4/3/2013
Περί Γραφής: Αληθοφανείς Χαρακτήρες
Πώς να φτιάχνεις λογοτεχνικές προσωπικότητες που μοιάζουν πραγματικές
Αν ρωτήσεις δέκα συγγραφείς πώς να φτιάχνεις αληθοφανείς χαρακτήρες, κατά πάσα πιθανότητα θα λάβεις δέκα απαντήσεις που θα είναι από λίγο διαφορετικές αναμεταξύ τους έως πολύ διαφορετικές. Αυτό δεν είναι τυχαίο, ούτε κακό. Δεν υπάρχει κανένας συγκεκριμένος τρόπος για να φτιάχνεις αληθοφανείς λογοτεχνικούς χαρακτήρες, όμως είναι κάτι που όταν το βλέπεις το αναγνωρίζεις. Είναι, σε μεγάλο βαθμό, από εκείνα τα διαισθητικά πράγματα.
Όταν διαβάζω ένα βιβλίο μπορώ να πω αν θεωρώ τους χαρακτήρες περισσότερο ή λιγότερο αληθοφανείς και, συνήθως, μπορώ να πω κιόλας γιατί μου μοιάζουν έτσι. Για παράδειγμα, επειδή έχουν τα τάδε στοιχεία. Όμως αυτά τα στοιχεία από μόνα τους δεν συνιστούν αληθοφανείς ή μη χαρακτήρες. Μπορεί να διαβάσεις ένα βιβλίο όπου θεωρείς τους χαρακτήρες αληθοφανείς επειδή έχουν αυτά τα στοιχεία, ενώ σε ένα άλλο βιβλίο οι χαρακτήρες δεν σου μοιάζουν αληθοφανείς παρότι έχουν τα ίδια στοιχεία. Τι συμβαίνει, λοιπόν, σε τέτοιες περιπτώσεις; Η απάντηση είναι Δεν ξέρω, και ούτε νομίζω πως κανένας ξέρει. Οφείλεται και στο γεγονός ότι, εκτός από διαισθητικό, το όλο θέμα είναι και υποκειμενικό από ένα σημείο και μετά. Μπορεί εσύ να θεωρείς τους χαρακτήρες ενός βιβλίου αληθοφανείς κι ένας άλλος να τους θεωρεί χάρτινες καρικατούρες. Έχει συμβεί· πολλές φορές.
Επομένως, απλώς θα αναφέρω κάποια πράγματα που πιστεύω ότι μπορούν να βοηθήσουν στο να φτιάξει κανείς αληθοφανείς χαρακτήρες, χωρίς όμως να είναι σίγουρο πως ο συνδυασμός αυτών των στοιχείων δίνει πάντοτε τα ίδια αποτελέσματα. Δηλαδή, 1+2+3 δεν μας κάνει πάντα 6· μπορεί να κάνει και Ø ή ◊.
Ορισμένοι φαίνεται να πιστεύουν ότι, για να φτιάξεις έναν αληθοφανή χαρακτήρα, είναι καλό να πεις στην αρχή της ιστορίας σου ποιος είναι, τι πιστεύει, και από πού κρατά η σκούφια του. Βλέπεις έτσι, στις αρχές κάμποσων μυθιστορημάτων, ο συγγραφέας να μας εξιστορεί, υπό μορφή αναδρομής στο παρελθόν, όλη την προϊστορία του χαρακτήρα και τα πιστεύω του μέχρι την παρούσα στιγμή. Αυτό δεν νομίζω ότι, συνήθως, είναι αποτελεσματικό. Για τρεις λόγους:
(α) Σπάνια κάποιος κάθεται και σκέφτεται όλο του το ιστορικό και τις πεποιθήσεις του μονοκοπανιά, οπότε στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι αληθοφανές να το παρουσιάζεις έτσι.
(β) Είναι βαρετό, απλά και ξεκάθαρα· δεν κινείται η ιστορία, κοκαλώνει και αρχίζεις να μας εξιστορείς ενώ χασμουριόμαστε. Τι μας νοιάζει, εξάλλου, ποιος είναι ο χαρακτήρας σου και τι πιστεύει ενώ ακόμα δεν έχουμε δει τίποτα να γίνεται μαυτόν; Δεν είναι πιο καλά να μας παρουσιάσεις το ιστορικό του μετά, σταδιακά, μέσα από την πλοκή, όταν αυτό έχει κάποιο νόημα και ενδιαφέρον;
(γ) Μάλλον δεν θα τα θυμόμαστε αργότερα. Όταν περάσουν αυτές οι πρώτες σελίδες όπου μας αραδιάζεις τα πάντα για τον χαρακτήρα σου, όλα θα τα έχουμε ξεχάσει, και δεν πρόκειται να ανατρέξουμε πίσω για να δούμε ποιος είναι ο χαρακτήρας και τι πιστεύει.
