3/6/2014
Περί Γραφής: Έξυπνη Χρήση της Στίξης
Πώς να χρησιμοποιείς τα σημεία στίξης με τρόπο αντισυμβατικό αλλά ουσιώδη
Σε κάποια παλιότερα άρθρα έχω γράψει διάφορες σκέψεις μου για τη στίξη και πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Σε αυτό εδώ το άρθρο γράφω μερικές σκέψεις για το πώς η στίξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί και πώς, όντως, χρησιμοποιείται αντισυμβατικά. Όταν λέω, όμως, αντισυμβατικά δεν εννοώ τελείως πειραματικές καταστάσεις· μιλάω για όλες εκείνες τις περιπτώσεις στίξης που ξεφεύγουν από τον ξύλινο φιλολογικό κανόνα. Ουσιαστικά, πρόκειται για οριακά αντισυμβατική στίξη. (Δεν είναι κάτι σαν τη στίξη του Baader, για παράδειγμα, που έγραφε πράγματα όπως «περι:στροφή». Αν σας ενδιαφέρει κάτι τέτοιο διαβάστε το άρθρο μου Περί Γραφής: Ξαφνική Αλλαγή Λογοτεχνικού Περιβάλλοντος.)
Η δομή μιας πρότασης, σύμφωνα με τη συμβατική γραμματική, είναι η εξής: [υποκείμενο] + [ρήμα] (+ [αντικείμενο]). Παράδειγμα: Ο Κώστας γράφει (μια παράγραφο). Δεν μπορείς να έχεις μια πρόταση χωρίς υποκείμενο ή χωρίς ρήμα. Δεν νοείται. Είναι γραμματικά λάθος.
Αλλά δεν είναι και πρακτικά λάθος. Ούτε, σίγουρα, λογοτεχνικά λάθος.
Παράδειγμα:
Οι βόμβες είχαν καταστρέψει ολόκληρο το τετράγωνο. Ρημαγμένα οικοδόμημα και πέτρες βρίσκονταν παντού, ανάμεσα σε φωτιές και καπνό. Όλοι τους πίστευαν ότι τώρα το μεταλλικό θηρίο πρέπει, σίγουρα, να ήταν νεκρό. Αλλά μετά κάτι είδαν να σαλεύει πίσω απτους καπνούς. Μια σκιά. Γυάλισμα μετάλλων.
Το γιγάντιο ρομπότ ξεπρόβαλε αντίκρυ τους.
Οι πρώτες προτάσεις είναι γραμματικές σωστές. Προς το τέλος της πρώτης παραγράφου, όμως, κάτι δεν πάει καλά. Κανονικά δεν μπορείς να γράψεις «Μια σκιά» μετά από τελεία. Ούτε «Γυάλισμα μετάλλων» μετά από τελεία. Δεν είναι προτάσεις. Είναι τμήματα προτάσεων. Κανονικά, το κείμενο θα έπρεπε να ήταν γραμμένο κάπως έτσι: Αλλά μετά κάτι είδαν να σαλεύει πίσω απτους καπνούς, μια σκιά, γυάλισμα μετάλλων.
Αλλά πρακτικά δεν είναι λάθος να βάλεις τελεία αντί για κόμμα. Μάλιστα, είναι καλύτερο από κάποιες απόψεις, γιατί δίνεις έμφαση εκεί όπου θέλεις να δώσεις. Τονίζεις αυτό που ακολουθεί. Το κάνεις να έχει βαρύτητα. Και από αισθητικής άποψης, επίσης, δεν είναι καθόλου άσχημο.
Αυτή είναι μια αντισυμβατική χρήση της τελείας.
Επιπλέον, και η πρόταση «Το γιγάντιο ρομπότ ξεπρόβαλε αντίκρυ τους» κανονικά δεν μπορεί να σταθεί μόνη της ως παράγραφος. Μια παράγραφος πρέπει να έχει μήκος δυο, τριών προτάσεων τουλάχιστον σύμφωνα με τη συμβατική γραμματική. Και πάλι, όμως, για αισθητικούς λόγους, και για λόγους έμφασης μέσα στο κείμενο, αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί πολύ αποτελεσματικά.
Μια άλλη αντισυμβατική χρήση της τελείας μπορεί να έχει να κάνει με δευτερεύουσες προτάσεις ή με μεμονωμένες λέξεις, όπως επιρρήματα.
