12/3/2019
Περί Γραφής: Η Ιεράρχηση της Στίξης
Μια απόπειρα να μπουν σε σειρά τα σημεία στίξης και να δοθούν εξηγήσεις για το πώς μπορούν να χρωματίσουν το κείμενο
Η στίξη είναι ένα από τα αγαπημένα μου θέματα στη λογοτεχνική γραφή, και έχω γράψει γι’αυτό και παλιότερα αρκετές φορές. (Ίσως, στο μέλλον, να γράψω άλλες τόσες.) Ορισμένοι θεωρούν ότι η στίξη είναι ένα απλό θέμα που ακολουθείς μερικούς γραμματικούς κανόνες και τελειώνεις. Άλλοι πιστεύουν ότι είναι τρομερά πολύπλοκη και καλύτερα να την αποφεύγεις όσο περισσότερο μπορείς. Μερικοί θα έλεγαν Τι να την κάνεις τη στίξη; Κάτω η στίξη!
Προσωπικά προτιμώ να βλέπω τη στίξη με την καλλιτεχνική της αξία.
Σίγουρα, η βασική της χρήση είναι για την κατανόηση του κειμένου. Χωρίς καθόλου στίξη δεν θα καταλαβαίναμε τι γράφαμε. Ή, αν καταλαβαίναμε, θα το καταλαβαίναμε πολύ, πολύ δύσκολα. Θα ήταν πολύ μπερδεμένο. Η στίξη βοηθά ώστε να ξεκαθαρίζουν τα πράγματα.
Αλλά δεν τελειώνει εκεί. Συνεχίζει, και συνεχίζει, και συνεχίζει. Και όσο πιο πολύ το ψάχνεις τόσο πιο ενδιαφέρον γίνεται το θέμα. Κάποιοι, μάλιστα, έχουν επινοήσει και δικά τους σημεία στίξης, αντισυμβατικά. Ορισμένα, δε, από αυτά δεν είναι τελείως άχρηστα αλλά μπορείς να τα συναντήσεις και σε σύγχρονα κείμενα. Σε γενικές γραμμές, όμως, αυτού του είδους η «παράξενη» στίξη αγνοείται – καλώς ή κακώς.
Εδώ δεν θα μιλήσω πάλι για τα αντισυμβατικά σημεία στίξης· το έχω κάνει ήδη. Θα μιλήσω για τα σημεία στίξης που ξέρουμε όλοι, ή που νομίζουμε πως ξέρουμε.
Τα σημεία στίξης είναι σαν τις σκιές που βάζει ο ζωγράφος στον πίνακά του. Δίνουν διάφορες αποχρώσεις στο κείμενο, ειδικά στο λογοτεχνικό. Νομίζεις ότι υπερβάλλω, έτσι; Ποιος έχει χρόνο σήμερα να δίνει σημασία στη στίξη; Απλά διαβάζεις τις λέξεις, κι αυτό είναι!... Ίσως και να έχεις δίκιο. Αν όμως είσαι πρόθυμος να δώσεις σημασία στη στίξη, και αν κι ο συγγραφέας είναι πρόθυμος να χρησιμοποιήσει τα σημεία στίξης με τρόπο καλλιτεχνικό, τότε έχεις μια άλλη εμπειρία πέρα από την απλή, στερεοτυπική ανάγνωση.
Και ένα από τα πράγματα που έχουν ενδιαφέρον στη στίξη είναι η ιεράρχησή της.