Ξαναλέω, βέβαια, ότι, φυσικά, τίποτα από αυτά δεν είναι απόλυτο. Μπορεί κάποιος να το κάνει ακριβώς όπως προτείνω να μην το κάνει και να βγει κάτι υπέροχο. Όμως, κατά τη γνώμη μου, αυτή δεν είναι η συνηθισμένη περίπτωση· προτιμώ να ανακαλύπτω το ιστορικό και τις πεποιθήσεις ενός χαρακτήρας καθώς η ιστορία προχωρά. Εκτός των άλλων, το βρίσκω και πιο αληθοφανές.
Επίσης μια γερή δόση αληθοφάνειας δίνει το αν σκέφτεσαι τον κάθε χαρακτήρα μιας ιστορίας σφαιρικά, όχι μόνο για μια συγκεκριμένη λειτουργία. Το γεγονός ότι κάποιος είναι πολεμιστής, για παράδειγμα, ή βάρβαρος, ή επιστήμονας, αν και τον χαρακτηρίζει, δεν προσδίδει και τίποτα σπουδαίο στην αληθοφάνειά του. Η αληθοφάνεια είναι στα μικρά πράγματα. Ένας βάρβαρος που αρνείται να φάει κρέας γιατί πιστεύει στη Θεά της Ζωής είναι πιο αληθοφανής από έναν βάρβαρο που είναι μόνο... βάρβαρος άγριος και δυνατός και άξεστος. Όταν συνδυάσεις πολλά μικρά στοιχεία, από διάφορες πτυχές ενός χαρακτήρα, είναι που τον κάνεις αληθοφανή. Σκέψου τι τρώει, τι πιστεύει για τον έρωτα, πώς ταξιδεύει, ποιες είναι οι πεποιθήσεις του για την εξουσία, τι νομίζει για τη θρησκεία, για τον πόλεμο. Και δεν είναι ανάγκη να τα σκεφτείς όλα αυτά αμέσως· μπορείς να τα σκέφτεσαι και να τα εξελίσσεις όσο γράφεις την ιστορία σου. Αν μη τι άλλο, αυτό δίνει περισσότερη αληθοφάνεια, νομίζω, γιατί αναγκάζεσαι να τα παρουσιάσεις σταδιακά και αποφεύγεις τον πειρασμό να πεις τα πάντα για τον χαρακτήρα σου στο πρώτο κεφάλαιο. Πρόσεχε, όμως, να μην αντιφάσκεις. Όλα εμπεριέχουν και τις παγίδες τους.
Τα μικρά πράγματα είναι που έχουν σημασία στην αληθοφάνεια ενός χαρακτήρα, πολύ περισσότερο από τα μεγάλα και οφθαλμοφανή. Αλλά κι αυτά δεν είναι ασήμαντα. Σκέψου, για παράδειγμα, το παρουσιαστικό ενός χαρακτήρα. Παρότι σήμερα πολλοί συγγραφείς σνομπάρουν την εμφάνιση των χαρακτήρων και δεν της δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα, νομίζω πως δεν έχουν δίκιο. Η εμφάνιση είναι σημαντική. Άλλο είναι ένας αδίστακτος επιστήμονας που πιστεύει στον πόλεμο, άλλο ένας αδίστακτος επιστήμονας με αλλήθωρο αριστερό μάτι ο οποίος πιστεύει στον πόλεμο. Άλλο είναι ένας μυώδης (γομάρι!) καλλιτέχνης με τρομερές ευαισθησίες, κι άλλο ένας καλλιτέχνης με τρομερές ευαισθησίες. Σου φέρνουν στο μυαλό διαφορετικές εικόνες ανθρώπων. Κι αυτό είναι αληθοφάνεια.
Η συμπεριφορά προσδίδει, επίσης, αληθοφάνεια. Το πώς φέρεται ο χαρακτήρας. Και πρέπει να έχεις πάλι υπόψη ότι πολύ βασικά είναι και τα μικρά πράγματα. Πρέπει να ξέρεις αν η ξενοδόχος τσαντίζεται εύκολα, αλλά κι αν ανάβει τα τσιγάρα της με συγκεκριμένα στιλ. Πρέπει να ξέρεις αν ο μηχανικός λέει πάντα ανόητα αστεία, άσχετα με την περίσταση, αλλά και αν κοιτάζει πάντα, αμήχανα, από την άλλη όποτε παρουσιάζεται μια όμορφη γυναίκα.
