Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Κριτική της Λογοτεχνίας Βάσει Εσωτερικών και Εξωτερικών Παραγόντων Θα πρέπει τα λογοτεχνήματα να κρίνονται ανάλογα με το τι κοινωνικά θέματα θίγουν, ή ανάλογα με την ιδιαίτερη, προσωπική αισθητική τους;
Διάφοροι διχασμοί υφίστανται στη λογοτεχνία· ένας από αυτούς είναι σχετικά με το αν η αξία ενός λογοτεχνικού κειμένου πρέπει να κρίνεται βάσει του ίδιου του κειμένου ή βάσει των ηθών, των θεσμών, ή της γενικότερης κατάστασης στην οποία βρίσκεται η εκάστοτε κοινωνία. Δηλαδή, το ερώτημα είναι αν πρέπει να κρίνουμε τη λογοτεχνία ενδοκειμενικά ή εξωκειμενικά (δύο ορολογίες που δεν είναι και τόσο διαδεδομένες, το ξέρω, αλλά μαρέσει όπως ακούγονται).
Όταν κρίνεις ένα λογοτέχνημα ενδοκειμενικά, το κρίνεις μόνο βάσει της αισθητικής του ίδιου του λογοτεχνήματος και, ίσως, παρόμοιων λογοτεχνημάτων. Δεν σε ενδιαφέρει αν μιλά, για παράδειγμα, για τα ήθη της σύγχρονης κοινωνίας, ή για κάποιο σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα, ή για κάποιο ιστορικό γεγονός. Υπάρχουν πολλά τέτοια λογοτεχνήματα, που δεν δίνουν βαρύτητα στην κοινωνική πραγματικότητα, και, σε περίπτωση που αναρωτιέστε, όχι, δεν εντάσσονται όλα στο είδος της φανταστικής λογοτεχνίας. Δεν εντάσσονται ούτε τα
μισά στο είδος της φανταστικής λογοτεχνίας. Για παράδειγμα, ένα ρομάντζο όπου το μόνο ενδιαφέρον στην ιστορία είναι πώς θα εξελιχτούν κάποιες ερωτικές σχέσεις της ηρωίδας· ή ένα αστυνομικό θρίλερ όπου το μόνο ενδιαφέρον είναι αν ο ερευνητής θα καταφέρει να βρει και να σταματήσει τον κατά συρροήν δολοφόνο προτού αυτός φτάσει στη γυναίκα του την οποία φαίνεται να έχει βάλει στόχο. Αυτές είναι ιστορίες, κατά βάσει, ενδοκειμενικές. Δεν ασχολούνται με εξωκειμενικά, κοινωνικά θέματα, δεν θέλουν να περάσουν κανένα ηθικό δίδαγμα. Είναι απλές ιστορίες που ασχολούνται μόνο με τον εαυτό τους. Και, παρότι ίσως τούτο να ξαφνιάζει κάποιους, όλες αυτές οι ιστορίες δεν είναι απλοϊκές. Μπορεί, μάλιστα, να είναι εξαιρετικά πολύπλοκες και με βάθος, ασχέτως αν τα παραδείγματα που ανέφερα εγώ τυχαίνει να είναι λιγάκι απλά.
Όταν κρίνεις ένα λογοτέχνημα εξωκειμενικά, το κρίνεις βάσει του ποια κοινωνικά θέματα αγγίζει. Υπάρχουν λογοτεχνήματα που ο κύριος σκοπός τους είναι να ασχολούνται με τέτοια θέματα. Πολλά λαογραφικά μυθιστορήματα, για παράδειγμα, είναι έτσι. Πολλά ιστορικά μυθιστορήματα (αλλά σίγουρα όχι όλα) είναι έτσι. Ένα μυθιστόρημα που μιλά για τις βιαιοπραγίες που έγιναν στη Σμύρνη είναι ένα τέτοιου είδους λογοτέχνημα, όπως επίσης ένα μυθιστόρημα που έχει κεντρικό θέμα το πρόβλημα με τα ναρκωτικά ή με τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία. Αυτά τα βιβλία είναι γραμμένα για να αγγίζουν διάφορα θέματα. Φυσικά, έχουν μια κάποια αισθητική, και μπορεί, μάλιστα, να είναι καλογραμμένα και να έχουν ενδιαφέρον. Αλλά η ουσία τους είναι άλλη. Κι αν κάποιος νομίζει ότι δεν υπάρχουν τέτοια βιβλία φανταστικής λογοτεχνίας, κάνει λάθος. Ακόμα κι όταν ένα βιβλίο διαδραματίζεται σέναν φανταστικό κόσμο μπορεί να έχει, για παράδειγμα, ως κεντρικό θέμα του τον ρατσισμό ή την εξάρτηση από κάποια ουσία.
