28/9/2017
Το Όπλο του Τσέχοφ Ήταν Τυχαία Εκεί
Σχετικά με την τυχαιότητα και τη ζωντάνια στην αφηγηματική τέχνη
Υπάρχει μια θεωρία η οποία ονομάζεται «το όπλο του Τσέχοφ». Δεν αναφέρεται αποκλειστικά στη λογοτεχνία αλλά σε κάθε είδους αφηγηματική τέχνη, όπως το θέατρο και τον κινηματογράφο. Ίσως θα μπορούσες να υποθέσεις πως μπορεί να εφαρμοστεί και στα ηλεκτρονικά παιχνίδια και σε άλλα αφηγηματικά παιχνίδια.
Αυτή η θεωρία λέει, εν ολίγοις, το εξής: Όταν ένα στοιχείο παρουσιάζεται μέσα στην αφήγηση, αυτό το στοιχείο πρέπει να δράσει με κάποιο τρόπο.
Και το πιο απλό παράδειγμα είναι ότι, αν γράψεις πως ένα τουφέκι (το αφηγηματικό στοιχείο) κρέμεται στον τοίχο, τότε πρέπει μέσα στην αφήγηση αυτό το τουφέκι να χρησιμοποιηθεί με κάποιο τρόπο. Δεν μπορεί απλά να είναι εκεί για ντεκόρ· πρέπει κάποιος να το πιάσει και να πυροβολήσει.
Αυτό, βέβαια, είναι μια σχετική υπεραπλούστευση της θεωρίας, την οποία όμως χρησιμοποιεί ο ίδιος ο Τσέχοφ. Η θεωρία αναφέρεται σε διαφόρων ειδών στοιχεία, όχι μόνο σε όπλα. Ένας διάλογος είναι ένα στοιχείο, ένα περιστατικό είναι ένα στοιχείο, όπως και ένας χαρακτήρας ή μια αναφορά σε μια οργάνωση ή μια χώρα, και τα λοιπά.
Αν αναφέρεις μια χώρα μέσα στην ιστορία σου, αυτή η χώρα πρέπει να παίξει κάποιο ρόλο στην αφήγηση. Ένας διάλογος δεν μπορεί ποτέ να είναι άσκοπος: πρέπει να προωθεί την πλοκή κάπως. Ένας χαρακτήρας δεν μπορεί ποτέ να είναι τυχαία εκεί: πρέπει κι αυτός να έχει κάποιο ρόλο να παίξει.
Το ερώτημα είναι: Έχει δίκιο ο κύριος Τσέχοφ; Θέλουμε, όντως, τα πράγματα να είναι έτσι στην αφηγηματική τέχνη; Είναι καλύτερα έτσι;
Νομίζω πως μέχρι ενός σημείου, ναι, έχει δίκιο. Μια ιστορία αποτελείται από διάφορα στοιχεία που, καθώς το ένα αλληλεπιδρά με το άλλο, βγάζουν τελικά κάποιο νόημα. Αν τα στοιχεία δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αν είναι άσχετα το ένα με το άλλο, τότε δεν δημιουργείται κανενός είδους αφήγηση· απλά έχεις διάφορα ασύνδετα γεγονότα σαν να διαβάζεις αναφορές από μια εφημερίδα, οσοδήποτε λογοτεχνικές.
Από την άλλη, όμως, η ζωή δεν είναι προσχεδιασμένη. Τα πάντα που παρουσιάζονται δεν είναι στοιχεία μιας ευρύτερης αφήγησης. Είναι τυχαία πράγματα από δω κι από κει. Ακόμα κι όταν κάποια «κεντρική ιστορία» συμβαίνει, τα τυχαία γεγονότα, οι τυχαίες αναφορές, τα τυχαία άτομα δεν σταματούν να παρουσιάζονται. Η ζωή είναι, εκ φύσεως, χαοτική.
Αλλά στην αφηγηματική τέχνη ζητάμε, συνήθως, να επιβάλουμε μια τάξη στο χάος, ώστε τελικά να έχουμε κάτι που βγάζει νόημα. Και αυτό δεν είναι παράλογο, γιατί αλλιώς δεν θα αφηγούμασταν μια ιστορία.
