Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Περί Γραφής: Το Φυσικό Μέγεθος μιας Ιστορίας Υπάρχει «φυσικό μέγεθος» σε μια λογοτεχνική ιστορία;
Ένα μυθιστόρημα των 250 σελίδων θα μπορούσε να ήταν γραμμένο ως διήγημα των 25 σελίδων; Ένα διήγημα των 12 σελίδων θα μπορούσε να ήταν γραμμένο ως νουβέλα των 74 σελίδων; Ένα μυθιστόρημα των 801 σελίδων θα μπορούσε να ήταν γραμμένο ως μυθιστόρημα των 305 σελίδων;
Ποιο είναι το φυσικό μέγεθος μιας ιστορίας, που σου υποδεικνύει πόσο μεγάλο θα πρέπει να είναι το λογοτεχνικό έργο; Υπάρχει καν τέτοιο πράγμα;
Οι απαντήσεις ποικίλλουν, γιατί είναι, ασφαλώς, αρκετά υποκειμενικό θέμα. Υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν ότι, ναι, η κάθε ιστορία έχει το φυσικό της μέγεθος· και υπάρχουν κι αυτοί που υποστηρίζουν ότι, όχι, δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα: μια ιστορία τη γράφεις όσο μεγάλη ή όσο μικρή θέλεις.
Θυμάμαι ότι κάποτε, κάπου στο Διαδίκτυο (δυστυχώς, δεν έχω τώρα
τον σύνδεσμο), είχα διαβάσει πως ο
Orson
Scott Card (αν δεν κάνω λάθος) έλεγε ότι δεν υπάρχει φυσικό μέγεθος: Για να γράψεις μυθιστόρημα, δεν έχεις παρά να προσθέσεις κι άλλες λέξεις σε ένα διήγημα.
Η δική μου άποψη είναι κάπου στη μέση των δύο άκρων, αν και κλίνει προς τη μεριά του στρατοπέδου που ισχυρίζεται πως υπάρχει φυσικό μέγεθος. Δεν πιστεύω αυτό που λέει ο Orson Scott Card· δεν νομίζω ότι ο σωστός τρόπος για να γράψεις ένα μυθιστόρημα είναι να παραφουσκώσεις ένα διήγημα με επιπλέον λόγια ώστε να το κάνεις να έχει περισσότερες σελίδες.
Συγχρόνως, όμως, το φυσικό μέγεθος μιας λογοτεχνικής ιστορίας δεν μπορεί ποτέ να είναι απόλυτο. Μπορείς να γράψεις μια ιστορία είτε με λιγότερες είτε με περισσότερες λέξεις.
Ας πούμε ότι γράφεις για έναν πόλεμο σε έναν φανταστικό κόσμο (όπως, για παράδειγμα, γίνεται στον
Άρχοντα των Δαχτυλιδιών). Ο πόλεμος έχει πολλές συγκρούσεις, αψιμαχίες, συμμαχίες, προδοσίες, και τα λοιπά. Αποφασίζεις να εστιαστείς σε έναν συγκεκριμένο στρατηγικό και να γράψεις για τις περιπέτειές του από την αρχή ώς το τέλος του πολέμου, επειδή αυτός ο στρατηγός είναι αρκετά κεντρικό πρόσωπο στον συγκεκριμένο πόλεμο. Το μυθιστόρημά σου καταλήγει να είναι γύρω στις 450 σελίδες. Αυτό είναι το φυσικό μέγεθος της ιστορίας σου.
Αλλά ας αλλάξουμε, τώρα, λίγο τα πράγματα. Ας πούμε ότι θεωρείς λιγάκι μονόπλευρο το να επικεντρωθείς μόνο στον συγκεκριμένο στρατηγό, έτσι βάζεις κι άλλο έναν βασικό χαρακτήρα μέσα στο βιβλίο: την αρχόντισσα μιας πόλης που κι αυτή είναι αρκετά κεντρική φιγούρα στον πόλεμο. Γράφεις, λοιπόν, κάποιες επιπλέον ραδιουργίες, διπλωματικές κινήσεις, και τα λοιπά. Το μυθιστόρημα καταλήγει να είναι γύρω στις 600 σελίδες.