Τα περισσότερα μυθιστορήματα, όμως, θα μπορούσε κανείς να πει, δεν εντάσσονται αποκλειστικά ούτε στη μία κατηγορία ούτε στην άλλη. Απλώς ορισμένα τυχαίνει να δίνουν περισσότερη σημασία στη σύγχρονη κοινωνία και τα προβλήματά της ενώ άλλα τυχαίνει να δίνουν λιγότερη σημασία. Κανένα βιβλίο δεν είναι τελείως αποκομμένο από την κοινωνία, γιατί αυτό θα ήταν αδύνατο, αφού ο συγγραφέας αναπόφευκτα, θέλοντας και μη, επηρεάζεται με κάποιο τρόπο από την κοινωνία.
Υπάρχουν κριτικοί λογοτεχνίας που κρίνουν τα βιβλία βάσει του πόσο αυτά αναφέρονται σε, ή θίγουν, κοινωνικά προβλήματα. Υπάρχουν άλλοι κριτικοί λογοτεχνίας που κρίνουν τα βιβλία βάσει της αισθητικής που δημιουργούν, ασχέτως αν αγγίζουν κοινωνικά πρόβλημα ή όχι.
Παρότι εγώ, προσωπικά, θεωρώ τον εαυτό μου πολύ περισσότερο λογοτέχνη και πολύ,
πολύ λιγότερο «κριτικό λογοτεχνίας», ξεκαθαρίζω εκ των προτέρων ότι εντάσσομαι, κυρίως, στο δεύτερο από αυτά τα δύο στρατόπεδα. Δεν αγνοώ, ούτε καταφρονώ, την εξωκειμενική αξία ενός λογοτεχνήματος, αλλά δεν θεωρώ πως βασική δουλειά της λογοτεχνίας είναι να περνά μηνύματα για την κοινωνία ή να τη σχολιάζει. Βασική δουλειά της λογοτεχνίας είναι να δημιουργεί μια συγκεκριμένη αισθητική και να μπορεί να σε μεταφέρει, νοητικά, στον κόσμο του βιβλίου για όσο το διαβάζεις. Αν δεν το καταφέρνει αυτό, τότε γιατί να διαβάσω λογοτεχνία και να μη διαβάσω ένα δοκίμιο ή ένα άρθρο;
Θα μπορούσε τώρα κάποιος να ρωτήσει αν αυτό σημαίνει πως δεν θεωρώ αξιόλογα βιβλία όπως
Η Φάρμα των Ζώων, του Όργουελ, ή το Brave New World του Χάξλεϊ. Φυσικά και τα θεωρώ αξιόλογα. Δεν καταδικάζω τα βιβλία που η αξία τους είναι κυρίως εξωκειμενική· απλώς πιστεύω ότι σε ένα λογοτέχνημα η αισθητική είναι που έχει περισσότερη σημασία. Για παράδειγμα, προτιμώ το
Dune του Frank Herbert γιατί εκεί υπάρχει και ενδοκειμενική αξία
και εξωκειμενική.
Μου φαίνονται παράλογοι οι άνθρωποι που καταδικάζουν ένα βιβλίο επειδή δεν αναφέρεται σε σύγχρονα κοινωνικά πρόβλημα ή επειδή «δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα». Ποια «πραγματικότητα»; Τη λογοτεχνική πραγματικότητα ενός μυθιστορήματος την οικοδομεί το
ίδιο το μυθιστόρημα, και μόνο μέσα από το ίδιο το μυθιστόρημα μπορείς να την κρίνει να δεις αν είναι συνεπές με τον εαυτό του ή μη, για παράδειγμα, να δεις πώς χρησιμοποιεί τις θεματολογίες που εισάγει, πώς ξεκινά κάποια μοτίβα, πώς τα εξελίσσει, και πού καταλήγει μαυτά, είτε έχουν άμεση σχέση με την τωρινή κοινωνία όπως είναι είτε όχι. Αν ήταν να κρίνουμε τα λογοτεχνήματα μόνο βάσει της εκάστοτε κοινωνίας και του πώς τη σχολιάζουν ή τη θίγουν, τότε θα έπρεπε να εξοστρακίσουμε εξ ορισμού κάθε είδους ακραίο σουρεαλιστικό έργο, κάθε ιστορία μαγικού ρεαλισμού, και το μεγαλύτερο μέρος της φανταστικής λογοτεχνίας και της επιστημονικής φαντασίας.
