεων, δεν δημιουργείται καμία ξεκάθαρη εικόνα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την ακόλουθη περιγραφή:
Το κάστρο στεκόταν μοναχικό επάνω στον λόφο, οικοδομημένο από μαύρη πέτρα, κι έχοντας τρεις μεγάλους στρογγυλούς πύργους.
Μας δίνει τα κλειδιά για να φανταστούμε αυτό το κάστρο. Τα υπόλοιπα θα τα προσθέσει η φαντασία μας.
Ένα άλλο κάστρο θα μπορούσε να είναι τελείως διαφορετικό:
Το κάστρο με τα ψηλά τείχη είχε έναν πελώριο, τετράγωνο πύργο στο κέντρο, και στην κορυφή του πύργου αυτού κυμάτιζε μια πορφυρή σημαία μένα χρυσό λιοντάρι επάνω.
Ένα τελείως διαφορετικό κάστρο, σίγουρα. Πού είναι, όμως, αυτό κάστρο; Το πρώτο ήταν επάνω σέναν λόφο, μοναχικό. Αυτό πού είναι; Είναι κι αυτό σε λόφο; Είναι σε πεδιάδα; Πού βρίσκεται; Η απάντηση είναι:
δεν έχει σημασία. Για να μην αναφέρεται στην περιγραφή, δεν έχει σημασία. Ο αναγνώστης μπορεί να φανταστεί ό,τι θέλει. Η τοποθεσία αυτού του κάστρου δεν αποτελεί μέρος του ιδιώματος της περιγραφής του.
Επίσης, το προηγούμενο κάστρο (αυτό που ξέρουμε ότι είναι πάνω σε λόφο) δεν έχει σημαία στα τείχη του; Παράξενο, για κάστρο. Λογικά, επάνω σε κάποιο σημείο,
έχει σημαία, αλλά η σημαία του δεν αποτελεί μέρος του ιδιώματος της περιγραφής του. Δεν είναι σημαντικό ούτε πού βρίσκεται η σημαία του ούτε τι ακριβώς είναι. Ίσως επειδή δεν πρόκειται για κάτι που, με την πρώτη ματιά, θα εντυπωσίαζε, όπως στο δεύτερο κάστρο.
Αυτό ακριβώς είναι η υποτύπωση και γενικά η επιτυχής περιγραφή, κατά τη γνώμη μου. Δίνεις τα απαραίτητα χαρακτηριστικά και τα υπόλοιπα αφήνονται στη φαντασία του αναγνώστη. Εκείνο που κάνει ο συγγραφέας είναι, απλά, να
κατευθύνει τη φαντασία. Είναι σαν να δίνει τις απαραίτητες οδηγίες ώστε να παίξεις μια ταινία μέσα στο μυαλό σου. Δεν θα παίξουν όλοι οι σκηνοθέτες/αναγνώστες ακριβώς την ίδια ταινία· θα έχει διαφορές σε πολλά πράγματα. Αλλά όχι στα
βασικά. Ούτε καν στις βασικές λεπτομέρειες.
Ας δούμε μια άλλη περιγραφή.
Το μηχάνημα έφτανε σχεδόν ώς το ταβάνι του δωματίου, έχοντας ύψος δύο μέτρα και πενήντα εκατοστά. Κοντά στην κορυφή του υπήρχε ένα βαθούλωμα, που στην επάνω μεριά διέγραφε καμπύλη, ενώ οι πλευρές του και η βάση του ήταν ευθείες γραμμές. Από τη μια άκρη ώς την άλλη, το βαθούλωμα αυτό καταλάμβανε τα τρία τέταρτα του πλάτους της κορυφής του μηχανήματος, και το εσωτερικό του ήταν επικαλυμμένο με κόκκινο ύφασμα, ενώ κρύσταλλο το σκέπαζε. Πίσω από το κρύσταλλο τρεις μικρές σφαίρες έκαναν συμμετρικές ταλαντώσεις, η μία φτάνοντας ώς τις άνω γωνίες του ανοίγματος, η δεύτερη ώς τα δύο τρίτα της ίδιας απόστασης, και η τρίτη ίσα που κινείτο, μη φτάνοντας μακρύτερα από το ένα έκτο αυτής της απόστασης.
