Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Είναι η Ελληνική Γλώσσα Σεξιστική και Ρατσιστική; Μια γρήγορη εξερεύνηση στο γένος (βιολογικό και γραμματικό) και στις κοινωνικές νοοτροπίες
Έτυχε να διαβάσω ένα κείμενο που λέει ότι η ελληνική γλώσσα μπορεί να θεωρηθεί σεξιστική, ή ακόμα και ρατσιστική. Η αρχική μου αντίδραση σε κάτι τέτοιο ήταν αρνητική, γιατί πιστεύω πως η οποιαδήποτε γλώσσα δεν είναι παρά ένα εργαλείο· το πώς θα το χρησιμοποιήσεις εξαρτάται καθαρά από εσένα. Μετά, κάθισα να σκεφτώ λίγο τα όσα έγραφε ο συγγραφέας του κειμένου, και δεν νομίζω ότι η γνώμη μου άλλαξε αν μη τι άλλο, ισχυροποιήθηκε αλλά έφτασα σε κάποια συμπεράσματα σχετικά με το θέμα. Ένα θέμα το οποίο, για να είμαι ειλικρινής, δεν είχα ξανασκεφτεί σε τόση έκταση.
Κατά πρώτον, θεωρώ ότι χρειάζεται να διαχωρίσουμε δύο πράγματα: τη γλώσσα ως αντικειμενικό εργαλείο, και τη γλώσσα όπως χρησιμοποιείται μέσα σε μια κοινωνία ή κουλτούρα.
Ρίχνοντας μια ματιά στο παρελθόν, βλέπεις ότι ομολογουμένως υπήρχε κάποιος σεξισμός στην Αρχαία Ελλάδα. Η θέση της γυναίκας, σίγουρα, δεν ήταν ίδια με τη θέση του άντρα, και αρκετοί φιλόσοφοι εκείνης της εποχής είχαν αναρωτηθεί, μάλιστα, αν η γυναίκα πρέπει να κατατάσσεται ανάμεσα στους ανθρώπους ή στα ζώα, ή αν η γυναίκα πρέπει να θεωρείται αντικείμενο ή όχι. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα αυτά είναι όντως σεξιστικά. Αλλά οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας τα δεδομένα εκείνης της περιόδου για να καταλάβουμε τις νοοτροπίες της αρχαιοελληνικής κοινωνίας. Γύρω τους, όλοι οι λαοί είχαν παρόμοια αντιμετώπιση προς τις γυναίκες, αν όχι χειρότερη.
Μάλλον χειρότερη. Πώς είναι δυνατόν να περιμένουμε οι Αρχαίοι Έλληνες να είχαν ακραία διαφορετικές απόψεις; Οι απόψεις τους
ήταν διαφορετικές για παράδειγμα, είχαν δημοκρατία στην Αθήνα αλλά όχι
τόσο διαφορετικές ώστε να φτάνουν και σε βασικά θέματα της κοινωνίας όπως ο ρόλος των δύο φύλων.
Δεν τα γράφω αυτά προσπαθώντας να ωραιοποιήσω μια σεξιστική συμπεριφορά. Είναι απλώς δεδομένα μιας πολύ παλιάς εποχής χιλιάδες χρόνια μακριά από τη δική μας.
Όλα τούτα, ωστόσο, είναι θέματα κουλτούρας, κοινωνικές νοοτροπίες. Δεν έχουν να κάνουν με την ίδια την ελληνική γλώσσα. Επειδή κάποιος αρχαίος φιλόσοφος έγραψε σαυτή τη γλώσσα ότι οι γυναίκες ίσως να είναι ζώα, δεν πάει να πει ότι η γλώσσα είναι σεξιστική. Πάει να πει ότι ο φιλόσοφος είναι, για το δικό μας σύγχρονο βλέμμα, σεξιστής.
Κι αυτό είναι κάτι πολύ βασικό που δεν πρέπει να το συγχέουμε. Άλλο το εργαλείο, άλλο το πώς ο καθένας χρησιμοποιεί το εργαλείο.