Αυτά τα βιβλία, όμως, μπορούν να αποδειχτούν τα πιο σημαντικά, σε τελική ανάλυση, γιατί μας ταξιδεύουν πέρα από μακρινούς ορίζοντες, σε μέρη που, ίσως, δεν είχαμε ώς τότε φανταστεί. Επιπλέον, και μόνο η αισθητική αξία είναι εξαιρετικά σημαντική. Η αποστολή της λογοτεχνίας, και κάθε μορφής τέχνης, είναι να μας μεταφέρει άλλου, πέρα από τη δεδομένη πραγματικότητα. Η τέχνη είναι υπερβατική. Αν δεν μπορεί να το καταφέρει αυτό, κάτι δεν πηγαίνει καλά. Είναι παγιδευμένη.
Αλλά υπάρχει, πάντα δυστυχώς και η στρατευμένη τέχνη, που προσπαθεί να περάσει στον αναγνώστη ορισμένες ιδέες και αντιλήψεις. Γιαυτό κιόλας το θεωρώ τραγικό λάθος να κρίνουμε τη λογοτεχνία εξωκειμενικά: διότι, αν κρίνεις έτσι, τότε η στρατευμένη τέχνη αποκτά ένα πλεονέκτημα που ποτέ δεν πρέπει να έχει. Τέτοιου είδους λογοτεχνία μπορεί, μάλιστα, πολλές φορές να είναι κάτι το ύπουλο να προσπαθεί να υποβάλει το μυαλό σου σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία ή τρόπο σκέψης χωρίς να το καταλαβαίνεις. Νομίζεις ότι αυτό είναι ακραίο; Ξανασκέψου το. Πολλά καθεστώτα, παρατάξεις, και θρησκείες έχουν την προσωπική τους λογοτεχνία, που δεν χαρακτηρίζεται πάντα ως τέτοια αλλά ως «γενική λογοτεχνία». Όταν τη διαβάσεις, όμως, βλέπεις περίτρανα ότι δεν είναι αυτό.
Ένα φανταστικό, απλοϊκό παράδειγμα: Ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στις ΗΠΑ και όπου όλοι οι μαύροι παρουσιάζονται ως γλοιώδη υποκείμενα που το μόνο που προσπαθούν να κάνουν είναι να κλέψουν ή να εξαπατήσουν τους λευκούς ήρωες της ιστορίας.
Ένα άλλο φανταστικό, απλοϊκό παράδειγμα: Ένα μυθιστόρημα όπου όλοι οι άντρες, από νέοι μέχρι γέροι, είναι ελεεινοί μπερμπάντηδες, αναξιόπιστα υποκείμενα, που συνεχώς προσπαθούν να πλαγιάσουν με την ηρωίδα ώστε να την εξαπατήσουν ή να την προδώσουν με κάποιον τρόπο.
Το πρώτο από αυτά τα παραδείγματα θα μπορούσε να είναι γραμμένο από ρατσιστή, για να περάσει στους άλλους την αντίληψη ότι οι μαύροι είναι όντως κακοί. Το δεύτερο βιβλίο θα μπορούσε να είναι γραμμένο από ακραία φεμινίστρια που θέλει να περάσει στους άλλους την αντίληψη ότι όλοι οι άντρες είναι καθάρματα. (Παρεμπιπτόντως, ο φεμινισμός
δεν είναι αυτό το πράγμα: ξεκίνησε ως κίνημα ισότητας, και αυτός είναι ο αληθινός φεμινισμός.)
Τέτοιου είδους βιβλία ασχολούνται με την εξωκειμενικότητα, κυρίως, και σπανίως με την εσωτερική αισθητική και τη λογοτεχνικότητα.
Από την άλλη, θα μπορούσε ένα μυθιστόρημα να είναι γραμμένο χωρίς να φανερώνει
κανέναν πολιτικό προσανατολισμό; Καμία κοινωνική προτίμηση; Καμία άποψη; Φυσικά και όχι. Υπάρχει, όμως, διαφορά ανάμεσα στο βιβλίο που απλώς περιέχει και κάποια τέτοια στοιχεία κι ανάμεσα στο βιβλίο που είναι γραμμένο για να αποτελεί δίαυλο μεταφοράς τέτοιων στοιχείων.
