Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Περί Γραφής: Αληθοφανείς Χαρακτήρες Πώς να φτιάχνεις λογοτεχνικές προσωπικότητες που μοιάζουν πραγματικές
Αν ρωτήσεις δέκα συγγραφείς πώς να φτιάχνεις αληθοφανείς χαρακτήρες, κατά πάσα πιθανότητα θα λάβεις δέκα απαντήσεις που θα είναι από λίγο διαφορετικές αναμεταξύ τους έως
πολύ διαφορετικές. Αυτό δεν είναι τυχαίο, ούτε κακό. Δεν υπάρχει κανένας συγκεκριμένος τρόπος για να φτιάχνεις αληθοφανείς λογοτεχνικούς χαρακτήρες, όμως είναι κάτι που όταν το βλέπεις το αναγνωρίζεις. Είναι, σε μεγάλο βαθμό, από εκείνα τα διαισθητικά πράγματα.
Όταν διαβάζω ένα βιβλίο μπορώ να πω αν θεωρώ τους χαρακτήρες περισσότερο ή λιγότερο αληθοφανείς και, συνήθως, μπορώ να πω κιόλας γιατί μου μοιάζουν έτσι. Για παράδειγμα, επειδή έχουν τα τάδε στοιχεία. Όμως αυτά τα στοιχεία από μόνα τους δεν συνιστούν αληθοφανείς ή μη χαρακτήρες. Μπορεί να διαβάσεις ένα βιβλίο όπου θεωρείς τους χαρακτήρες αληθοφανείς επειδή έχουν αυτά τα στοιχεία, ενώ σε ένα άλλο βιβλίο οι χαρακτήρες δεν σου μοιάζουν αληθοφανείς
παρότι έχουν τα ίδια στοιχεία. Τι συμβαίνει, λοιπόν, σε τέτοιες περιπτώσεις; Η απάντηση είναι
Δεν ξέρω, και ούτε νομίζω πως κανένας ξέρει. Οφείλεται και στο γεγονός ότι, εκτός από διαισθητικό, το όλο θέμα είναι και υποκειμενικό από ένα σημείο και μετά. Μπορεί εσύ να θεωρείς τους χαρακτήρες ενός βιβλίου αληθοφανείς κι ένας άλλος να τους θεωρεί χάρτινες καρικατούρες. Έχει συμβεί· πολλές φορές.
Επομένως, απλώς θα αναφέρω κάποια πράγματα που πιστεύω ότι μπορούν να βοηθήσουν στο να φτιάξει κανείς αληθοφανείς χαρακτήρες, χωρίς όμως να είναι σίγουρο πως ο συνδυασμός αυτών των στοιχείων δίνει πάντοτε τα ίδια αποτελέσματα. Δηλαδή, 1+2+3 δεν μας κάνει πάντα 6· μπορεί να κάνει και Ø ή ◊.
Ορισμένοι φαίνεται να πιστεύουν ότι, για να φτιάξεις έναν αληθοφανή χαρακτήρα, είναι καλό να πεις στην αρχή της ιστορίας σου ποιος είναι, τι πιστεύει, και από πού κρατά η σκούφια του. Βλέπεις έτσι, στις αρχές κάμποσων μυθιστορημάτων, ο συγγραφέας να μας εξιστορεί, υπό μορφή αναδρομής στο παρελθόν, όλη την προϊστορία του χαρακτήρα και τα πιστεύω του μέχρι την παρούσα στιγμή. Αυτό δεν νομίζω ότι, συνήθως, είναι αποτελεσματικό. Για τρεις λόγους:
(α) Σπάνια κάποιος κάθεται και σκέφτεται όλο του το ιστορικό και τις πεποιθήσεις του μονοκοπανιά, οπότε στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι αληθοφανές να το παρουσιάζεις έτσι.
(β) Είναι βαρετό, απλά και ξεκάθαρα· δεν κινείται η ιστορία, κοκαλώνει και αρχίζεις να μας εξιστορείς ενώ χασμουριόμαστε. Τι μας νοιάζει, εξάλλου, ποιος είναι ο χαρακτήρας σου και τι πιστεύει ενώ ακόμα δεν έχουμε δει τίποτα να γίνεται μαυτόν; Δεν είναι πιο καλά να μας παρουσιάσεις το ιστορικό του μετά, σταδιακά, μέσα από την πλοκή, όταν αυτό έχει κάποιο νόημα και ενδιαφέρον;
(γ) Μάλλον δεν θα τα θυμόμαστε αργότερα. Όταν περάσουν αυτές οι πρώτες σελίδες όπου μας αραδιάζεις τα πάντα για τον χαρακτήρα σου, όλα θα τα έχουμε ξεχάσει, και δεν πρόκειται να ανατρέξουμε πίσω για να δούμε ποιος είναι ο χαρακτήρας και τι πιστεύει.