Παράδειγμα:
Η Αγαρίστη έτρεχε μέσα στους γεμάτους καπνούς δρόμους αποφεύγοντας ριπές από τα πυροβόλα των μικρών αεροσκαφών της Φρουράς, γλιστρώντας κάτω από υπόστεγα για να προφυλαχτεί, μπαίνοντας σε μια στοά και βγαίνοντας από μια άλλη. Νιώθοντας την καρδιά να χτυπά έντονα κάτω από το στήθος της. Νιώθοντας το στόμα της ξερό. Κι έχοντας συνέχεια τον Φίλιππο στο μυαλό της να τον προλάβει όσο ήταν ακόμα κι οι δυο τους ζωντανοί!
Η πρώτη πρόταση είναι γραμματικά σωστή. Οι υπόλοιπες δεν είναι· είναι τμήματα προτάσεων, ουσιαστικά. Το «Νιώθοντας την καρδιά να χτυπά έντονα κάτω από το στήθος της» δεν είναι κανονική κύρια πρόταση· είναι δευτερεύουσα πρόταση που ακολουθεί μια κύρια, όπως είναι και το «γλιστρώντας κάτω από υπόστεγα για να προφυλαχτεί». Το ίδιο ισχύει για το «Νιώθοντας το στόμα της ξερό» και για το «Κι έχοντας συνέχεια τον Φίλιππο στο μυαλό της». Χωρίζουμε όμως με τελεία αυτές τις προτάσεις, όχι με κόμμα, για να δώσουμε έμφαση: για να κάνουμε το κείμενο πιο ζωντανό, τον λόγο μας πιο λογοτεχνικό. Για να καταλάβουμε πόσο πραγματικά σημαντικές είναι αυτές οι αισθήσεις και οι σκέψεις της Αγαρίστης.
Και μετά ακολουθεί μια πρόταση ύστερα από παύλα: «να τον προλάβει όσο ήταν ακόμα κι οι δυο τους ζωντανοί!» Κι αυτή η πρόταση είναι γραμματικά λανθασμένη. Είναι, ξανά, δευτερεύουσα που μπαίνει σένα σημείο που δεν δικαιολογείται γραμματικά αλλά δικαιολογείται νοηματικά, δικαιολογείται αισθητικά. Το γράφεις έτσι γιατί έχει νόημα να το γράψεις έτσι.
Άλλο παράδειγμα:
Ο Άρντεπ δεν είχε χρόνο να χάνει με τους εμπόρους στην αγορά της Βανράμης. Τους προσπερνούσε χωρίς να τους δίνει σημασία, έχοντας στο νου του μονάχα τον προορισμό του: το παλάτι που διακρινόταν εύκολα πίσω από τα υπόλοιπα, χαμηλότερα οικήματα. Αν δεν προλάβαινε να φτάσει εκεί πριν από τους αντιπροσώπους του Μαύρου Βασιλείου, τα πράγματα για την πατρίδα του θα χειροτέρευαν. Πολύ.
Αυτό το «Πολύ» είναι ένα επίρρημα που στέκεται εκεί μόνο του, αδύνατον να δικαιολογηθεί γραμματικά. Αισθητικά, όμως, η βαρύτητά του πολλαπλασιάζεται. Είναι σαν πολύ2· είναι σαν πραγματικά πολύ. Δεν το προσπερνάς· του δίνεις σημασία.
Και η ερώτηση, βέβαια, που προκύπτει απ όλα αυτά είναι: πότε ακολουθείς τον γραμματικά σωστό τρόπο και πότε τον αισθητικά σωστό τρόπο;
Κατ αρχήν, ο γραμματικά σωστός τρόπος και ο αισθητικά σωστός τρόπος δεν έρχονται πάντα σε σύγκρουση. Κατά δεύτερον, δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση σαυτή την ερώτηση· δεν υπάρχει κανόνας. Η μόνη απάντηση είναι: το καταλαβαίνεις από την εμπειρία και την προσωπική σου αισθητική. Αν νομίζεις ότι έτσι είναι καλύτερα και έχεις καλό λόγο για να το νομίζεις αυτό τότε έτσι είναι καλύτερα.
Μπορείς να χρησιμοποιήσεις και τα άλλα σημεία στίξης αντισυμβατικά, αλλά με την τελεία είναι πιο εμφανές και πιο χρήσιμο, ίσως, από αισθητικής άποψης.