Ας αλλάξουμε το παράδειγμά μας κι άλλο. Εκτός από τον στρατηγό και την αρχόντισσα, αποφασίζεις να βάλεις μέσα στην ιστορία, ως κεντρικούς χαρακτήρες, δυο στρατιώτες από την εχθρική παράταξη (μια διοικήτρια και έναν μισθοφόρο), καθώς και έναν τυχοδιώκτη που δεν είναι με καμία παράταξη. Το μυθιστόρημα καταλήγει να είναι γύρω στις 950 σελίδες.
Και τώρα, τίθεται το ερώτημα: Ποιο είναι, τελικά, το φυσικό μέγεθος της ιστορίας αυτής; Αν συνεχίσουμε να προσθέτουμε χαρακτήρες, στο τέλος θα γράψουμε τριλογία, όχι ένα βιβλίο. Ποιο είναι το φυσικό μέγεθος της ιστορίας του πολέμου που θέλεις να αφηγηθείς;
Μήπως δεν υπάρχει, τελικά, φυσικό μέγεθος;
Εκείνο που πρέπει να ξεχωρίσουμε εδώ είναι την Ιστορία με κεφαλαίο γιώτα από την ιστορία με μικρό γιώτα (κοινώς γνωστή και ως
πλοκή του έργου). Η ιστορία του πολέμου είναι Ιστορία. Είναι σαν να λέμε «η Ιστορία του Β Παγκόσμιου Πολέμου». Δεν μπορείς να τη γράψεις λογοτεχνικά· είναι απρόσωπη αναφορά σε γεγονότα. Το ίδιο ισχύει και για την Ιστορία ενός φανταστικού κόσμου. Όταν γράφεις λογοτεχνία, δεν γράφεις την Ιστορία του κόσμου· γράφεις μια ιστορία μια πλοκή γύρω από κάποιους χαρακτήρες.
Στο προηγούμενο παράδειγμα, δεν έχω περιγράψει μία ιστορία: έχω περιγράψει τρεις διαφορετικές ιστορίες. Μία ιστορία που έχει για κεντρικό πρόσωπο τον στρατηγό· μία ιστορία που έχει για κεντρικά πρόσωπα τον στρατηγό και την αρχόντισσα· και μία ιστορία που έχει για κεντρικά πρόσωπα αυτούς τους δύο αλλά και άλλους ακόμα. Το μόνο κοινό στοιχείο αυτών των τριών ιστοριών είναι ότι όλες διαδραματίζονται μέσα στον συγκεκριμένο πόλεμο. Επομένως, η καθεμία από αυτές τις ιστορίες έχει όντως κάποιο φυσικό μέγεθος. Ο πόλεμος δεν έχει φυσικό μέγεθος ιστορίας, γιατί ο πόλεμος ο ίδιος δεν είναι λογοτεχνική ιστορία (δεν είναι
πλοκή του έργου)· είναι Ιστορία με κεφαλαίο γιώτα.
Ακόμα κι όταν σε μια πολύ σπάνια περίπτωση γράφεις λογοτεχνία χωρίς να επικεντρώνεσαι σε κάποιους χαρακτήρες, όταν γράφεις από
οπτική γωνία απόλυτου και τελείως αποστασιοποιημένου παντογνώστη, ακόμα και τότε η λογοτεχνική ιστορία σου επικεντρώνεται σε κάποια συγκεκριμένα γεγονότα και περιστατικά, δεν είναι η Ιστορία του πολέμου· είναι μια εκδοχή, μια προοπτική, της Ιστορίας του πολέμου.
Κι αυτό δεν ισχύει μόνο σε πολεμικές ιστορίες, ή σε
κοσμοϊστορικές αφηγήσεις όπως Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών. Ισχύει σε κάθε λογοτεχνικό έργο. Η ιστορία δεν είναι η Ιστορία.
Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα μυθιστόρημα μυστηρίου. Η Ιστορία είναι το τι ακριβώς έγινε: πώς ακριβώς συνέβη ο φόνος, για ποιους λόγους, με τι εργαλείο, και πώς τελικά εξιχνιάστηκε (αν εξιχνιάστηκε). Η λογοτεχνική ιστορία είναι η ιστορία που γράφεις εσύ, ως συγγραφέας, από την οπτική γωνία του ερευνητή που ψάχνει να ανακαλύψει τι συνέβη, ποιος σκότωσε το θύμα. Θα μπορούσες να βάλεις ως κεντρικό χαρακτήρα στην πλοκή σου και τον βοηθό του ερευνητή, ή και ένα άλλο πρόσωπο· αλλά τότε θα έγραφες
άλλη ιστορία. Η πλοκή θα ήταν διαφορετική. Απλώς η Ιστορία του μυστηρίου, με κεφαλαίο γιώτα, θα ήταν ίδια.