Πηγή έμπνευσης για τα ακόλουθα που γράφω είναι ένα άρθρο που είχα διαβάσει παλιότερα, με θεματολογία τη στίξη κι αυτό. Το είχα κατεβάσει σε pdf. Αυτή τη στιγμή δυστυχώς δεν θυμάμαι τον σύνδεσμο για να τον παραθέσω εδώ· δεν θυμάμαι καν το όνομα του άρθρου ή του συγγραφέα του. Αλλά δεν έχει μεγάλη σημασία· γιατί όσα γράφω παρακάτω δεν είναι αντιγραφή αυτού του άρθρου: απλώς το άρθρο αποτέλεσε έναυσμα για να τα σκεφτώ. Εκτός των άλλων, ήταν γραμμένο στα αγγλικά, και στα αγγλικά η στίξη είναι λιγάκι διαφορετική απ’ό,τι στα ελληνικά. Για παράδειγμα, στα αγγλικά το κόμμα χρησιμοποιείται για να ξεχωρίζεις τη μετοχή από το απαρέμφατο ή το επίθετο. Αν γράψεις Singing, George was cooking dinner, σημαίνει ότι ο Γιώργος τραγουδώντας μαγείρευε το δείπνο. Αλλά αν γράψεις Singing George was cooking dinner σημαίνει Ο Τραγουδιστός Γιώργος μαγείρευε το δείπνο. Όπως καταλαβαίνεις, υπάρχει μια κάποια διαφορά...
Στα ελληνικά δεν έχεις τέτοια προβλήματα. Μπορείς να γράψεις είτε Ο Γιώργος τραγουδώντας έφτιαχνε δείπνο είτε Ο Γιώργος, τραγουδώντας, έφτιαχνε δείπνο, και είναι και τα δύο το ίδιο σωστά από νοηματικής άποψης.
Είναι σωστά κι από γραμματικής/συντακτικής άποψης; Αναλόγως ποιο συντακτικό και ποια γραμματική θες ν’ακολουθήσεις. Πάντως, και τα δύο είναι σωστά.
Εγώ, όπως είπα, προτιμώ πλέον να βλέπω τα σημεία στίξης βάσει καλλιτεχνικών κριτηρίων, οπότε, κατά περίσταση, μπορεί να έγραφα αυτή την πρόταση είτε έτσι είτε αλλιώς.
Μα, πότε το ένα και πότε το άλλο; ρωτάς. Και: Γιατί το ένα και όχι το άλλο; Και: Πώς αποφασίζεις τι θα χρησιμοποιήσεις;
Ας δούμε, πρώτα, την ιεράρχηση της στίξης.
Λέγοντας ιεράρχηση εννοώ ποια σημεία στίξης είναι πιο ισχυρά σε σχέση με τα υπόλοιπα. Ας τα βάλουμε, λοιπόν, σε μια κλίμακα. Αυτά που είναι στις πιο πάνω σειρές της κλίμακας είναι πιο ισχυρά απ’αυτά που είναι στις παρακάτω.
τελεία [.] |
παύλα [–] |
άνω τελεία [·], άνω-κάτω τελεία [:] |
κόμμα [,] |
κενό [ ] |
(Ας σημειωθεί εδώ πως η ιεράρχηση των σημείο στίξης περιλαμβάνει και κάποιο υποκειμενισμό. Δεν το παρουσιάζω αυτό ως «απόλυτα σωστό». Θα μπορούσε να ήταν και λιγάκι διαφορετική η κλίμακα.)
Τα αποσιωπητικά [...] και η παρένθεση [( )] ας πούμε ότι είναι σημεία στίξης-μπαλαντέρ, και θα εξηγήσω μετά τι εννοώ μ’αυτό.
Επίσης, σίγουρα θα παρατηρήσατε ότι δεν αναφέρω τα σχολιαστικά σημεία στίξης: θαυμαστικό [!], ερωτηματικό [;], εισαγωγικά [«»]. Γιατί; Διότι αυτά δεν ιεραρχούνται εύκολα. Τα εισαγωγικά, πχ, είναι τελείως εκτός ιεράρχησης χωρίς αμφιβολία, ενώ το θαυμαστικό και το ερωτηματικό μπορούν, ουσιαστικά, να αντικαταστήσουν σχεδόν οποιοδήποτε άλλο σημείο στίξης σαν να ήταν αυτό το ίδιο. Συνήθως, συμβατικά, απλά αντικαθιστούν την τελεία και λαμβάνουν θέση τελείας. Ωστόσο, αυτό δεν είναι απαραίτητο· μπορούν να λάβουν και θέση κόμματος, ή άνω τελείας. Ας τα θεωρήσουμε κι αυτά σημεία στίξης-μπαλαντέρ, αλλά λίγο διαφορετικού είδους από τα αποσιωπητικά και την παρένθεση, που επηρεάζουν περισσότερο τη σύνταξη του κειμένου.