Ξαναλέω, βέβαια, ότι, φυσικά, τίποτα από αυτά δεν είναι απόλυτο. Μπορεί κάποιος να το κάνει ακριβώς όπως προτείνω να
μην το κάνει και να βγει κάτι υπέροχο. Όμως, κατά τη γνώμη μου, αυτή δεν είναι η συνηθισμένη περίπτωση· προτιμώ να ανακαλύπτω το ιστορικό και τις πεποιθήσεις ενός χαρακτήρας καθώς η ιστορία προχωρά. Εκτός των άλλων, το βρίσκω και πιο αληθοφανές.
Επίσης μια γερή δόση αληθοφάνειας δίνει το αν σκέφτεσαι τον κάθε χαρακτήρα μιας ιστορίας σφαιρικά, όχι μόνο για μια συγκεκριμένη λειτουργία. Το γεγονός ότι κάποιος είναι πολεμιστής, για παράδειγμα, ή βάρβαρος, ή επιστήμονας, αν και τον χαρακτηρίζει, δεν προσδίδει και τίποτα σπουδαίο στην αληθοφάνειά του. Η αληθοφάνεια είναι στα
μικρά πράγματα. Ένας βάρβαρος που αρνείται να φάει κρέας γιατί πιστεύει στη Θεά της Ζωής είναι πιο αληθοφανής από έναν βάρβαρο που είναι μόνο... βάρβαρος άγριος και δυνατός και άξεστος. Όταν συνδυάσεις πολλά μικρά στοιχεία, από διάφορες πτυχές ενός χαρακτήρα, είναι που τον κάνεις αληθοφανή. Σκέψου τι τρώει, τι πιστεύει για τον έρωτα, πώς ταξιδεύει, ποιες είναι οι πεποιθήσεις του για την εξουσία, τι νομίζει για τη θρησκεία, για τον πόλεμο. Και δεν είναι ανάγκη να τα σκεφτείς όλα αυτά αμέσως· μπορείς να τα σκέφτεσαι και να τα εξελίσσεις όσο γράφεις την ιστορία σου. Αν μη τι άλλο, αυτό δίνει περισσότερη αληθοφάνεια, νομίζω, γιατί αναγκάζεσαι να τα παρουσιάσεις σταδιακά και αποφεύγεις τον πειρασμό να πεις τα πάντα για τον χαρακτήρα σου στο πρώτο κεφάλαιο. Πρόσεχε, όμως, να μην αντιφάσκεις. Όλα εμπεριέχουν και τις παγίδες τους.
Τα μικρά πράγματα είναι που έχουν σημασία στην αληθοφάνεια ενός χαρακτήρα, πολύ περισσότερο από τα μεγάλα και οφθαλμοφανή. Αλλά κι αυτά δεν είναι ασήμαντα. Σκέψου, για παράδειγμα, το παρουσιαστικό ενός χαρακτήρα. Παρότι σήμερα πολλοί συγγραφείς σνομπάρουν την εμφάνιση των χαρακτήρων και δεν της δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα, νομίζω πως δεν έχουν δίκιο. Η εμφάνιση είναι σημαντική. Άλλο είναι ένας αδίστακτος επιστήμονας που πιστεύει στον πόλεμο, άλλο ένας αδίστακτος επιστήμονας με αλλήθωρο αριστερό μάτι ο οποίος πιστεύει στον πόλεμο. Άλλο είναι ένας μυώδης (γομάρι!) καλλιτέχνης με τρομερές ευαισθησίες, κι άλλο ένας καλλιτέχνης με τρομερές ευαισθησίες. Σου φέρνουν στο μυαλό διαφορετικές εικόνες ανθρώπων. Κι αυτό είναι αληθοφάνεια.
Η συμπεριφορά προσδίδει, επίσης, αληθοφάνεια. Το πώς φέρεται ο χαρακτήρας. Και πρέπει να έχεις πάλι υπόψη ότι πολύ βασικά είναι
και τα μικρά πράγματα. Πρέπει να ξέρεις αν η ξενοδόχος τσαντίζεται εύκολα, αλλά κι αν ανάβει τα τσιγάρα της με συγκεκριμένα στιλ. Πρέπει να ξέρεις αν ο μηχανικός λέει πάντα ανόητα αστεία, άσχετα με την περίσταση, αλλά και αν κοιτάζει πάντα, αμήχανα, από την άλλη όποτε παρουσιάζεται μια όμορφη γυναίκα.
