3/1/2013
Η Δαιμονοποίηση του Εχθρού
Διεστραμμένοι κακοί, φρενοβλαβείς αντίπαλοι, και όλοι όσοι φοβόμαστε μη μας χαλάσουν την παρέα.
Σίγουρα θα έχετε έρθει όλοι σε κάποια επαφή τουλάχιστον με λογοτεχνία ή και ταινίες που παρουσιάζουν τους Ναζί της Γερμανίας του Χίτλερ ως απόλυτα και ανεπανόρθωτα διεστραμμένους και κακούς. Η προσωποποίηση του σκότους. Οι κακοί που μπορείς να σκοτώνεις χωρίς καμία επιφύλαξη και χωρίς τύψεις. Άλλωστε, είπαμε, είναι κακοί.
Υπάρχει αμφιβολία;
Το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς του Χίτλερ, αναμφίβολα, διοικείτο από κάποιους τελείως διεστραμμένους μαλάκες που θεωρούσαν σωστό να καταπιέζουν κατά βούληση τους άλλους ανθρώπους. Κάτι που, εκτός αν είσαι κι εσύ παρόμοιος, δεν νομίζω ότι είναι δυνατόν να θεωρείς ανθρωπιστικό, ή έστω λογικό ασχέτως τι ιδεώδη μπορεί να υπήρχαν πίσω από ένα τέτοιο κίνημα ή παρεμφερή κινήματα.
Επομένως, οι Ναζί ήταν γενικά απάνθρωποι· αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούσα αμφισβητήσω. Όμως: ήταν όλοι οι Ναζί της Γερμανίας του 40 διεστραμμένοι παράφρονες που βασάνιζαν άλλους ανθρώπους ενώ συγχρόνως γελούσαν πίνοντας κούπες γεμάτες αίμα; Μάλλον όχι. Μια μεγάλη πλειοψηφία και, κυρίως, οι στρατιώτες ήταν απλώς θύματα πλύσης εγκεφάλου. Τους είχαν μάθει να υπακούνε και υπάκουγαν· έκαναν αυτό που είχαν υπνωτιστεί να κάνουν. Πολλοί άλλοι ήταν πολύ φοβισμένοι για να αντιδράσουν, οπότε πάλι έκαναν ό,τι τους έλεγαν. Κάποιοι άλλοι ήταν ιδεαλιστές· πίστευαν σαυτές τις μαλακίες περί «ανώτερης φυλής» Αλλά αυτούς, πες, μπορείς να τους κατατάξεις ανάμεσα στους κακούς και διεστραμμένους.
Στη λογοτεχνία και στις ταινίες αυτό σπάνια φαίνεται. Ποτέ δεν παρουσιάζεται έστω και μια μικρή αρετή των Ναζί έστω ότι επειδή είναι φοβισμένοι υπηρετούν τον Χίτλερ. Πάρτε για παράδειγμα τις ταινίες με τον Ιντιάνα Τζόουνς ή το Inglourious Basterds του Tarantino. Δεν υπάρχει συμπαθής Ναζί εκεί μέσα. Ούτε αξιωματικός ούτε στρατιωτικός ούτε καθαρίστρια. Όλα αυτά μοιάζουν πολύ με προπαγάνδα. Δικαιολογημένη μεν. Ήταν μια εποχή που οι Ευρωπαίοι είχαμε υποφέρει τα πάνδεινα από τους Ναζί. Φυσικό είναι να θέλεις να δαιμονοποιήσεις τον εχθρό.
Και έφερα το παράδειγμα των Γερμανών Ναζί επειδή είναι το πιο ακραίο παράδειγμα, νομίζω, που υπάρχει σαυτή την περίπτωση.
Η δαιμονοποίηση του εχθρού, στην τέχνη.
Δεν θα μείνω στους Ναζί, όμως, γιατί είναι μπανάλ, και δεν είναι, άλλωστε, αυτοί το θέμα του άρθρου. Σκέφτηκα να το γράψω, κυρίως, επειδή διάβασα πρόσφατα το Araminta Station του Jack Vance, κι αυτό με οδήγησε σε άλλες σκέψεις σχετικά με τη δαιμονοποίηση ορισμένων ατόμων ή ομάδων. Διαβάστε, πρώτα, τη βιβλιοκριτική μου για το Araminta Station και μετά συνεχίζουμε εδώ...
Διαβάσατε τη βιβλιοκριτική για το Araminta Station; Αν όχι, διαβάστε την. Δεν το λέω τυχαία.
