Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Περί Γραφής: Κλειστό Τέλος και Ανοιχτό Τέλος Μια νησίδα λογικής σε μια ατέρμονη θάλασσα χωροχρονικού χάους
Σε κάθε μορφή αφήγησης υπάρχουν δύο ειδών τέλη: το κλειστό τέλος και το ανοιχτό τέλος. Πρόκειται για δύο
ακραίες μορφές, επειδή, στην πραγματικότητα, κανένα τέλος δεν είναι αληθινά κλειστό, ενώ πολύ σπάνια κάποιο τέλος είναι αληθινά ανοιχτό. Αρχετυπικά, όμως, μπορείς να πεις ότι υπάρχει το Κλειστό Τέλος και το Ανοιχτό Τέλος.
Κλειστό Τέλος είναι όταν η ιστορία τελειώνει χωρίς να υπάρχει καμία υπόνοια για πιθανή συνέχεια. Κλειστό Τέλος είναι όταν όλα τα μυστήρια λύνονται, όλες οι πλοκές περατώνονται, και μπορούμε τώρα να αφήσουμε πίσω μας τον κόσμο της αφήγησης. Κλειστό Τέλος είναι το «Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα».
Ανοιχτό Τέλος είναι όταν η ιστορία σταματά απότομα και αφήνει εμάς να φανταστούμε τα υπόλοιπα. Ανοιχτό Τέλος είναι όταν πολλά μυστήρια μένουν ανεξήγητα, όταν πολλές πλοκές αφήνονται μετέωρες. Ανοιχτό Τέλος είναι το «Και τότε άρχισαν να περιπλανιούνται στο σκοτεινό δάσος αναζητώντας απεγνωσμένα την επιστροφή στην πατρίδα τους...» (Ομολογουμένως μια πρόταση δικής μου επινόησης, καθόλου όπως το «Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα».)
Γενικά, οι περισσότερες ιστορίες έχουν την τάση να ρέπουν προς το κλειστό τέλος (γιαυτό κιόλας δεν υπάρχει το αντίστοιχο του «Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα» αλλά για ανοιχτό τέλος). Δεν είναι τυχαίο, νομίζω. Διότι ο άνθρωπος μέσα από την αφήγηση προσπαθεί να βάλει σε μια τάξη τον κόσμο. Το σύμπαν είναι, κατά βάση, ένα χαοτικό μπάχαλο. Οι ιστορίες εκεί δεν έχουν τέλος· και ούτε καν αρχή δεν έχουν. Αν το σκεφτείς, διαπιστώνεις ότι έχουν αρχίσει πολύ προτού νομίζεις ότι άρχισαν· κι όταν το ξανασκεφτείς, διαπιστώνεις ότι ίσως να έχουν αρχίσει ακόμα πιο πριν... Στην αφηγηματική τέχνη προσπαθούμε να βάλουμε μια κάποια τάξη στο χάος, και να δώσουμε τέλος (και αρχή) στις ιστορίες. Γιαυτό κιόλας «αυτοί έζησαν καλά κι εμείς καλύτερα» κανείς δεν θέλει να μάθει τι γίνεται
μετά τον γάμο του πρίγκιπα και της πριγκίπισσας, γιατί είναι συνήθως μια πολύ άσχημη ιστορία.
Ένα παράδειγμα κλειστού τέλους (από τα χιλιάδες εκατομμύρια που υπάρχουν) είναι το τέλος του
Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Όλες οι ιστορίες τελειώνουν, όλοι οι ήρωες τώρα μπορούν να ξεκουραστούν, και ο κόσμος, η Μέση Γη, έχει έρθει σε μια σχετική τάξη: το Κακό έχει ηττηθεί, το Καλό φαίνεται να έχει θριαμβεύσει. Τέλος. Κλειστό τέλος. Μαζεύεις τη Μέση Γη και τη βάζεις μέσα σε μια γυάλα.
Ένα παράδειγμα ανοιχτού τέλους, τώρα
Εδώ είναι τα δύσκολα. Σκέφτομαι ώρα να βρω ένα πραγματικά ανοιχτό τέλος, και δυσκολεύομαι πάρα, πάρα πολύ. Είναι, βλέπετε, αυτή η τάση του ανθρώπου να θέλει να φτιάχνει ιστορίες που ρέπουν προς το αρχετυπικό Κλειστό Τέλος... Τελικά, κατάφερα να βρω ένα ανοιχτό τέλος. Δεν ξέρω αν θα έχετε διαβάσει το βιβλίο. Ούτε εγώ το έχω διαβάσει. Ένα γνωστό μου πρόσωπο το έχει διαβάσει, και τώρα θυμήθηκα που μου έλεγε γιαυτό παλιότερα, οπότε ανέτρεξα και το βρήκα. Είναι
Η Αίθουσα του Θρόνου ένα μυθιστόρημα του
Τάσου
Αθανασιάδη. Στο τέλος αυτής της ιστορίας, η ηρωίδα (αν δεν κάνω λάθος) παθαίνει αυτοκινητιστικό δυστύχημα και την πηγαίνουν στο νοσοκομείο. Και εκεί η ιστορία τελειώνει. Δεν ξέρεις καν αν η ηρωίδα επέζησε. Τέλος. Ανοιχτό τέλος. Φαντάσου εσύ τη συνέχεια.