Το κόμμα είναι δύσκολο να το χρησιμοποιήσεις αντισυμβατικά για δύο λόγους. Πρώτον, το πού μπαίνει κόμμα και πού όχι πέρα από κάποιους βασικούς κανόνες είναι μυστήρια υπόθεση, όπως όλοι που έχουν ψάξει το θέμα παραδέχονται. Δεύτερον, ακόμα κι αν χρησιμοποιήσεις το κόμμα αντισυμβατικά, νομίζεις ότι δίνει καμια ιδιαίτερη βαρύτητα; Συνήθως όχι. Κι αν κάποιοι το προσέξουν, πιθανώς να νομίσουν ότι απλώς είναι τυπογραφικό λάθος. Λίγοι θα το καταλάβουν. Είναι γεγονός. Το κόμμα είναι πολύ αδύναμο σημείο στίξης.
Για παράδειγμα, αν υπήρχε κόμμα πριν από εκείνο το πολύ αντί για τελεία, θα είχαμε την ίδια βαρύτητα; Σίγουρα όχι. Μάλλον καμία βαρύτητα δεν θα είχαμε.
Ιδού:
Ο Άρντεπ δεν είχε χρόνο να χάνει με τους εμπόρους στην αγορά της Βανράμης. Τους προσπερνούσε χωρίς να τους δίνει σημασία, έχοντας στο νου του μονάχα τον προορισμό του: το παλάτι που διακρινόταν εύκολα πίσω από τα υπόλοιπα, χαμηλότερα οικήματα. Αν δεν προλάβαινε να φτάσει εκεί πριν από τους αντιπροσώπους του Μαύρου Βασιλείου, τα πράγματα για την πατρίδα του θα χειροτέρευαν, πολύ.
Ελάχιστοι θα καταλάβουν τη μικρή έμφαση που δίνεται στο πολύ. Το κόμμα θα μπορούσε κάλλιστα να είχε παραλειφθεί.
Επομένως, εκείνο που νομίζω είναι πως, αν κάποιος έχει κατά νου να κάνει αντισυμβατική χρήση των κόμματων, δεν έχει νόημα να τα χρησιμοποιεί για έμφαση όπως γίνεται με την τελεία. Το μόνο που έχει νόημα είναι να ακολουθεί, αν θέλει, μια κάποια εκκεντρικότητα στη χρήση τους ή στη μη χρήση τους.
Τι εννοώ; Ας δούμε ένα παράδειγμα:
Γνωρίζοντας ότι οι Ζεμέντιοι, λόγω ειρηνιστικών πεποιθήσεων, δεν θα αντιστέκονταν, οι βάρβαροι, κατερχόμενοι από τις βουνοπλαγιές επάνω στα δυνατά άλογά τους, όρμησαν με τρομερούς αλαλαγμούς και κραδαίνοντας τα όπλα τους στον αέρα. Το χωριό-σταθμός των Ζεμέντιων λεηλατήθηκε, γρήγορα, χωρίς κανέναν δισταγμό, από τους ορεσίβιους, αλλά ελάχιστοι από τους Ζεμέντιους αιχμαλωτίστηκαν, για να πουληθούν, αργότερα, ως δούλοι: οι περισσότεροι διέφυγαν, με τη μυστηριώδη μαγεία τους, γλιστρώντας μέσα στις πέτρες, μέσα στο χορτάρι, μέσα στη νύχτα...
Σε αυτό το κομμάτι προφανώς έχει πάρα πολλά κόμματα. Δεν είναι σε λάθος σημεία, αλλά είναι πολλά. Είναι, για τα σημερινά δεδομένα, μια αντισυμβατική χρήση.
Επίσης αντισυμβατικά, το κείμενο θα μπορούσε να ήταν γραμμένο και έτσι:
Γνωρίζοντας ότι οι Ζεμέντιοι λόγω ειρηνιστικών πεποιθήσεων δεν θα αντιστέκονταν, οι βάρβαροι κατερχόμενοι από τις βουνοπλαγιές επάνω στα δυνατά άλογά τους όρμησαν με τρομερούς αλαλαγμούς και κραδαίνοντας τα όπλα τους στον αέρα. Το χωριό-σταθμός των Ζεμέντιων λεηλατήθηκε γρήγορα χωρίς κανέναν δισταγμό από τους ορεσίβιους αλλά ελάχιστοι από τους Ζεμέντιους αιχμαλωτίστηκαν για να πουληθούν αργότερα ως δούλοι: οι περισσότεροι διέφυγαν με τη μυστηριώδη μαγεία τους γλιστρώντας μέσα στις πέτρες, μέσα στο χορτάρι, μέσα στη νύχτα...
Τα κόμματα εδώ είναι ελάχιστα (τρία, για την ακρίβεια). Βρίσκονται μόνο σε σημεία που θα μπορούσε να γίνει παρεξήγηση του τι λέμε. Αυτή η (μη) χρήση κομμάτων είναι αντισυμβατική.