Μέχρι στιγμής, αν συνδυάσεις όλα όσα έχουμε αναφέρει για να φτιάξεις έναν χαρακτήρα, θα είναι, νομίζω, αρκετά αληθοφανής. Αλλά, βέβαια, η λίστα δεν τελειώνει εδώ.
Ο διάλογος είναι πολύ σημαντικός: το πώς μιλάει ο χαρακτήρας στους άλλους. Για να είναι πετυχημένος πρέπει να μοιάζει με τον διάλογο που βλέπεις να κάνουν οι πραγματικοί άνθρωποι γύρω σου χωρίς, όμως, να είναι και
πολύ ίδιος μαυτόν. Αν προσέξεις θα δεις ότι οι άνθρωποι αφήνουν πολλές προτάσεις ανολοκλήρωτες, ή επαναλαμβάνονται, ή συνέχεια διακόπτουν ο ένας τον άλλο, ή χρησιμοποιούν τελείως λάθος λέξεις ή σύνταξη. Όλα αυτά μπορείς να τα χρησιμοποιήσεις κάπου-κάπου για να δώσεις αληθοφάνεια, αλλά όταν χρησιμοποιούνται ακατάπαυστα το όλο πράγμα καταντά αστείο παρότι, στην ουσία,
είναι ρεαλιστικό. Στη λογοτεχνία δεν το θέλεις αυτό. Γιαυτό κιόλας πολλές φορές λένε ότι η λογοτεχνία μοιάζει να είναι πιο πραγματική από την πραγματικότητα: επειδή, όταν είναι καλή, περιλαμβάνει όλα εκείνα τα στοιχεία της πραγματικότητας αλλά τα
επαυξάνει, τους δίνει νόημα. Η λογοτεχνία είναι η αναζήτηση νοήματος σε ένα κατά βάση χαοτικό σύμπαν. Αυτό ισχύει και στον διάλογο. Θέλεις οι χαρακτήρες να ακούγονται σαν πραγματικοί άνθρωποι αλλά όχι
ακριβώς όπως οι πραγματικοί άνθρωποι. Θέλεις να έχουν ύφος. Θέλεις να διαβάζεις τις αράδες του διαλόγου και να γουστάρεις που τις διαβάζεις, όχι να χασμουριέσαι και να τις θεωρείς μπανάλ.
Δύο παγίδες υφίστανται όταν γράφεις διάλογο: Η πρώτη είναι ότι μπορεί να κάνεις τους χαρακτήρες να μιλάνε σαν να γράφουν επιστημονικό ή φιλοσοφικό κείμενο (πράγμα που είναι τελείως αντιρρεαλιστικό)· η δεύτερη είναι ότι μπορεί να τους κάνεις να μιλάνε τόσο πολύ σαν πραγματικοί άνθρωποι που το θέμα καταντά ανούσιο. Το σημαντικότερο, λοιπόν, είναι οι χαρακτήρες σου να μιλάνε με
ύφος.
Τι ακριβώς είναι το ύφος; Δεν υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση, φυσικά. Μπορεί να είναι ο τρόπος που δομείς τις προτάσεις σου όταν μιλάει ένας χαρακτήρας· μπορεί να είναι οι λέξεις που ο χαρακτήρας χρησιμοποιεί· μπορεί να είναι οι φράσεις που του αρέσει να επαναλαμβάνει. Ή μπορεί να μην είναι τίποτα από αυτά.
Επιστρέφοντας ξανά στην εμφάνιση ενός χαρακτήρα, ας έχουμε υπόψη πως δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα του ρουχισμού του. Πώς του αρέσει να ντύνεται. Αυτό είναι ακόμα κάτι που πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς το σνομπάρουν, και πιστεύω πάλι ότι κακώς το σνομπάρουν. Το πώς ντύνεται κανείς τού προσδίδει ένα ύφος, άρα και αληθοφάνεια. Άλλο είναι μια ευγενική και έξυπνη γραμματέας με γυαλιά, κι άλλο είναι μια ευγενική και έξυπνη γραμματέας που πάντα φορά ρούχα με ψηλούς γιακάδες και γυαλιά με λαξευτό πλαίσιο. Σου δημιουργεί διαφορετική νοητική εικόνα. Η γραμματέας γίνεται λιγάκι πιο αληθινή μέσα στο μυαλό σου.