Κάτω από το βαθούλωμα, το μηχάνημα είχε τρία φωτάκια, το ένα δίπλα στο άλλο, κατά οριζόντια σειρά, τα οποία ήταν στρογγυλά και είχαν διάμετρο πέντε εκατοστά το καθένα, ενώ ραβδοειδή εξογκώματα τα χώριζαν, μάλλον για λόγους καλαισθησίας. Τα φωτάκια άναβαν και έσβηναν σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Από τη μέση και κάτω το μηχάνημα είχε τρεις λεβιέδες, τοποθετημένους οριζόντια, ο ένας πλάι μετά τον άλλο. Ο αριστερός ήταν ο πιο μεγάλος, και στην κορυφή είχε μια μαύρη σφαίρα ως λαβή. Το στέλεχός του ήταν παλιό και σκουριά ξεφλούδιζε επάνω του. Ο λεβιές στα δεξιά του ήταν ο πιο κοντός, κι αν παλιότερα είχε κάποια σφαιρική λαβή, τώρα είχε σπάσει. Ο τελευταίος λεβιές ήταν πιο μεγάλος από τον μεσαίο, αλλά δεν έφτανε στο ύψος τον αριστερό· ήταν κάπου τρία, τέσσερα εκατοστά πιο κοντός. Είχε μια σφαιρική λαβή στην κορυφή του, κόκκινου χρώματος, και το στέλεχός του δεν ήταν σκουριασμένο, αλλά γυάλιζε.
Θα μπορούσα να συνεχίσω να περιγράφω αυτό το μηχάνημα, γιατί δεν έχω ακόμα τελειώσει. Δεν έχω γράψει όλα όσα έχω φανταστεί για αυτό. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας περιγραφής, όμως, περισσότερο μπερδεύει και μας δυσκολεύει να φτιάξουμε μια νοητική εικόνα στο νου μας παρά μας διευκολύνει. Και θα μπορούσα, μάλιστα, να πω ότι το άνωθεν παράδειγμα είναι καλύτερο από άλλες περιγραφές που έχει τύχει να διαβάσω, οι οποίες απορείς αν βρίσκονται εκεί εσκεμμένα για να
μην μπορείς να φανταστείς τι περιγράφουν! Ο Ουμπέρτο Έκο έχει ένα, πραγματικά, τελείως ακραίο παράδειγμα τέτοιας περιγραφής στο
Περί Λογοτεχνίας (βλ. σελ. 189 της αγγλικής έκδοσης, On Literature). Δεν καταλαβαίνεις
τίποτα, εκτός αν καθίσει να ζωγραφίσεις, ή να φανταστείς με μεγάλη αυτοσυγκέντρωση, αυτό που ο συγγραφέας προσπαθεί να περιγράψει.
Ο σκοπός, όμως, της καλής λογοτεχνίας είναι, νομίζω, να καταλαβαίνεις τι περιγράφεται χωρίς να χρειάζεται να σπας το κεφάλι σου. Δεν είναι γρίφος, εξάλλου· λογοτεχνία είναι. Εκτός αν μιλάμε για τις περιπτώσεις όπου, εσκεμμένα, η λογοτεχνία είναι γραμμένη ως γρίφος, για καλλιτεχνικούς λόγους. Αλλά τότε τα κριτήρια είναι εντελώς διαφορετικά, βέβαια.
Επομένως, για να είναι επιτυχής η υποτύπωση, πρέπει να δώσεις στον αναγνώστη τους οδοδείκτες που θα οδηγήσουν τη φαντασία του στο σωστό μέρος. Δεν έχει σημασία αν περιγράφεις
ακριβώς αυτό που έχεις στο μυαλό σου. Η λογοτεχνική περιγραφή δεν είναι φωτογραφία, ούτε πίνακας ζωγραφικής. Προσπαθεί να δώσει μια
αίσθηση που, μέσω της φαντασίας του αναγνώστη, θα δημιουργήσει μια εικόνα. Δεν είναι από μόνη της εικόνα· δεν
μπορεί να είναι. Είναι αδύνατο.
Όταν λες «άλογο», ο καθένας μπορεί να φανταστεί χιλιάδες, εκατομμύρια άλογα. Είναι ένα άλογο, λες στον αναγνώστη· φαντάσου το όπως θέλεις! Ή, μπορείς να του πεις: Είναι ένα καφετί άλογο με μαύρη χαίτη· τα υπόλοιπα τα μάτια, την ουρά, τις οπλές του φαντάσου τα όπως θέλεις! Ο συγγραφέας κατευθύνει τη φαντασία με την υποτύπωση· δεν τραβά φωτογραφίες από τη δική του φαντασία.
Οι φορές που έχω διαβάσει κάποιος συγγραφέας να προσπαθεί να περιγράψει ένα ανθρώπινο πρόσωπο δεν είναι λίγες, αλλά είναι, συνήθως, ανεπιτυχής. Ορισμένες, δε, πλησιάζουν το κωμικοτραγικό. Δεν μπορείς να περιγράψεις ακριβώς ένα ανθρώπινο πρόσωπο. Δεν γίνεται. Ούτε ένα ανθρώπινο σώμα μπορείς να το περιγράψεις ακριβώς. Πρέπει απλώς να δώσεις τα κλειδιά που θα μας φέρουν στο μυαλό την
εντύπωση που θέλεις (κι ακόμα κι αυτό είναι υποκειμενική υπόθεση δεν είναι βέβαιο ότι θα δώσουν σε όλους τους αναγνώστες την ίδια εντύπωση).