Ένας πιο συμβατικός τρόπος χρήσης των κομμάτων (για τα σημερινά δεδομένα) θα ήταν ο εξής:
Γνωρίζοντας ότι οι Ζεμέντιοι λόγω ειρηνιστικών πεποιθήσεων δεν θα αντιστέκονταν, οι βάρβαροι, κατερχόμενοι από τις βουνοπλαγιές επάνω στα δυνατά άλογά τους, όρμησαν με τρομερούς αλαλαγμούς και κραδαίνοντας τα όπλα τους στον αέρα. Το χωριό-σταθμός των Ζεμέντιων λεηλατήθηκε γρήγορα, χωρίς κανέναν δισταγμό από τους ορεσίβιους, αλλά ελάχιστοι από τους Ζεμέντιους αιχμαλωτίστηκαν για να πουληθούν αργότερα ως δούλοι: οι περισσότεροι διέφυγαν με τη μυστηριώδη μαγεία τους, γλιστρώντας μέσα στις πέτρες, μέσα στο χορτάρι, μέσα στη νύχτα...
Ουσιαστικά βάζεις κόμματα για την καλύτερη κατανόηση. Αυτός είναι ο συμβατικός τρόπος σήμερα.
Ένας άλλος αντισυμβατικός τρόπος χρήσης των κομμάτων είναι να χωρίζεις το υποκείμενο από το ρήμα: κάτι που περισσότερο παλιότερα χρησιμοποιείτο και λιγότερο χρησιμοποιείται στις μέρες μας. (Προσωπικά, δεν μου αρέσει αισθητικά.)
Παράδειγμα:
Οι περισσότεροι άνθρωποι έφυγαν από την πόλη· έγιναν πρόσφυγες. Αυτοί που έμειναν, προσπάθησαν να φτιάξουν τη ζωή τους από την αρχή.
Το κόμμα είναι τελείως άχρηστο πρακτικά, και γραμματικά λάθος επίσης. Το «Αυτοί που έμειναν» (ναι, ολόκληρο, και οι τρεις λέξεις μαζί) είναι υποκείμενο του «προσπάθησαν» (που είναι το ρήμα της πρότασης), κι ανάμεσα στο ρήμα και στο υποκείμενο δεν υπάρχει διακοπή κανονικά, ούτε καν από κόμμα. Σε μερικούς, όμως, αρέσει αυτό για αισθητικούς λόγους. Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα...
Μπορεί κάποιος, επίσης, να αντικαταστήσει τις τελείες με κόμματα σε ένα λογοτεχνικό κομμάτι για να δώσει την αίσθηση της ταχύτητας, της συνεχόμενης ροής.
Παράδειγμα:
Ο Σπύρος και η Μαρία έφυγαν απτο σπίτι τους τρέχοντας, οι εισβολείς του Στερεώματος είχαν πλημμυρίσει τους δρόμους, κανένας δεν ήταν ασφαλής και οι εχθροί δεν εμποδίζονταν από τους τοίχους, γκρέμιζαν οικήματα και σκότωναν, έσπερναν τον τρόμο παντού, η Μαρία τούς είχε δει να έχουν ρίξει μια νεαρή κοπέλα στον κήπο της αυλής της και να ρουφάνε το μυαλό μέσα από το κρανίο της με εφιαλτικές μουσούδες.
Κόμματα, κόμματα, κόμματα εκεί όπου θα έπρεπε να ήταν τελείες ή, τουλάχιστον, άνω τελείες. Αλλά εδώ ο συγγραφέας θέλει να δώσει μια αίσθηση ψυχεδελικής, παραληρηματικής αμεσότητας, γιαυτό κιόλας χρησιμοποιεί κόμματα για να χωρίζει βασικές προτάσεις.
Η άνω τελεία δεν έχει και πολλές «αντισυμβατικές» χρήσεις επειδή σχεδόν όλες οι χρήσεις της σήμερα είναι αντισυμβατικές. Η μόνη συμβατική χρήση μπορείς να πεις πως είναι για να χωρίζεις μια κύρια πρόταση από μια λιγότερο κύρια αλλά επεξηγηματική. Για παράδειγμα: Ο Γιάννης ήταν ερωτευμένος, τρελά ερωτευμένος· δεν θυμόταν ποτέ άλλοτε στη ζωή του να είχε γνωρίσει μια τέτοια γυναίκα! Αντί για άνω τελεία θα μπορούσαμε να είχαμε βάλει τελεία. Αλλά αυτή θεωρείται, συνήθως, η συμβατική χρήση της άνω τελείας.