Και, πηγαίνοντας από τα φανερά στα όχι και τόσο φανερά, πρέπει να έχει κανείς υπόψη του και τις σκέψεις και τα συναισθήματα των χαρακτήρων, ακόμα κι αν είναι δευτερεύοντες. Ακόμα κι αν δεν θέλεις να μας γράψεις τι σκέφτεται ο χαρακτήρας ή τι νιώθει, καλό είναι να το έχεις υπόψη σου, ώστε να παρουσιάζεις ανάλογα τις αντιδράσεις του καθώς και τι βλέπουν οι άλλοι χαρακτήρες επάνω του. Το τι σκέφτεται και τι νιώθει κανείς προσδίδουν αληθοφάνεια, δίχως αμφιβολία. Για παράδειγμα, ο βάρβαρος χαρακτήρα σου ρίχνεται μέσα σε μια αρένα και βλέπει αντίκρυ του ένα άγριο λιοντάρι. Ο βάρβαρος αμέσως αρχίζει να παλεύει μαζί του
Στοπ! Αν ο βάρβαρος είναι βασικός χαρακτήρας, αν είναι ένας από εκείνους τους χαρακτήρες που μπαίνεις μέσα στο κεφάλι τους και μας λες τι σκέφτονται και νιώθουν, πες μας κάτι για το τι αισθάνεται αυτός ο άνθρωπος. Μπορεί να είναι μυώδης και δυνατός, αλλά δεν μπορεί να είναι και τελείως αναίσθητος. Σίγουρα φοβήθηκε λιγάκι όταν είδε το άγριο λιοντάρι να του ορμά, αλλά, δαμάζοντας τον τρόμο του, βάλθηκε στη συνέχεια να δαμάσει και το ίδιο το λιοντάρι. Αν ο βάρβαρος δεν είναι βασικός χαρακτήρας και δεν θέλεις να μας πεις άμεσα τι νιώθει, μπορείς να μας περιγράψεις τι βλέπει επάνω του κάποιος άλλος χαρακτήρας που τον παρατηρεί. Ίσως να διακρίνει την εσωτερική πάλη του βαρβάρου την εκδίωξη του φόβου προκειμένου να επιδοθεί ανεπηρέαστος στη μάχη ή ίσως να θαυμάζει τον βάρβαρο, ξαφνιασμένος που «αυτό το θηρίο» δεν νιώθει φόβο.
Ένα τελευταίο πράγμα που πρέπει κανείς να θυμάται όταν φτιάχνει χαρακτήρες είναι αυτό που ανέφερα και πιο πάνω, όταν μιλούσα για τον διάλογο: να κάνει τους χαρακτήρες να φαίνονται πραγματικοί χωρίς, όμως, να είναι και
τελείως πραγματικοί. Οι αληθινοί άνθρωποι σπάνια έχουν τόσο μεγάλο ενδιαφέρον ως λογοτεχνικοί χαρακτήρες. Ακόμα και οι συγγραφείς που γράφουν συμβατική λογοτεχνία, για τα «αληθινά προβλήματα» του κόσμου και τα λοιπά και τα λοιπά, κάνουν υπέρβαση ουσιαστικά, είτε συνειδητά είτε όχι. Τα πάντα παρουσιάζονται στον υπερθετικό βαθμό· δεν είναι
ακριβώς όπως στην πραγματικότητα. Είναι απλώς αρκετά πραγματικά ώστε να μοιάζουν αληθοφανή. Κι αυτό είναι που θέλεις να πετύχεις, είτε γράφεις για μια λογίστρια που έχει βαρεθεί την ανιαρή ζωή της και αναζητά τον έρωτα που δεν μπορεί ποτέ να βρει, είτε γράφεις για έναν μάγο που προσπαθεί να κλέψει τον Λίθο της Γνώσης από την καρδιά ενός μυθικού δράκου, αν καταφέρει ποτέ να εντοπίσει τα ίχνη του.
Αλλά γιαυτό το θέμα έχω υπόψη μου να γράψω ένα άλλο άρθρο στο μέλλον. Δεν το υπόσχομαι, γιατί δεν θέλω να είναι υποχρεωτικά το επόμενο ή το μεθεπόμενο άρθρο που θα γράψω· όμως το έχω κατά νου.
Συνοψίζοντας, πολύ γενικά, για να φτιάξεις έναν αληθοφανή χαρακτήρα σκέψου τα εξής (και κυρίως τα μικρά πράγματα): πώς είναι ο χαρακτήρας σφαιρικά, από πολλές απόψεις της ζωής του· πώς είναι η εμφάνισή του· πώς συμπεριφέρεται· πώς μιλά· πώς ντύνεται· τι σκέφτεται, τι πιστεύει. Και παρουσίασέ τα όλα αυτά μόνο στις κατάλληλες στιγμές μέσα σε μια ιστορία. Αν κάτι δεν σου εμφανίζεται η ευκαιρία να το παρουσιάσεις, δεν πειράζει· μην το αναφέρεις καθόλου. Σημασία έχει να το ξέρεις και να το έχεις στο μυαλό σου. Παίζει ρόλο.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί ΓραφήςΑν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)