Ακόμα και οι ιστορίες, ωστόσο, μοιάζουν ψεύτικες όταν τα πάντα μέσα τους είναι προσχεδιασμένα και προκαθορισμένα. Αν ό,τι παρουσιάζεται μέσα στην ιστορία αφορά μόνο την ιστορία, και δεν υπάρχει πιθανότητα να είναι τυχαίο ή άσχετο, τότε χάνεται η αληθοφάνεια και το ενδιαφέρον σε μεγάλο βαθμό. Σε μια ιστορία όπου τα πάντα είναι προκαθορισμένα, όπου τα πάντα είναι συγκεκριμένα κομμάτια ενός συγκεκριμένου παζλ, ένας περαστικός που ο κεντρικός χαρακτήρας συναντά «τυχαία» στο πάρκο δεν είναι ποτέ, στην πραγματικότητα, τυχαίος. Το ξέρουμε, εκ των προτέρων, ότι έχει κάποιο ρόλο να παίξει. Ίσως να είναι ο δολοφόνος· ίσως να είναι ένας μυστηριώδης τύπος που θα υποβοηθήσει αργότερα στο να ανακαλυφθεί ο δολοφόνος· ή ίσως να είναι το θύμα του δολοφόνου.
Ο περαστικός που συναντήσαμε στο πάρκο, σύμφωνα με τον κύριο Τσέχοφ, αποκλείεται να είναι ένας τυχαίος με τον οποίο είπαμε δυο, τρεις φιλοσοφίες της ζωής απλά για να τις πούμε.
Αυτό είναι περιοριστικό, νομίζω, και μάλλον αφαιρεί κάτι από τις αφηγήσεις παρά προσθέτει. Δεν έχει ενδιαφέρον να διαβάζω μια ιστορία όπου ξέρω πως τα πάντα είναι ένα στημένο παιχνίδι. Δεν μοιάζει αληθινό. Μοιάζει με ψέμα. Και δεν θέλεις η ιστορία σου να μοιάζει με ψέμα· θέλεις να μοιάζει με κάτι που ο άλλος μπορεί, οσοδήποτε φανταστικό κι αν είναι, να το μπερδέψει με την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα δεν είναι στημένη με τέτοιο τρόπο.
Επειδή κάποιος έχει ένα πιστόλι επάνω στο γραφείο του, αυτό δεν σημαίνει πως το πιστόλι πρέπει κιόλας να χρησιμοποιηθεί. Επειδή έχει το αγαλματίδιο ενός σκοτεινού θεού επάνω στη βιβλιοθήκη του, δεν σημαίνει πως το συγκεκριμένο αγαλματίδιο πρέπει να έχει και μαγικές ιδιότητες ή πρέπει να κρύβει κάποιο μυστικό. Μπορεί απλά να είναι εκεί επειδή ο παππούς του ήταν συλλέκτης σπάνιων αντικειμένων ο παππούς του, που δεν έχει καμια σχέση με την παρούσα πλοκή, γιατί είναι νεκρός.
Οι αληθινοί άνθρωποι έχουν αληθινές ζωές, και μέσα στις αληθινές ζωές μπλέκονται διάφορα τυχαία πράγματα. Αν όλα όσα αναφέρεις στην ιστορία είναι αποκλειστικά και μόνο για την προώθηση της πλοκής, τότε υποχρεωτικά κλέβεις από την αφήγηση αυτή την αληθοφάνεια. Της κλέβεις τη ζωντάνια.
Και ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα, έχω ανακαλύψει, είναι να νομίζεις πως αυτό που διαβάζεις, ή αυτό που γράφεις, έχει τη δική του ζωή. Τέτοιο πράγμα δεν επιτυγχάνεται όταν όλα είναι στημένα. Πολύ απλά, δεν γίνεται.
Ναι, μπορείς να γράψεις μια αρκετά καλή ιστορία έτσι· δεν το αμφιβάλλω. Μπορεί η ιστορία σου να είναι ακόμα και εξαιρετική· ούτε αυτό το αμφιβάλλω. Αλλά αποκλείεται να έχει την ίδια ζωντάνια με μια άλλη ιστορία που δεν είναι τόσο στημένη, ακόμα κι αν αυτή η ιστορία δεν είναι και πολύ «καλή», σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια.