Το ίδιο ισχύει και για διάφορους μύθους ή παραβολές. Και το ερώτημα είναι: θα πρέπει να καταδικάσουμε τους μύθους και τις παραβολές; Οι Μύθοι του Αισώπου, για παράδειγμα, είναι γλοιώδη κείμενα που θέλουν να σε υποβάλλουν σε συγκεκριμένες αντιλήψεις; Ώς ένα σημείο, ναι, θέλουν να σε υποβάλλουν σε συγκεκριμένες αντιλήψεις· αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Αλλά δεν είναι γλοιώδη κείμενα, γιατί το ξέρεις, εξαρχής, ότι διαβάζεις παραβολές. Δεν το κρύβουν. Δεν είναι ύπουλα κείμενα.
Θα μπορούσε, τώρα, να ειπωθεί ότι η αφηγηματική τέχνη ξεκίνησε από τις παραβολές, ότι ξεκίνησε από το ότι κάποιος ήθελε να μεταφέρει ένα μήνυμα και έκανε αυτή τη μεταφορά μέσα από μια φανταστική ιστορία. Ίσως και να είναι έτσι, αν και δεν θα ήμουν και τόσο σίγουρος γιαυτό. Ό,τι κι αν γράφουν τα ιστορικά βιβλία, η αλήθεια είναι ότι
δεν ξέρουμε τίποτα για το τι γινόταν πριν από 3.000+ χρόνια. Πρέπει κάποτε να παραδεχτούμε ότι, ουσιαστικά, μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Επιπλέον, πάρε για παράδειγμα την
Ιλιάδα και την Οδύσσεια· πάρε για παράδειγμα το Έπος του Γκίλγκαμες. Είναι αυτά παραβολικές αφηγήσεις; Δεν το νομίζω. Ίσως να περιέχουν και κάποια στοιχεία παραβολής· αλλά, μαυτό το σκεπτικό, ποια ιστορία
δεν περιέχει και κάποια στοιχεία παραβολής;
Ακόμα κι αν δεχτούμε, όμως, ότι οι πρώτες αφηγήσεις ήταν παραβολικού χαρακτήρα, αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να μείνουμε στην εποχή των σπηλαίων. Από τότε ώς τώρα, η αφηγηματική τέχνη έχει αλλάξει πολύ. Σήμερα, η λογοτεχνία δεν γράφεται ως κωδικοποιημένο κείμενο που μπορούν να διακρίνουν την αλήθεια του μόνο οι μυημένοι· γράφεται για αισθητικούς, καλλιτεχνικούς λόγους. Και, κυρίως, διαβάζεται για τους ίδιους λόγους.
Υπερασπίζομαι, λοιπόν, τη «ρηχή» λογοτεχνία; Το αντίθετο. Μου αρέσει η λογοτεχνία που έχει κάποιο περιεχόμενο· απλώς αυτό περιεχόμενο με ενδιαφέρει περισσότερο αν είναι ενδοκειμενικό παρά εξωκειμενικό. Μάλιστα, ένα μεγάλο μέρος της «ρηχής» λογοτεχνίας ασχολείται με κοινωνικά θέματα (εξωκειμενική θεματολογία), προσπαθώντας από εκεί να αντλήσει βαρύτητα που αλλιώς δεν έχει. Προσπαθώντας να κεντρίσει το ενδιαφέρον των κριτικών που νοιάζονται για την εξωκειμενικότητα.
Προσωπικά, με απασχολεί πολύ περισσότερο να διαβάσω μια φανταστική ιστορία που δεν έχει
καμία σχέση με αυτό τον κόσμο αλλά είναι καλογραμμένη, έχει άψογη αισθητική, έχει συνέπεια στην εσωτερική θεματολογία της, και είναι ευφάνταστη και έξυπνη, παρά μια ιστορία που μιλά για κάποιο σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα αλλά είναι βαρετή, κακογραμμένη, και ανέμπνευστη. Αυτά που λέει η δεύτερη ιστορία μπορώ να τα βρω και στις εφημερίδες, αν θέλω να ψάξω. Αυτά, όμως, που λέει η πρώτη ιστορία δεν πρόκειται να τα βρω πουθενά αλλού, και θα επεκτείνει πιο πολύ τη φαντασία και τη σκέψη μου από,τι η δεύτερη ιστορία.