Σε τι ακριβώς, όμως, μπορεί να μας χρειαστεί η οποιαδήποτε ιεράρχηση των σημείο στίξης από νοηματικής άποψης; Μπορεί να εξυπηρετήσει σε κάτι;
Κατά πρώτον, πρέπει να κατανοήσει κανείς τι σημαίνει σημείο στίξης. Δεν είναι η μικρή διακοπή στον έναρθρο λόγο που ορισμένες φορές, λανθασμένα, μας λένε στο σχολείο. Ούτε είναι κάποιο γραμματικό σημάδι που μπαίνει πάντα σε ορισμένα σημεία, όπως ο τόνος. Δεν είναι ορθογραφία τα σημεία στίξης. Είναι πιθανές μεταβολές του νοήματος μέσα στον γραπτό λόγο.
Δεν είναι τυχαίο που λέω «πιθανές», γιατί, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, μπορούν να υπάρξουν αλλά μπορούν και να μην υπάρξουν. Πρέπει όμως να έχεις τη δυνατότητα να διακρίνεις που θα μπορούσε να μπει στίξη.
Ας δούμε ένα παράδειγμα.
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο * ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση * πώς θα εξακολουθούσαν να ζουν * αναρωτιόνταν * ο Μάγος * την τελευταία φορά που είχε έρθει * δεν τους είχε δώσει καμία προειδοποίηση γι’αυτό που * τώρα * συνέβαινε * φοβόνταν ότι τα χρυσά δέντρα είχαν πεθάνει * έβλεπαν τις φθορές στους κορμούς τους * και προσπαθούσαν * ψύχραιμα * να υποθέσουν τι τις είχε προκαλέσει * αλλά κανένα συμπέρασμα δεν έβγαζαν * ακόμα και οι σοφότεροι ανάμεσά τους *
Σε όλα τα πιθανά σημεία που θα μπορούσες να βάλεις στίξη έχω βάλει έναν αστερίσκο. Και μόνο στην αρχή έχω βάλει κεφαλαίο γράμμα γιατί πολλές από τις άλλες προτάσεις θα μπορούσαν να είναι είτε κύριες είτε δευτερεύουσες.
Ένας τρόπος να γράψεις το παραπάνω κομμάτι είναι αυτός:
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο, ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση. Πώς θα εξακολουθούσαν να ζουν; αναρωτιόνταν. Ο Μάγος, την τελευταία φορά που είχε έρθει, δεν τους είχε δώσει καμία προειδοποίηση γι’αυτό που, τώρα, συνέβαινε. Φοβόνταν ότι τα χρυσά δέντρα είχαν πεθάνει· έβλεπαν τις φθορές στους κορμούς τους, και προσπαθούσαν, ψύχραιμα, να υποθέσουν τι τις είχε προκαλέσει, αλλά κανένα συμπέρασμα δεν έβγαζαν, ακόμα και οι σοφότεροι ανάμεσά τους...
Αυτό είναι ένα παράδειγμα αρκετά βαρύ σε στίξη. Σε όλα τα πιθανά σημεία μπαίνει και κάποιο σημάδι. Επίσης, ο τονισμός του κειμένου είναι σχετικά απλός. Τελείες και κόμματα, κυρίως.
Ορίστε, τώρα, ένα άλλο παράδειγμα χρήσης της στίξης στο ίδιο κείμενο:
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση: πώς θα εξακολουθούσαν να ζουν; αναρωτιόνταν. Ο Μάγος, την τελευταία φορά που είχε έρθει, δεν τους είχε δώσει καμία προειδοποίηση γι’αυτό που τώρα συνέβαινε. Φοβόνταν ότι τα χρυσά δέντρα είχαν πεθάνει: έβλεπαν τις φθορές στους κορμούς τους και προσπαθούσαν, ψύχραιμα, να υποθέσουν τι τις είχε προκαλέσει αλλά κανένα συμπέρασμα δεν έβγαζαν – ακόμα και οι σοφότεροι ανάμεσά τους.