Τώρα που διαβάσατε τη βιβλιοκριτική, θα είδατε ότι ένας από τους λόγους που δεν μου άρεσε αυτό το μυθιστόρημα ήταν ο συντηρητισμός που επιδεικνύει και, κυρίως, η δαιμονοποίηση των αντιπάλων. Είναι ένα φαινόμενο που μπορείς να παρατηρήσεις σε αρκετά μυθιστορήματα, ταινίες, κόμιξ σε κάθε μορφή αφήγησης. Παρουσιάζουμε τον εχθρό ως ανεπανόρθωτα κακό, διεστραμμένο, τρελό. Αναρωτιέσαι αν είναι καν άνθρωπος. Αντιθέτως, ο καλός είναι τελείως καλός.
Σίγουρα, μέσα σε μια ιστορία πρέπει να υπάρχουν κάποιοι ήρωες και κάποιοι αντίπαλοι ή, τουλάχιστον, είναι πολύ συνηθισμένο σε πολλές μορφές ιστοριών. Αλλά από αυτό δεν προκύπτει και ότι πρέπει κατευθείαν κάποιος να πιάσει τα άκρα. Ο αντίπαλος μπορεί να είναι αντίπαλος ακόμα κι αν, ώς ένα σημείο, έχει κάποιο δίκιο· και ο ήρωας μπορεί να είναι ήρωας ακόμα κι αν, κάπου-κάπου, κάνει και απαράδεκτα πράγματα.
Η ανάγκη για δαιμονοποίηση του εχθρού είναι κάτι το νοσηρό. Χρησιμοποιείται μόνο στην προπαγάνδα και στον κοινωνικό έλεγχο. Όταν προπαγανδίζεις, σκοπός σου είναι να κάνεις τον εχθρό να φαίνεται ως τελείως ανεπιθύμητος, ώστε ο αποδέκτης της προπαγάνδας να μην έχει κανέναν δισταγμό να του εναντιωθεί και να μη δείξει κανένα έλεος προς αυτόν. Όταν ασκείς κοινωνικό έλεγχο, σκοπός σου είναι να κάνεις τους ελεγχόμενους να πιστέψουν ότι η κοινωνία σου είναι καλή και άγια, και όποιος παρεκκλίνει από τις επιταγές της είναι, το λιγότερο, ψυχοπαθής όχι απλά αντιφρονών, γιατί ο αντιφρονών μπορεί να έχει και κάποιο δίκιο. Εσύ δεν θέλεις ο ενάντιος στην κοινωνία σου να έχει κάποιο δίκιο: πρέπει οπωσδήποτε να είναι «κακός», άρα πρέπει ή να συμμορφωθεί (δηλαδή να υποταχθεί στις επιταγές σου) ή να αφανιστεί. Και θέλεις και όλοι οι ελεγχόμενοι να πιστέψουν ακριβώς αυτό το ψέμα που τους πουλάς ως αλήθεια.
Δυστυχώς, υπάρχει κι ένα μεγάλο μέρος της τέχνης (και κυρίως της αφηγηματικής τέχνης) που κάνει, συνειδητά ή ασυνείδητα, το ίδιο πράγμα περίπου. Δαιμονοποιεί τον εχθρό.
Ακόμα και τους ειρηνιστές μπορείς να δαιμονοποιήσεις αν θέλεις (!), όπως αποδεικνύει το Araminta Station. Δεν υπάρχει άτομο ή κοινωνική ομάδα που να μην μπορείς να δαιμονοποιήσεις με λίγη κακή θέληση.
Και τίθεται το ερώτημα: τι θα πρέπει να κάνει η αφηγηματική τέχνη; Δεν θα πρέπει να παίρνει καμία θέση; Θα πρέπει να παρουσιάζει τα πάντα ως υποκειμενικά; Αυτό, όσο κι αν το θέλουμε, δεν μπορεί ποτέ να γίνει. Υποχρεωτικά κάποια θέση θα πάρεις μέσα από ένα αφηγηματικό έργο. Αλλά πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν και κάποιες εξισορροπητικές δυνάμεις σε όλα, ώστε να δίνεται μια πιο σφαιρική εικόνα, όχι μια μονόπλευρη εκτός αν είσαι πλήρως εστιασμένος, αποκλειστικά και μόνο, στη μία πλευρά του θέματος. Για παράδειγμα, αν γράφεις σε πρώτο πρόσωπο για έναν Έλληνα αγωνιστή του 40 που πολεμά τους Ναζί, τότε μάλλον δεν είναι και πολύ εύκολο να παρουσιάσεις σφαιρική εικόνα· για εκείνον οι Ναζί θα πρέπει να είναι κακοί. Το ίδιο ισχύει και για άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, είτε είναι σε φανταστικούς κόσμους είτε στον «πραγματικό». Αλλά εγώ δεν μιλάω για τέτοιες περιπτώσεις, προφανώς.