Μέχρι στιγμής, αν συνδυάσεις όλα όσα έχουμε αναφέρει για να φτιάξεις έναν χαρακτήρα, θα είναι, νομίζω, αρκετά αληθοφανής. Αλλά, βέβαια, η λίστα δεν τελειώνει εδώ.
Ο διάλογος είναι πολύ σημαντικός: το πώς μιλάει ο χαρακτήρας στους άλλους. Για να είναι πετυχημένος πρέπει να μοιάζει με τον διάλογο που βλέπεις να κάνουν οι πραγματικοί άνθρωποι γύρω σου χωρίς, όμως, να είναι και πολύ ίδιος μαυτόν. Αν προσέξεις θα δεις ότι οι άνθρωποι αφήνουν πολλές προτάσεις ανολοκλήρωτες, ή επαναλαμβάνονται, ή συνέχεια διακόπτουν ο ένας τον άλλο, ή χρησιμοποιούν τελείως λάθος λέξεις ή σύνταξη. Όλα αυτά μπορείς να τα χρησιμοποιήσεις κάπου-κάπου για να δώσεις αληθοφάνεια, αλλά όταν χρησιμοποιούνται ακατάπαυστα το όλο πράγμα καταντά αστείο παρότι, στην ουσία, είναι ρεαλιστικό. Στη λογοτεχνία δεν το θέλεις αυτό. Γιαυτό κιόλας πολλές φορές λένε ότι η λογοτεχνία μοιάζει να είναι πιο πραγματική από την πραγματικότητα: επειδή, όταν είναι καλή, περιλαμβάνει όλα εκείνα τα στοιχεία της πραγματικότητας αλλά τα επαυξάνει, τους δίνει νόημα. Η λογοτεχνία είναι η αναζήτηση νοήματος σε ένα κατά βάση χαοτικό σύμπαν. Αυτό ισχύει και στον διάλογο. Θέλεις οι χαρακτήρες να ακούγονται σαν πραγματικοί άνθρωποι αλλά όχι ακριβώς όπως οι πραγματικοί άνθρωποι. Θέλεις να έχουν ύφος. Θέλεις να διαβάζεις τις αράδες του διαλόγου και να γουστάρεις που τις διαβάζεις, όχι να χασμουριέσαι και να τις θεωρείς μπανάλ.
Δύο παγίδες υφίστανται όταν γράφεις διάλογο: Η πρώτη είναι ότι μπορεί να κάνεις τους χαρακτήρες να μιλάνε σαν να γράφουν επιστημονικό ή φιλοσοφικό κείμενο (πράγμα που είναι τελείως αντιρρεαλιστικό)· η δεύτερη είναι ότι μπορεί να τους κάνεις να μιλάνε τόσο πολύ σαν πραγματικοί άνθρωποι που το θέμα καταντά ανούσιο. Το σημαντικότερο, λοιπόν, είναι οι χαρακτήρες σου να μιλάνε με ύφος.
Τι ακριβώς είναι το ύφος; Δεν υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση, φυσικά. Μπορεί να είναι ο τρόπος που δομείς τις προτάσεις σου όταν μιλάει ένας χαρακτήρας· μπορεί να είναι οι λέξεις που ο χαρακτήρας χρησιμοποιεί· μπορεί να είναι οι φράσεις που του αρέσει να επαναλαμβάνει. Ή μπορεί να μην είναι τίποτα από αυτά.
Επιστρέφοντας ξανά στην εμφάνιση ενός χαρακτήρα, ας έχουμε υπόψη πως δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα του ρουχισμού του. Πώς του αρέσει να ντύνεται. Αυτό είναι ακόμα κάτι που πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς το σνομπάρουν, και πιστεύω πάλι ότι κακώς το σνομπάρουν. Το πώς ντύνεται κανείς τού προσδίδει ένα ύφος, άρα και αληθοφάνεια. Άλλο είναι μια ευγενική και έξυπνη γραμματέας με γυαλιά, κι άλλο είναι μια ευγενική και έξυπνη γραμματέας που πάντα φορά ρούχα με ψηλούς γιακάδες και γυαλιά με λαξευτό πλαίσιο. Σου δημιουργεί διαφορετική νοητική εικόνα. Η γραμματέας γίνεται λιγάκι πιο αληθινή μέσα στο μυαλό σου.