Μετά, μπορείς, βέβαια, να παρατηρήσεις ότι υπάρχουν κάποιες ελληνικές φράσεις που είναι σεξιστικές ή ακόμα και ρατσιστικές. Για παράδειγμα,
Πυρ, γυνή, και θάλασσα! ή Έγινε Τούρκος από τον θυμό του· ή
Καπνίζει σαν αράπης! Αυτά είναι, αναμφίβολα, προσβλητικά για κάποιες κοινωνικές ομάδες ή λαούς. Όμως, και πάλι, δεν έχουν να κάνουν με την ίδια τη γλώσσα αλλά με τη
χρήση της γλώσσας. Επιπλέον, υπάρχει και η ρήση Άντρα γουρούνι γάιδαρε, ποιον να πρωτοξεχάσω;
αν και δεν είναι τόσο γνωστή όσο το Πυρ, γυνή, και θάλασσα και παρόμοιες μισογύνικες εκφράσεις. Ωστόσο, είναι ένα παράδειγμα ότι η ελληνική γλώσσα έχει ρητά που είναι προσβλητικά και για τους άντρες, όχι μόνο για τις γυναίκες.
Αλλά, ξανατονίζω, όλα αυτά είναι θέματα κουλτούρας. Είναι δικές μας, κοινωνικές ανοησίες. Δεν είναι προβλήματα του εργαλείου που ονομάζεται
ελληνική γλώσσα.
Ένα άλλο βασικό θέμα είναι τα αρσενικά και τα θηλυκά μέσα στην ίδια τη γλώσσα. Και εδώ πάλι πρέπει να γίνει ένας βασικός διαχωρισμός που πολλοί φαίνεται να ξεχνούν ή να παραβλέπουν: Άλλο το βιολογικό φύλο, άλλο το γένος που είναι η διάκριση των λέξεων σε αρσενικές, θηλυκές, και ουδέτερες.
Η λέξη άνθρωπος, για παράδειγμα, μπορεί να είναι αρσενικού γένους αλλά δεν αναφέρεται μόνο σε άτομο που είναι, βιολογικά, αρσενικού φύλου. Πολλές φορές, βέβαια, όταν λέμε, για παράδειγμα,
Είδα τρεις ανθρώπους να έρχονται, εννοούμε Είδα τρεις άντρες να έρχονται. Αλλά αυτό είναι ένα λάθος που δεν το κάνουν όλοι και πάλι είναι κοινωνικό θέμα, θέμα νοοτροπίας. Αρκετοί, αντιθέτως, όταν αναφέρονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα, θα πουν
άντρας ή γυναίκα· δεν θα πουν άνθρωπος ενώ εννοούν άντρας. Όταν μιλάμε για τον
άνθρωπο, μιλάμε συνήθως για τον άνθρωπο ως είδος, που περιλαμβάνει και άντρες και γυναίκες.
Η λέξη άνθρωπος είναι ίσως η πιο παρεξηγημένη στην ελληνική γλώσσα, όταν ασχολούμαστε με θέματα σεξισμού. Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλες, που όμως δεν θεωρώ σωστό να αναφέρονται ως παραδείγματα.
Μπορείς να πεις ότι αρσενικές είναι οι λέξεις που έχουν να κάνουν με δύναμη, κύρος, και αγριότητα. Ο
πόλεμος, ας πούμε, είναι μια αρσενική λέξη μια αντρική λέξη και είναι κάτι το άγριο, σωστά; Αλλά και η
καταστροφή είναι μια εξίσου άγρια λέξη, όμως είναι θηλυκή. Η δικαιοσύνη είναι, επίσης, θηλυκή λέξη: μια λέξη καλή και θετική, με αναμφισβήτητο κύρος. Η λέρα είναι θηλυκή αλλά άσχημη λέξη. Ο μόχθος είναι αρσενική λέξη που δείχνει κούραση κάτι το άσχημο, το ανεπιθύμητο. Μπορείς να ψάχνεις έτσι για πάντα. Δεν βγάζεις κανένα συμπέρασμα. Όσο πιο πολύ το σκέφτεσαι τόσο πιο τυχαίο σού φαίνεται το γιατί κάποιες λέξεις είναι αρσενικές, θηλυκές, ή ουδέτερες.