Κι αυτό είναι ένα πρόβλημα που συνάντησα και στις ιστορίες που έγραψα για το Θρυμματισμένο Σύμπαν. Δηλαδή, πώς θα παρουσιάσω τους Παντοκρατορικούς. Είναι προφανές ότι οι επαναστάτες είναι οι «καλοί» της υπόθεσης και οι Παντοκρατορικοί οι «κακοί». Αλλά δεν ήθελα να κάνω με τους Παντοκρατορικούς το ίδιο που γίνεται με τους Ναζί στις περισσότερες αφηγήσεις. Ήθελα να φανεί ότι, ακόμα κι ανάμεσα σαυτούς, υπάρχουν οι τελείως διεστραμμένοι, οι συμφεροντολόγοι, οι παραπλανημένοι, οι φοβισμένοι, αλλά και τα θύματα. Παρομοίως, και όλοι οι επαναστάτες δεν είναι άγιοι. Για την ακρίβεια, κανένας δεν είναι άγιος. Το κατά πόσο το έχω πετύχει, ο κάθε αναγνώστης μπορεί να το κρίνει από μόνος του.
Στις σύγχρονες ιστορίες του φανταστικού, η αλήθεια είναι πως έχει αρχίσει να δίνεται μια πιο σφαιρική άποψη των καταστάσεων. Όχι πως αποκλείεται κάποια πράγματα να διαμονοποιούνται, όμως υπάρχει κι ένα ισχυρό ρεύμα προς την αντίθετη κατεύθυνση την πιο πολυμορφική. Για παράδειγμα, το A Song of Ice and Fire του Martin. Οι Lannister είναι ψιλοκακοί, δεν μπορείς να πεις όχι, αλλά δεν παύουν να έχουν κάποιες αρετές, και να είναι κι αυτοί άνθρωποι, με τις δικές τους σκέψεις και επιθυμίες, τη δική τους λογική. Εξελίσσονται και αλλάζουν. Σε αντιδιαστολή, στον Άρχοντα των Δακτυλιδιών, του Τόλκιν, οι κακοί είναι τελείως ακατανόητες δυνάμεις και οι πολεμιστές τους, τα Ορκ, είναι ουσιαστικά ρομποτοειδείς μηχανές πολέμου. Και δεν το λέω αυτό για να κατηγορήσω τον Τόλκιν· απλά έτσι είναι δομημένη η ιστορία του. Και είναι μια από τις τριλογίες που, ούτως ή άλλως, μου αρέσουν. Τουλάχιστον, η δαιμονοποίηση του Τόλκιν τείνει προς το μεταφυσικό κακό που ενυπάρχει βαθιά στην ψυχή του ανθρώπου και οδηγεί σε μια σχεδόν σουρεαλιστική κατάσταση. Δεν είναι η ίδια δαιμονοποίηση με αυτή που παρουσιάζεται, για παράδειγμα, στο Araminta Station, όπου όλοι οι (ανθρώπινοι, όχι δαιμονικοί) αντίπαλοι είναι είτε μαλάκες είτε φρενοβλαβείς.
Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορώ να ανεχθώ στην τέχνη, αλλά η άκριτη προκατάληψη δεν είναι ένα από αυτά. Και δεν μιλάω για τις προκαταλήψεις που μπορεί να έχει ένας φανταστικός χαρακτήρας μέσα στην ιστορία, αλλά για την προκατάληψη που διαφαίνεται είτε εσκεμμένα είτε μη μέσα από όλο το έργο. Οι προκαταλήψεις που μπορεί να έχει ένας φανταστικός χαρακτήρας είναι, μάλιστα, για εμένα, πολύ επιθυμητές, γιατί από αυτές ο συγγραφέας έχει τη δυνατότητα να μας οδηγήσει σε διάφορα ενδιαφέροντα μονοπάτια ιδεολογικού και ψυχικού τύπου. Μέσα από εκεί μπορεί να φανεί ότι ίσως, τελικά, δεν είναι και τόσο καλό να έχουμε προκαταλήψεις, είτε επειδή ο φανταστικός χαρακτήρας αλλάζει σκέψεις στο τέλος είτε επειδή δεν αλλάζει σκέψεις ποτέ.
Κάπου εδώ θα μπορούσα, επίσης, να γράψω και για τις απρόσωπες εχθρικές δυνάμεις στη φανταστική λογοτεχνία κάτι που συχνά παρουσιάζεται (όπως, πχ, ο Sauron στον Άρχοντα των Δακτυλιδιών). Αλλά θα το αφήσω, καλύτερα, για άλλο άρθρο, το οποίο μπορείτε να θεωρήσετε συνέχεια αυτού εδώ.