Και, πηγαίνοντας από τα φανερά στα όχι και τόσο φανερά, πρέπει να έχει κανείς υπόψη του και τις σκέψεις και τα συναισθήματα των χαρακτήρων, ακόμα κι αν είναι δευτερεύοντες. Ακόμα κι αν δεν θέλεις να μας γράψεις τι σκέφτεται ο χαρακτήρας ή τι νιώθει, καλό είναι να το έχεις υπόψη σου, ώστε να παρουσιάζεις ανάλογα τις αντιδράσεις του καθώς και τι βλέπουν οι άλλοι χαρακτήρες επάνω του. Το τι σκέφτεται και τι νιώθει κανείς προσδίδουν αληθοφάνεια, δίχως αμφιβολία. Για παράδειγμα, ο βάρβαρος χαρακτήρα σου ρίχνεται μέσα σε μια αρένα και βλέπει αντίκρυ του ένα άγριο λιοντάρι. Ο βάρβαρος αμέσως αρχίζει να παλεύει μαζί του Στοπ! Αν ο βάρβαρος είναι βασικός χαρακτήρας, αν είναι ένας από εκείνους τους χαρακτήρες που μπαίνεις μέσα στο κεφάλι τους και μας λες τι σκέφτονται και νιώθουν, πες μας κάτι για το τι αισθάνεται αυτός ο άνθρωπος. Μπορεί να είναι μυώδης και δυνατός, αλλά δεν μπορεί να είναι και τελείως αναίσθητος. Σίγουρα φοβήθηκε λιγάκι όταν είδε το άγριο λιοντάρι να του ορμά, αλλά, δαμάζοντας τον τρόμο του, βάλθηκε στη συνέχεια να δαμάσει και το ίδιο το λιοντάρι. Αν ο βάρβαρος δεν είναι βασικός χαρακτήρας και δεν θέλεις να μας πεις άμεσα τι νιώθει, μπορείς να μας περιγράψεις τι βλέπει επάνω του κάποιος άλλος χαρακτήρας που τον παρατηρεί. Ίσως να διακρίνει την εσωτερική πάλη του βαρβάρου την εκδίωξη του φόβου προκειμένου να επιδοθεί ανεπηρέαστος στη μάχη ή ίσως να θαυμάζει τον βάρβαρο, ξαφνιασμένος που «αυτό το θηρίο» δεν νιώθει φόβο.
Ένα τελευταίο πράγμα που πρέπει κανείς να θυμάται όταν φτιάχνει χαρακτήρες είναι αυτό που ανέφερα και πιο πάνω, όταν μιλούσα για τον διάλογο: να κάνει τους χαρακτήρες να φαίνονται πραγματικοί χωρίς, όμως, να είναι και τελείως πραγματικοί. Οι αληθινοί άνθρωποι σπάνια έχουν τόσο μεγάλο ενδιαφέρον ως λογοτεχνικοί χαρακτήρες. Ακόμα και οι συγγραφείς που γράφουν συμβατική λογοτεχνία, για τα «αληθινά προβλήματα» του κόσμου και τα λοιπά και τα λοιπά, κάνουν υπέρβαση ουσιαστικά, είτε συνειδητά είτε όχι. Τα πάντα παρουσιάζονται στον υπερθετικό βαθμό· δεν είναι ακριβώς όπως στην πραγματικότητα. Είναι απλώς αρκετά πραγματικά ώστε να μοιάζουν αληθοφανή. Κι αυτό είναι που θέλεις να πετύχεις, είτε γράφεις για μια λογίστρια που έχει βαρεθεί την ανιαρή ζωή της και αναζητά τον έρωτα που δεν μπορεί ποτέ να βρει, είτε γράφεις για έναν μάγο που προσπαθεί να κλέψει τον Λίθο της Γνώσης από την καρδιά ενός μυθικού δράκου, αν καταφέρει ποτέ να εντοπίσει τα ίχνη του.
Αλλά γιαυτό το θέμα έχω υπόψη μου να γράψω ένα άλλο άρθρο στο μέλλον. Δεν το υπόσχομαι, γιατί δεν θέλω να είναι υποχρεωτικά το επόμενο ή το μεθεπόμενο άρθρο που θα γράψω· όμως το έχω κατά νου.
Συνοψίζοντας, πολύ γενικά, για να φτιάξεις έναν αληθοφανή χαρακτήρα σκέψου τα εξής (και κυρίως τα μικρά πράγματα): πώς είναι ο χαρακτήρας σφαιρικά, από πολλές απόψεις της ζωής του· πώς είναι η εμφάνισή του· πώς συμπεριφέρεται· πώς μιλά· πώς ντύνεται· τι σκέφτεται, τι πιστεύει. Και παρουσίασέ τα όλα αυτά μόνο στις κατάλληλες στιγμές μέσα σε μια ιστορία. Αν κάτι δεν σου εμφανίζεται η ευκαιρία να το παρουσιάσεις, δεν πειράζει· μην το αναφέρεις καθόλου. Σημασία έχει να το ξέρεις και να το έχεις στο μυαλό σου. Παίζει ρόλο.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)