(Παρεμπιπτόντως, αν ξέρετε εσείς κάποιο άλλο ανοιχτό τέλος σε βιβλίο θα ήθελα πολύ να μάθω ποιο είναι το βιβλίο αυτό. Μη διστάσετε να μου στείλετε email και να μου το πείτε, στο kostasvoulazeris @ yahoo . gr. Μπορεί, μάλιστα, να το προσθέσω αργότερα σε αυτό το άρθρο ως υποσημείωση.)
Ασφαλώς, κανένα τέλος δεν είναι αληθινά κλειστό, όπως είπα και στην αρχή, ενώ ελάχιστα τέλη είναι αληθινά ανοιχτά. Μπορούμε συνήθως να φανταστούμε τι συμβαίνει μετά από το «κλειστό» τέλος μιας ιστορίας, δεν μπορούμε; Ακόμα και στη Μέση Γη, άλλωστε, κάτι πρέπει να γίνεται μετά την ήττα του Σόρον στον
Άρχοντα των Δαχτυλιδιών· δεν μπορεί τα πάντα βρίσκονται σε μια χρονική στάση. Το ίδιο ισχύει και για πάρα πολλές άλλες ιστορίες.
Το όλο θέμα, επομένως, είναι κατά πόσο το τέλος μιας ιστορίας γέρνει προς τη μεριά του Κλειστού Τέλους ή του Ανοιχτού Τέλους. Όσο πιο πολύ τα πάντα εξηγούνται και όλες οι πλοκές περατώνονται, τόσο πιο πολύ κλειστό τέλος έχουμε. Όσο πιο πολλά ερωτηματικά μένουν, όσο πιο πολλές υπόνοιας για συνέχεια υπάρχουν, τόσο πιο ανοιχτό τέλος έχουμε.
Και βέβαια ανοιχτό τέλος δεν είναι το τέλος του πρώτου βιβλίου μιας τριλογίας, για παράδειγμα. Δεν είναι εκείνο το τέλος που ξέρουμε πως έπεται συνέχεια σε κάποιο άλλο βιβλίο. Είναι εκείνο τέλος που ξέρουμε ότι
δεν έπεται συνέχεια σε κάποιο άλλο βιβλίο αλλά, παρ όλ αυτά, είναι ανοιχτό. Τα βιβλία του
A Game of Thrones, για παράδειγμα, δεν έχουν ανοιχτά τέλη, γιατί πάντα ακολουθεί και επόμενο βιβλίο. Θα δούμε αν το τέλος είναι ανοιχτό μόνο όταν ο Martin τελειώσει
ολόκληρη τη σειρά. Το Dune, αντιθέτως, μπορείς να πεις ότι ρέπει προς ανοιχτό τέλος γιατί, παρότι ακολουθούν συνέχειες ύστερα από το πρώτο βιβλίο, αυτές δεν είναι άμεσες συνέχειες. Δεν είναι η ίδια ιστορία· είναι άλλες ιστορίες. Και φυσικά λέω ότι
ρέπει προς ανοιχτό τέλος, γιατί το τέλος του δεν είναι πραγματικά ανοιχτό· οι περισσότερες πλοκές έχουν κλείσει.
Κι αυτό είναι που συμβαίνει πιο συχνά: μια ιστορία ρέπει προς Κλειστό Τέλος ή Ανοιχτό Τέλος, ή βρίσκεται κάπου στη μέση αυτών των δύο άκρων.
Όταν γράφεις, μπορείς να αποφασίσεις τι θέλεις να κάνεις. Πόσο θέλεις η ιστορία σου να ρέπει προς Κλειστό Τέλος ή Ανοιχτό Τέλος. Το Κλειστό Τέλος δεν πρόκειται ποτέ να το πετύχεις· είναι ανέφικτο όνειρο: πάντα μπορούμε να φανταστούμε κάποιες πιθανές συνέχειες εκτός αν στην ιστορία σου όλο το σύμπαν καταστρέφεται χωρίς καμια πιθανότητα να αναγεννηθεί. Το Ανοιχτό Τέλος μπορεί να είναι εντυπωσιακό, αλλά συνήθως στην ακραία του μορφή μοιάζει ανόητο, ανούσιο, ή φιγουρατζίδικο.