Δεν παρατηρείς μια διαφορά στη νοηματική απόχρωση του κειμένου;
Και ένα τρίτο παράδειγμα στίξης με το ίδιο κείμενο:
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο – ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση. Πώς θα εξακολουθούσαν να ζουν; αναρωτιόνταν. Ο Μάγος (την τελευταία φορά που είχε έρθει) δεν τους είχε δώσει καμία προειδοποίηση γι’αυτό που τώρα συνέβαινε. Φοβόνταν ότι τα χρυσά δέντρα είχαν πεθάνει... έβλεπαν τις φθορές στους κορμούς τους... και προσπαθούσαν – ψύχραιμα – να υποθέσουν τι τις είχε προκαλέσει· αλλά κανένα συμπέρασμα δεν έβγαζαν ακόμα και οι σοφότεροι ανάμεσά τους...
Διαφορετικές πάλι οι αποχρώσεις, έτσι δεν είναι; Είναι σχεδόν σαν να διαβάζεις άλλο κείμενο. Εντάξει, αν διαβάσεις απλά τις λέξεις, είναι το ίδιο. Αλλά αν λάβεις υπόψη σου και τα σημεία στίξης, είναι άλλο πράγμα.
Σε όλες τις περιπτώσεις, το ερωτηματικό [;] σ’αυτό το κείμενο έχει θέση κόμματος. Ουσιαστικά είναι Πώς θα εξακολουθούσαν να ζουν, αναρωτιόνταν. Τα αποσιωπητικά στο πρώτο παράδειγμα έχουν θέση τελείας. Στο τρίτο παράδειγμα έχουν, στις δύο πρώτες περιπτώσεις, θέση άνω τελείας, και στην τρίτη περίπτωση, θέση τελείας.
Τα αποσιωπητικά εκείνο που κάνουν είναι να δημιουργούν μια νοηματική παύση μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, όπως όταν κομπιάζεις ή όταν είσαι συλλογισμένος και αργείς να μιλήσεις. Δεν πρέπει να τους γίνεται κατάχρηση, όπως δυστυχώς μπορείς να δεις σε αρκετά κείμενα. Τα αποσιωπητικά είναι σημείο στίξης ειδικής χρήσης, όχι για να τα βάζεις όπου δεν ξέρεις τι άλλο σημείο στίξης να χρησιμοποιήσεις.
Ας δούμε τώρα μία και μόνο πρόταση:
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο * ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση.
Τι σημείο στίξης μπορεί να μπει εκεί; Οτιδήποτε, ίσως, εκτός από τελεία (γιατί η τελεία θα έκοβε το νόημα) ή παρένθεση (γιατί η παρένθεση πρέπει πάντα κάπου να ανοίγει και κάπου να κλείνει). Επίσης, και η άνω τελεία εδώ θα ήταν πολύ βαρύ σημείο στίξης, πολύ εξεζητημένο, θα έκοβε το νόημα, θα το χαλούσε. Το ίδιο ισχύει και για την άνω-κάτω τελεία, αν και σε ελαφρώς μικρότερο βαθμό ίσως.
Επομένως θα μπορούσες να γράψεις αυτή την πρόταση με τους εξής τρόπους:
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση.
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο – ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση.
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο, ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση.
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο... ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση.
Χωρίς άλλα χρυσά μήλα στον κήπο: ο λαός της Χαμηλής Σκιάς είχε αρχίσει να έρχεται σε απόγνωση.
Στην πρώτη περίπτωση δεν έχουμε στίξη (κενό)· δεν υπάρχει καμιά απόχρωση στο κείμενο – απλά το διαβάζεις.