Τελευταία φαίνεται πως, για κάποιο μυστηριώδη λόγο, συχνά αναφερώ στα άρθρα μου τις ιστορίες με τον Dray Prescot. Δεν ξέρω τι συμβαίνει· ίσως το φάντασμα του κύριου Alan Burt Akers να παίζει με το μυαλό μου. Όμως, ναι, θα αναφέρω ξανά αυτές τις ιστορίες. Μπορείς να πεις ότι, γενικά, δεν είναι και τόσο τρομερές σαν λογοτεχνία. Είναι, όμως, τρομερά ζωντανές. Δεν ακολουθούν τον νόμο του όπλου του Τσέχοφ, σε καμία περίπτωση. Και νομίζεις ότι, αληθινά, διαβάζεις κάτι που έχει βγει κατευθείαν από μια άλλη πραγματικότητα. Μου αρέσει αυτό. Πάντα το εκτιμώ σε ένα βιβλίο, ακόμα κι αν το βιβλίο υστερεί σε άλλα θέματα.
Ωστόσο, δεν μπορείς να πεις ότι ο κύριος Τσέχοφ λέει σαχλαμάρες. Έχει κάποια βάση αυτό που λέει. Αν το «όπλο» του δεν ισχύει ώς έναν βαθμό τουλάχιστον, δεν είναι ποτέ δυνατόν να έχουμε συγκροτημένη αφήγηση: θα έχουμε απλά σκόρπιες αναφορές γεγονότων
Αλλά, για στάσου· δεν μπορούμε να έχουμε ένα λογοτεχνικό βιβλίο που αποτελείται από σκόρπια γεγονότα, χαοτικά πεταμένα από δω κι από κει; Φυσικά και μπορούμε. Μάλιστα, έχω γράψει ένα που είναι οριακά έτσι (δεν το έχω δημοσιεύσει ακόμα· είναι στον δεύτερο κύκλο του Θρυμματισμένου Σύμπαντος). Αλλά αυτή δεν είναι η συνηθισμένη μορφή αφήγησης. Ούτε μπορεί όλα τα βιβλία να είναι γραμμένα με τέτοιο τρόπο.
Νομίζω ότι, όπως και σε πολλά άλλα θέματα, ο αφηγητής οφείλει να ακολουθεί μια ενστικτώδη ισορροπία. Ναι, σίγουρα πολλά στοιχεία μέσα σε μια ιστορία πρέπει να έχουν νόημα για την αφήγηση, αλλιώς δεν θα υφίσταται ιστορία. Όμως, αν δεν υπάρχουν συγχρόνως και κάποια στοιχεία που μοιάζουν άσχετα, πάντα θα χάνεις σε ζωντάνια. Αν κάθε διάλογος, κάθε δράση, κάθε αναφορά ξέρεις ότι είναι για να προωθήσει την πλοκή, τότε καταλαβαίνεις ότι όλα είναι ένα παιχνίδι. Δεν βιώνουμε πλέον μια εναλλακτική πραγματικότητα, απλά ακούμε ένα παραμύθι, μια αλληγορία ίσως.
Σε ορισμένα από τα τυχαία στοιχεία πρέπει να δίνεται η ίδια βαρύτητα που δίνεται και στα στοιχεία που αφορούν άμεσα την πλοκή, αν θέλεις να δημιουργήσεις την αίσθηση μιας εναλλακτικής πραγματικότητας. Μπορεί ο βασικός χαρακτήρας μας να συναντήσει έναν περαστικό στο πάρκο, να ανταλλάξει μερικές κουβέντες μαζί του, να δει τις τελευταίες μόδες στις βιτρίνες, να πάει σπίτι του, να κάνει σεξ, και να παρακολουθήσει μια ταινία, χωρίς τίποτα από αυτά να σχετίζεται άμεσα με την πλοκή.
Όταν παρακολουθείς μια αφήγηση χωρίς να ξέρεις τι ακριβώς σχετίζεται με τη βασική υπόθεση αλλά το ανακαλύπτεις καθώς η ιστορία εξελίσσεται, τότε τα πάντα είναι πιο συναρπαστικά. Δεν βλέπεις απλά τα κομμάτια ενός παζλ να δένουν σταδιακά το ένα με το άλλο· βιώνεις μια εναλλακτική πραγματικότητα μέσα από την οποία προσπαθείς να βγάλεις κάποιο κεντρικό νόημα μαζί με τους χαρακτήρες.
Η αφηγηματική τέχνη δεν είναι όπως το δοκίμιο. Δεν αφηγείσαι ιστορίες για να αναπτύξεις ένα θέμα, ούτε για να εκφράσεις μια συγκεκριμένη άποψη. Αφηγείσαι ιστορίες, πρώτον, για να τις βιώσεις εσύ και, δεύτερον, ο αναγνώστης. Και αυτή η εμπειρία υποβοηθιέται από τα τυχαία στοιχεία μέσα στην αφήγηση.