Το καλύτερο είναι ναφήσεις την ίδια την ιστορία σου να σε οδηγήσει. Γράψε την ιστορία που θα ήθελες να διαβάσεις. Καθώς γράφεις θα ανακαλύψεις τι είδους τέλος χρειάζεται να δώσεις. Μπορεί να γέρνει περισσότερο προς τη μεριά του κλειστού, μπορεί περισσότερο προς τη μεριά του ανοιχτού. Δεν έχει σημασία, αρκεί να ταιριάζει. Μη σκέφτεσαι ποιες μπορεί να είναι οι αντιδράσεις των αναγνωστών και κομπλάρεις· αυτές ποτέ δεν μπορείς να τις προβλέψεις, και ο καθένας, εξάλλου, έχει τα δικά του γούστα. Ακολούθησε την ιστορία όπως έρχεται. Αυτή νομίζω πως είναι η μόνη λογική, μη καθοδηγούμενη από εμπορικά συμφέροντα συμβουλή που μπορεί να σου δώσει κάποιος. Αν βέβαια σκέφτεσαι το τάλιρο, τότε νομίζω ότι συνήθως στον κόσμο αρέσει περισσότερο το κλειστό τέλος, πράγμα που θεωρώ ότι προέρχεται από την ανάγκη μας να βάζουμε μια τάξη στο παράλογο χάος της πραγματικότητας που βιώνουμε. Γιαυτό κιόλας, γενικά, οι ιστορίες με κλειστά τέλη είναι που έχουν και τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία. (Ή ίσως αυτές να θέλουν να μας πλασάρουν.)
Προσωπικά, έχω ανακαλύψει ότι εγώ γράφω τέλη που, αν και δίνουν
σίγουρα μια βασική ολοκλήρωση στην ιστορία, αφήνουν και πολλά στη φαντασία του
αναγνώστη για πιθανή συνέχεια. Ενώ η ιστορία τελειώνει, ο κόσμος που περιβάλλει
τους χαρακτήρες μοιάζει ζωντανός, μοιάζει να συνεχίζει να υπάρχει, και οι ίδιοι
οι χαρακτήρες μοιάζει να συνεχίζουν τις ζωές τους πέρα από τα πλαίσια της
ιστορίας. Είναι σαν, κάποια στιγμή, ένας συμπαντικός μπανιστιρτζής να έφερε το
μεγεθυντικό του φακό κοντά στο χωροχρονικό σημείο που αφορά εκείνους τους
χαρακτήρες, και μετά, αφού είδε τι έγινε με κάποια γεγονότα στη ζωή τους, ο
συμπαντικός μπανιστιρτζής έφυγε (πηγαίνοντας σε άλλη κλειδαρότρυπα, πιθανώς).
Αυτό το είδος κάποιοι το ονομάζουν και slice of
life αν και δεν θα έλεγα πως γράφω ακριβώς αυτό το πράγμα, φυσικά.
Νομίζω πως είναι τελείως προσωπική υπόθεση το πώς τελειώνει ο καθένας τις ιστορίες του. Πρέπει απλά να βρεις τι σου ταιριάζει. Και, πολλές φορές, διαφορετικού είδους ιστορίες απαιτούν διαφορετικού είδους τέλος. Γενικά, όμως, μου αρέσει οι ιστορίες να μου αφήνουν εκείνη την αίσθηση ότι ο κόσμος και οι χαρακτήρες συνεχίζουν να υπάρχουν
ακόμα και μετά την αφήγηση. Παρότι δεν μπορώ να πω ότι δεν μου αρέσει και κάτι σαν τον
Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, δεν είναι εκείνο που προτιμώ. Δεν θέλω ο κόσμος και οι χαρακτήρες να τελειώνουν και ύστερα να τους βάζεις σένα κουτί και να τους κλείνεις. Ακόμα και η
αρχή μιας ιστορίας μού αρέσει ει δυνατόν να μην είναι κλειστή δηλαδή, να μη σου δίνει την αίσθηση ότι από εδώ ξεκινάνε τα πάντα αλλά ότι είναι απλά ένα σημείο μέσα στη ζωή τον χαρακτήρων: ένα σημείο από το οποίο ξεκινά κάτι το ενδιαφέρον.
Για παράδειγμα, στον Διαιρεμένο Θεό ακολουθώ ακριβώς αυτή τη λογική της ανοιχτής αρχής. Σίγουρα στην πρώτη σελίδα ξεκινά μια ιστορία, αλλά πιο πριν κάτι άλλο είναι φανερό ότι συνέβαινε.
Η νοοτροπία ροπής προς το ανοιχτό τέλος (και προς την ανοιχτή αρχή, ίσως) νομίζω ότι πλησιάζει να προσομοιώνει το χαοτικό σύμπαν που βιώνουμε το οποίο δεν βγάζει κανένα νόημα ενώ συγχρόνως περιορίζει την ιστορία σε ένα πλαίσιο που
βγάζει νόημα. Μια νησίδα λογικής σε μια ατέρμονη θάλασσα χωροχρονικού χάους.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί ΓραφήςΑν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)