Η Αρχόντισσα του Μαύρου Κάστρου ήταν ψηλή, και είχε δέρμα χλωμό, σχεδόν διάφανο. Τα κατάμαυρα μαλλιά της έπεφταν σαν καταρράκτης ώς τη μέση της. Τα μάτια της ήταν στενά με λεπτά φρύδια. Είχε μια παλιά ουλή στο σαγόνι του στρογγυλού προσώπου της. Ο ψυχρός άνεμος έκανε τα φαρδιά ρούχα της να κυματίζουν, καθώς βγήκε να μας υποδεχτεί περνώντας ανάμεσα από τους πάνοπλους πολεμιστές της.
Στο παραπάνω παράδειγμα έχουμε το περιγραφικό ιδίωμα της Αρχόντισσας του Μαύρου Κάστρου: τα βασικά στοιχεία του παρουσιαστικού της· τα υπόλοιπα μπορεί να τα συμπληρώσει η φαντασία.
Εκείνο που έχω καταλήξει είναι ότι τα πάντα μέσα σε μια λογοτεχνική ιστορία πρέπει να έχουν κάποιο, στοιχειώδες έστω, περιγραφικό ιδίωμα. Κάτι που να τα χαρακτηρίζει. Έτσι ξεπηδούν καλύτερα και ζωντανεύουν, όχι μόνο στη φαντασία του αναγνώστη αλλά και του συγγραφέα. Γράφεις πιο καλά όταν τα πάντα έχουν κάποιο συγκεκριμένο στίγμα. Τουλάχιστον, όλα όσα παίζουν κάποιον ακόμα και δευτερεύοντα ρόλο σε μια ιστορία. Δύο τέτοια στοιχεία επαρκούν για τα πιο απλά πράγματα.
Ο ίππαρχος, αντί να είναι απλώς ένας άντρας, μπορεί να είναι ένας γεροδεμένος άντρας με καλύπτρα στο αριστερό μάτι, ή μπορεί να είναι ένας ψηλός άντρας με κατάξανθα, αστραφτερά μαλλιά. Αυτά τα δύο δεν δημιουργούν δύο διαφορετικές εικόνες; Κι όμως, στην πραγματικότητα, θα μπορούσαν να ήταν μέρη της περιγραφής του
ίδιου άντρα. Ένας άντρας θα μπορούσε να ήταν ψηλός, γεροδεμένος, με κατάξανθα αστραφτερά μαλλιά και καλύπτρα στο αριστερό μάτι. Αλλά το γεγονός ότι επιλέγουμε να τονίσουμε αυτά που επιλέγουμε να τονίσουμε σε καθεμία από τις δύο περιγραφές σημαίνει ότι αυτά και μόνο τα στοιχεία έχουν σημασία. Αν ο κατάξανθος άντρας είχε και καλύπτρα στο αριστερό μάτι, θα το λέγαμε· θα ήταν αρκετά σημαντικό, λογικά.
Και στις δύο περιπτώσεις, έχουμε δύο περιγραφικά στοιχεία. Στην πρώτη περίπτωση: (α) γεροδεμένος· (β) με καλύπτρα στο αριστερό μάτι. Στη δεύτερη: (α) ψηλός· (β) με κατάξανθα, αστραφτερά μαλλιά.
Δύο στοιχεία είναι πάντοτε αρκετά για να δώσουν μια ζωηρή εντύπωση ενός όχι και τόσο σημαντικού αντικειμένου, προσώπου, η κατάστασης σε μια λογοτεχνική ιστορία (όπως υποθέτουμε πως είναι, στην προκειμένη περίπτωση, ο ίππαρχος). Δεν είναι υποχρεωτικό να αναφέρουμε δύο περιγραφικά στοιχεία· μπορεί να αναφέρουμε δέκα, αν πιστεύουμε πως έτσι πρέπει· ή μπορεί να μην αναφέρουμε κανένα (μπορεί ο ίππαρχος να είναι μόνο
ο ίππαρχος, τέλος) και ναφήσουμε τα πάντα στη φαντασία του αναγνώστη. Είναι καθαρά θέμα επιλογής και αισθητικής. Απλά, νομίζω πως τα δύο περιγραφικά στοιχεία αποτελούν μέτρο, γιατί προσθέτουν ένα
ιδίωμα χωρίς να φορτώνουν την περιγραφή.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)