Για έμφαση η άνω τελεία σπάνια έχει νόημα να χρησιμοποιείται, γιατί είναι λίγο πιο ισχυρή από το κόμμα αλλά πολύ λιγότερη ισχυρή από την τελεία. Ας δούμε πάλι εκείνο το παράδειγμα με το πολύ αλλά τώρα με άνω τελεία.
Ο Άρντεπ δεν είχε χρόνο να χάνει με τους εμπόρους στην αγορά της Βανράμης. Τους προσπερνούσε χωρίς να τους δίνει σημασία, έχοντας στο νου του μονάχα τον προορισμό του: το παλάτι που διακρινόταν εύκολα πίσω από τα υπόλοιπα, χαμηλότερα οικήματα. Αν δεν προλάβαινε να φτάσει εκεί πριν από τους αντιπροσώπους του Μαύρου Βασιλείου, τα πράγματα για την πατρίδα του θα χειροτέρευαν· πολύ.
Δίνεται μια κάποια έμφαση, αλλά όχι όπως με την τελεία. Μπορεί και να φταίει το γεγονός ότι το π δεν είναι κεφαλαίο όταν βάζεις άνω τελεία.
Η άνω τελεία έχει περισσότερη χρησιμότητα σε λίστες πραγμάτων (για τις οποίες έχω γράψει ένα άλλο άρθρο), σε επεξηγηματικές προτάσεις, ή σε προτάσεις που ακολουθούν με μεγάλη σύνδεση η μία την άλλη αλλά δεν θέλεις και να τις ενώσεις με κόμμα το οποίο έχει, συγχρόνως, τόσες άλλες χρήσεις.
Ας πάρουμε πάλι το παράδειγμα με τους εισβολείς του Στερεώματος, λιγάκι αλλαγμένο και με άνω τελείες τώρα, ενώ τα κόμματα χρησιμοποιούνται ως δευτερεύοντα σημεία στίξης μόνο:
Ο Σπύρος και η Μαρία έφυγαν απτο σπίτι τους, τρέχοντας· οι εισβολείς του Στερεώματος είχαν πλημμυρίσει τους δρόμους, κανένας δεν ήταν ασφαλής· και οι εχθροί δεν εμποδίζονταν από τους τοίχους, γκρέμιζαν οικήματα και σκότωναν, έσπερναν τον τρόμο παντού· η Μαρία τούς είχε δει να έχουν ρίξει μια νεαρή κοπέλα στον κήπο της αυλής της και να ρουφάνε, με εφιαλτικές μουσούδες, το μυαλό μέσα από το κρανίο της.
Ο ρυθμός του κειμένου τώρα έχει αλλάξει. Και οι άνω τελείες είναι που τον άλλαξαν.
Ας πούμε ότι, σε ένα άλλο παράδειγμα, ο συγγραφέας θέλει να δείξει ότι μέσα σένα δωμάτιο μιλάνε όλοι μαζί και επικρατεί χάος. Μπορεί να χρησιμοποιήσει άνω τελείες για να το κάνει.
«Γιατί να χρησιμοποιήσουμε όπλα; Δεν υπάρχει άλλη μέθοδος;» ρώτησε, οργισμένα, ο Φίλιππος· «Τα όπλα είναι η καλύτερη λύση,» παρενέβη η Ανράθη, «ο Στρατηγός έχει δίκιο»· «Νομίζεις εσύ ότι υπάρχει άλλη μέθοδος;» ρώτησε ο Στρατηγός τον Φίλιππο· κι εκείνος αποκρίθηκε χωρίς δισταγμό: «Αν κάναμε έστω και την παραμικρή προσπάθεια να τους πλησιάσουμε πίσω από το Ηχητικό Φράγμα, ίσως να μην τους βρίσκαμε και τόσο επικίνδυνους, Στρατηγέ!»
Μετά από τις άνω τελείες ξεκινάω με κεφαλαίο γράμμα γιατί είναι διάλογος και μόνο γιαυτό τον λόγο. Επίσης, τα κόμματα που είναι μπροστά και πίσω από το «οργισμένα» είναι για να δώσουν έμφαση στο συγκεκριμένο επίρρημα κι αυτό, για πολλούς, είναι ακόμα μια αντισυμβατική χρήση στίξης.
Θα αναφερθώ στις παύλες, στις άνω-κάτω τελείες, στις παρενθέσεις, και στα θαυμαστικά σε άλλο άρθρο που σύντομα θα ακολουθήσει.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)