Στη δεύτερη περίπτωση, έχουμε παύλα. Εδώ δίνεις έμφαση. Φαίνεται ότι υπερτονίζεις αυτό που ακολουθεί, ότι μας λες, χωρίς να το γράφεις, πως είναι κάτι Πολύ Σημαντικό.
Στην τρίτη περίπτωση, έχουμε κόμμα. Αυτό δίνει μια πολύ μικρή έμφαση, διαχωρίζοντας τη δευτερεύουσα πρόταση από την κύρια. Μας κάνει να σταθούμε για λίγο, ελάχιστα, και να δώσουμε κάποια μικρή σημασία εδώ.
Στην τέταρτη περίπτωση, έχουμε αποσιωπητικά, που το αποτέλεσμά τους μοιάζει με της παύλας αλλά δεν είναι τόσο σκληρό όσο της παύλας. Είναι πιο αργόσυρτο. Είναι σαν κάποιος να μιλά, να σταματά, και να συνεχίζει· ενώ, με την παύλα, συνεχίζει χωρίς να σταματά, απλά μιλά πιο έντονα.
Η πέμπτη περίπτωση είναι εξεζητημένη. Η άνω-κάτω τελεία δείχνει τι ακολουθεί λογικά το αποτέλεσμα της πρώτης πρότασης. Είναι περίπου σαν την παύλα αλλά όχι το ίδιο δυνατή. Όμως είναι πιο δυνατή από το κόμμα, φυσικά, και δεν είναι μακρόσυρτη όπως τα αποσιωπητικά.
Ο πίνακας της ιεράρχησης δείχνει, επίσης, ποιο σημείο στίξης προηγείται κάθε φορά όταν θες να κλείσεις μια πρόταση. Για παράδειγμα, αν βάλεις τελεία, δεν έχει σημασία το ότι άρχισες με παύλα· η πρόταση τελειώνει εκεί. Αν όμως αρχίσεις με παρένθεση πρέπει να κλείσεις και με παρένθεση μετά από την τελεία (εκτός αν είναι εσωτερική παρένθεση, όπως αυτή εδώ, όχι παρένθεση όλης της πρότασης). Αν ξεκινήσεις με παύλα, δεν μπορείς να κλείσεις την πρόταση με άνω τελεία, γιατί η άνω τελεία είναι χαμηλότερης ισχύος από την παύλα· πρέπει πάλι να χρησιμοποιήσεις παύλα, ή τελεία.
Κάποια παραδείγματα:
Οι δρόμοι ήταν εγκαταλειμμένοι, άδειοι, νεκροί. (Κανείς μας δεν ήξερε γιατί συνέβαινε αυτό· απλά το δεχόμασταν σαν πάντα να ήταν αλήθεια.)
Τα χρώματα της Γιορτής του Νέου Χρόνου – κόκκινα, κίτρινα, μαβιά, ασημένια, χρυσαφιά, βερντ, ντορτ – που εναλλάσσονταν με ταχύ ρυθμό πάνω από το έδαφος, τους είχαν μεθύσει.
Ο πύργος ορθωνόταν στην πλαγιά του βουνού – αυτήν που, καθώς ερχόμασταν από την άλλη μεριά, δεν μπορούσαμε να δούμε.
Το πρώτο είναι ένα παράδειγμα με παρένθεση που αγκαλιάζει μια ολόκληρη πρόταση, άρα η τελεία πάει μέσα. Στο δεύτερο παράδειγμα, η δεύτερη παύλα κόβει το κόμμα, γιατί η παύλα είναι ισχυρότερη από το κόμμα, και το κόμμα υπονοείται. Το ξέρω πως κάποιοι χρησιμοποιούν τη στίξη έτσι [ –, ], δηλαδή παύλα που ακολουθείται από κόμμα (ή άνω τελεία). Παλιότερα το χρησιμοποιούσα κι εγώ έτσι· τώρα πλέον δεν συμφωνώ ότι είναι σωστή αυτή η χρήση, γιατί, κατά κανόνα, δύο σημεία στίξης δεν στέκονται μαζί: ή το ένα πρέπει να είναι εκεί ή το άλλο. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η παρένθεση, γιατί η παρένθεση ουσιαστικά είναι κάτι που μας δείχνει ότι εκεί παρεμβάλλεται μια άλλη πρόταση, εμβόλιμη, η οποία δεν αποτελεί μέρος της νοηματικής ροής του υπόλοιπου συνόλου.