Επίσης, ορισμένα ζώα είναι αρσενικά, ορισμένα είναι θηλυκά, και ορισμένα ουδέτερα ως λέξεις. Είναι τα πιο περήφανα και δυνατά ζώα αρσενικά, ενώ τα πιο αδύναμα και ύπουλα θηλυκά; Δεν το νομίζω. Όχι σε όλες τις περιπτώσεις. Ο λέων είναι αρσενική λέξη ένα περήφανο και δυνατό ζώα αλλά και η λέαινα έχει τις ίδιες ιδιότητες· και γενικά λέμε
το λιοντάρι, ούτως ή άλλως, που είναι ουδέτερο. Το ίδιο ισχύει και για τον σκύλο. Το να αποκαλέσεις κάποια γυναίκα
σκύλα είναι βρισιά, όντως· όμως κι έναν άντρα αν τον πεις σκυλί ή
βρομόσκυλο, πάλι βρισιά είναι. Ο ελέφαντας είναι αρσενικός· πάει να πει κάτι αυτό; Η γάτα είναι, συνήθως, θηλυκή ως είδος. Είναι προσβλητικό αυτό για τις γυναίκες; Λατρεύω τις γάτες. Τι το κακό έχουν; Ο σκαντζόχοιρος είναι αρσενικός· είναι πιο ωραίο ζώο από τη γάτα; Ο ασβός είναι επίσης αρσενικός...
Ας δούμε και μερικά αντικείμενα... Κανονικά, όλα τα αντικείμενα θα έπρεπε να ήταν ουδέτερα, αφού δεν έχουν βιολογικό φύλο. Αλλά δεν είναι όλα ουδέτερα· κάποια είναι και αρσενικά ή θηλυκά. Υπάρχει λόγος που η καρέκλα είναι θηλυκή; Ή η πόρτα; Τι το (βιολογικά) θηλυκό έχουν; Τίποτα απολύτως. Ο μπουφές γιατί να είναι αρσενικός; Ο υπολογιστής γιατί να είναι αρσενικός; Η γραφομηχανή γιατί να είναι θηλυκή; Η μοτοσικλέτα; Και το αεροπλάνο, το ελικόπτερο, το μπαλόνι, το τραπέζι γιατί να είναι ουδέτερα;
Γιατί το πιο κρίσιμο ερώτημα όλων ο καθρέφτης να είναι αρσενικός, βρε αδελφέ; Οι γυναίκες δεν υποτίθεται ότι κοιτιούνται περισσότερο στον καθρέφτη;
Όσο πιο πολύ το σκέφτεσαι τόσο πιο αστείο σού φαίνεται το πράγμα.
Γιατί κάποιες λέξεις αποφασίστηκε να είναι αρσενικές; Γιατί κάποιες άλλες αποφασίστηκε να είναι θηλυκές ή ουδέτερες;
Γιατί ο ήλιος βγαίνει από την ανατολή και κρύβεται στη δύση;
Γιατί έτσι.
Δεν υπάρχει, ουσιαστικά, καμια πολύ καλή εξήγηση για όλα αυτά. Απλά έχουμε συνηθίσει κάποιες λέξεις να τις χρησιμοποιούμε ως αρσενικές, κάποιες ως θηλυκές, και κάποιες ως ουδέτερες. Το γραμματικό γένος δεν σχετίζεται πάντα άμεσα με το βιολογικό γένος. Η καρέκλα δεν θα μείνει ποτέ έγκυος, να είστε σίγουροι. Το τραπέζι μπορεί κάποιος, αν επιμένει, να το δει ως πολύ ερωτικό, παρότι ουδέτερο. Και ο καθρέφτης δεν είναι άντρας. Όχι πάντα.
Η νοημοσύνη είναι θηλυκή. Είναι οι άντρες χαζοί;
Προφανώς, δεν έχει νόημα να ψάχνεις τη γλώσσα με τέτοιο τρόπο. Για καθετί που βρίσκεις το οποίο υποστηρίζει μια νοοτροπία, υπάρχει κάτι άλλο που την καταρρίπτει.
Ένα τελευταίο, αλλά σημαντικότερο, θέμα είναι το πώς αναφερόμαστε σε πλήθη ανάμικτου γένους. Για παράδειγμα, όταν λέμε
Όλοι μέσα στην αίθουσα παρακαλούνται να βγουν από την πίσω πόρτα, αναφερόμαστε μόνο σε άντρες; Φυσικά και όχι· αναφερόμαστε και στις γυναίκες. Θα έπρεπε να λέμε, επομένως,
Όλοι και όλες; Για ορισμένους, η απάντηση είναι ναι. Προσωπικά, δεν νομίζω ότι υπάρχει λόγος, γιατί λέγοντας
όλοι εννοούμε όλοι οι άνθρωποι, άρα και οι άντρες και οι γυναίκες. Επιπλέον, αν στα ελληνικά γράφαμε σε κάθε περίπτωση και το αρσενικό και το θηλυκό, τότε οι προτάσεις μας θα ήταν διπλάσιες σε μήκος. Μια άσκοπη σπατάλη χώρου και χρόνου.