Στο τρίτο παράδειγμα, η πρόταση τελειώνει με τελεία, γιατί η τελεία είναι ισχυρότερη της παύλας και την αντικαθιστά.
Και σε τι μπορούν να μας χρειαστούν όλα αυτά – η ιεράρχηση, οι χροιές του νοήματος, και τα λοιπά;
Όπως γράφω παραπάνω, η αξία τους είναι κυρίως καλλιτεχνική. Δίνουν διαφορετικές νοηματικές αποχρώσεις σε ένα κείμενο που αλλιώς θα ήταν επίπεδο.
Δες το εξής:
Τα χρώματα της Γιορτής του Νέου Χρόνου – κόκκινα κίτρινα μαβιά ασημένια χρυσαφιά βερντ ντορτ – που εναλλάσσονταν με ταχύ ρυθμό πάνω από το έδαφος, τους είχαν μεθύσει.
Με κενή στίξη ανάμεσα στα χρώματα αρχίζεις να έχεις μια αίσθηση πιο γρήγορης ροής/εναλλαγής των χρωμάτων, κάτι το μπερδεμένο, ένα χάος από χρώματα. Αν, φυσικά, σε ενδιαφέρει να δώσεις σημασία σε τέτοια πράγματα.
Δες τώρα το παράδειγμα αλλιώς:
Τα χρώματα της Γιορτής του Νέου Χρόνου – κόκκινα – κίτρινα – μαβιά – ασημένια – χρυσαφιά – βερντ – ντορτ – που εναλλάσσονταν με ταχύ ρυθμό πάνω από το έδαφος, τους είχαν μεθύσει.
Δεν σου δημιουργεί άλλη αίσθηση αυτό; Σαν ένας στακάτο ρυθμός.
Κι ακόμα μια παραλλαγή:
Τα χρώματα της Γιορτής του Νέου Χρόνου – κόκκινα... κίτρινα... μαβιά... ασημένια... χρυσαφιά... βερντ... ντορτ – που εναλλάσσονταν με ταχύ ρυθμό πάνω από το έδαφος, τους είχαν μεθύσει.
Ακόμα μια διαφορετική αίσθηση του κειμένου. Σαν ένα πράγμα fade-in/fade-out.
Όλες οι περιπτώσεις είναι σωστές – καμιά δεν είναι σωστότερη της άλλης – απλά επιλέγεις ποια θες να χρησιμοποιήσεις ανάλογα με την αίσθηση που προσπαθείς να δημιουργήσεις μες στο κείμενο.
Και ένα τελευταίο παράδειγμα στίξης...
Τον είδαμε να εξαφανίζεται μες στη βλάστηση γρήγορος σαν τον άνεμο. [Απλή παράθεση λέξεων· ταχύτητα· καμία διακοπή.]
Τον είδαμε να εξαφανίζεται μες στη βλάστηση, γρήγορος σαν τον άνεμο. [Η πιο «συμβατική» μορφή από όλες· επεξηγηματικός διαχωρισμός της ιδιότητας.]
Τον είδαμε να εξαφανίζεται, μες στη βλάστηση, γρήγορος σαν τον άνεμο. [Το «μες στη βλάστηση» έρχεται σαν επεξήγηση εδώ· σαν να απαντά στο πού.]
Τον είδαμε να εξαφανίζεται μες στη βλάστηση – γρήγορος σαν τον άνεμο! [Υπερτονισμός ιδιότητας.]
Τον είδαμε να εξαφανίζεται, μες στη βλάστηση. Γρήγορος σαν τον άνεμο. [Τοπική επεξήγηση, και ακολουθεί σχολιασμός ιδιότητας.]
Κάθε φορά και ελαφρώς διαφορετικό νόημα. Χάρη στη στίξη.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)