Πολλές φορές, μπορεί να ακούσεις τους πολιτικούς στους λόγους τους να αναφέρονται σε
όλους και όλες, σε Ελληνίδες και Έλληνες. Κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι περιττό και το κάνουν για να είναι political correct. Όταν λες
Έλληνες αναφέρεσαι στους ανθρώπους, άρα και στις Ελληνίδες.
Και τώρα τίθεται το ερώτημα: Μα αυτό δεν είναι σεξιστικό; Γιατί το αρσενικό γένος να υπερκαλύπτει το θηλυκό όταν αναφερόμαστε σε πλήθη; Το μόνο που μπορώ να υποθέσω είναι επειδή πάντα υπονοείται ο άνθρωπος, που είναι αρσενική λέξη. Αν θέλαμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα, δεν νομίζω ότι θα ήταν απλό. Δεν μπορείς, για παράδειγμα, να χρησιμοποιήσεις το ουδέτερο αντί για το αρσενικό· δεν μοιάζει σωστό. Και το να χρησιμοποιείς συνέχεια και το αρσενικό και το θηλυκό μαζί να λες πράγματα όπως
Όλες και όλοι ή να βάζεις καθέτους όπως όλοι/ες είναι κουραστικό και απλά μεγαλώνει τις προτάσεις και παραφουσκώνει τις παραγράφους χωρίς ουσιαστικό λόγο.
Μια άλλη μέθοδος που έχω δει κάποιους να χρησιμοποιούν είναι να βάζουν το σημείο
@ αντί για κατάληξη. Να γράφουν, για παράδειγμα, μόν@, εννοώντας
μόνος/η. Ούτε αυτό μού μοιάζει δόκιμο ή σωστό. Δε φαίνεται καν όμορφο. Και δεν είναι κάτι που μπορείς να το προφέρεις ηχητικά. Το
@ δεν σημαίνει τίποτα στα ελληνικά, και στα αγγλικά σημαίνει at, γιαυτό χρησιμοποιείται και στο e-mail.
Ξεκίνησε ως συντομογραφία για το
at· δεν έχει καμία σχέση με αρσενικοθήλυκη κατάληξη.
Αν υποθέσουμε ότι η αρσενική αναφορά σε πλήθη μικτού φύλου είναι σεξιστική, θα έπρεπε να βρούμε αντωνυμίες διπλού φύλου, οι οποίες δεν υπάρχουν, και δεν είναι ούτε εύκολο να φανταστεί κανείς πώς θα μπορούσε να ήταν. Για παράδειγμα, έχεις
κάποιος, κάποια, κάποιο. Τι θα μπορούσε να υπονοεί και τα δύο πρώτα γένη συγχρόνως; Μια καινούργια αντωνυμία όπως
κάποιαος; Δεν ξέρω αν θα ήταν δόκιμο, και ακούγεται λιγάκι αστείο. Όπως και νάχει, δεν είναι εύχρηστο. Υποχρεωτικά, επομένως, πρέπει να χρησιμοποιήσεις το αρσενικό ως πιο γενικό όρο, υπονοώντας πάντα τη λέξη
άνθρωπος.
Και αυτό δεν μπορώ να το θεωρήσω σεξιστικό, εκτός αν επιμένεις να ταυτίζεις το γραμματικό γένος με το βιολογικό γένος.
Το βασικό είναι ναλλάξουμε το πώς σκεφτόμαστε ως άτομα και ως κοινωνία. Δεν είναι καμια γλώσσα ούτε σεξιστική ούτε ρατσιστική.
Εμείς είμαστε σεξιστές και ρατσιστές, και προβάλλουμε τις δικές μας νοοτροπίες επάνω στη χρήση της γλώσσας. Πράγμα το οποίο, φυσικά, πρέπει να σταματήσουμε να κάνουμε αμέσως.
Το ρολόι είναι ουδέτερο (όπως και θα έπρεπε, έτσι;) και η ώρα έχει πια παρέλθει. (Γιατί η ώρα να είναι θηλυκή και ο χρόνος αρσενικός;)