Επομένως, υπάρχει φυσικό μέγεθος στις λογοτεχνικές ιστορίες, και νομίζω πως εξαρτάται από τους εξής παράγοντες: (α) Από το πλήθος των βασικών χαρακτήρων· (β) από τον λαβύρινθο της πλοκής.
Όταν λέω λαβύρινθο της πλοκής, εννοώ τους δρόμους και τα παρακλάδια που ακολουθεί η πλοκή από την αρχή ώς το τέλος. Υπάρχουν πλοκές που, από τη φύση τους, είναι πιο μεγάλες από άλλες, ή πιο μπερδεμένες. Αυτές οι πλοκές αυξάνουν το φυσικό μέγεθος της ιστορίας.
Το φυσικό μέγεθος δεν είναι, βέβαια, απόλυτο, όπως είπα πιο πάνω. Μπορεί κάποιος να γράψει μια ιστορία είτε σε 250 είτε σε 300 σελίδες και να μην έχει ξεφύγει από το φυσικό μέγεθος. Ξεφεύγεις από το φυσικό μέγεθος όταν παραφουσκώνεις την ιστορία σου ή όταν την υποσιτίζεις.
Το να παραφουσκώνεις την ιστορία σημαίνει να προσθέτεις πράγματα που είναι τελείως άσχετα με την πλοκή, ή να τρενάρεις αφάνταστα την κίνηση της πλοκής προκειμένου να βγάλεις περισσότερες σελίδες. Για παράδειγμα, αν οι χαρακτήρες ταξιδεύουν και περιγράφεις κάθε βράχο και κάθε δέντρο, που λέει ο λόγος, τότε τρενάρεις την πλοκή· παραφουσκώνεις την ιστορία και χαλάς το φυσικό της μέγεθος. Το ίδιο συμβαίνει αν οι χαρακτήρες συζητάνε μέχρι αηδίας κάθε λεπτομέρεια προτού δράσουν, με αποτέλεσμα η συζήτηση να είναι περισσότερες σελίδες από τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν.
Και πάλι, ασφαλώς, όλα αυτά που λέω δεν μπορεί να είναι απόλυτα. Αν η ιστορία σου είναι για φυσιοδίφες που παρατηρούν γύρω τους το περιβάλλον καθώς ταξιδεύουν, τότε δεν χαλάς το φυσικό μέγεθος της ιστορίας αν κάνεις περιγραφές του περιβάλλοντος. Αλλά, αν οι χαρακτήρες σου έχουν πάρει το τρένο για να ταξιδέψουν από μια πόλη σε μια άλλη, όπου και έχουν μια συγκεκριμένη δουλειά, τότε είναι ανούσιο να περιγράφεις κάθε τοπίο που βλέπουν έξω από το βαγόνι, ή να σπαταλάς εκατοντάδες λέξεις βάζοντάς τους να σκέφτονται ξανά και ξανά το παρελθόν τους και το μέλλον τους.
Το να υποσιτίζεις την πλοκή σου είναι να κάνεις το ακριβώς αντίθετο. Να μη γράφεις όσα πρέπει να γραφτούν. Και πάλι, το θέμα είναι σε μεγάλο βαθμό εμπειρικό, υποκειμενικό. Αλλά αν, για παράδειγμα, έχεις βρεθεί με μια μεγάλη, λαβυρινθώδη πλοκή μπροστά σου, τότε πρέπει να δώσεις κάποια σημασία σε όλες τις στροφές του λαβυρίνθου. Αν περνάς τα πάντα περιληπτικά, με μια μικρή αναφορά, ώσπου να φτάσεις στο τέλος, τότε υποσιτίζεις την ιστορία και χαλάς το φυσικό της μέγεθος. Πρέπει να είσαι συνεπής σαυτό που ξεκινάς. Αν δεν θέλεις να έχεις τόσο μεγάλη και μπερδεμένη πλοκή, ή τόσους πολλούς χαρακτήρες, πρέπει να αρχίζεις με πιο λίγα τέτοια στοιχεία. Πρέπει να γράψεις, εν ολίγοις, άλλη ιστορία.
Το τι χαλάει το φυσικό μέγεθος ενός λογοτεχνικού έργου, στις περισσότερες περιπτώσεις, εξαρτάται από το ίδιο το λογοτεχνικό έργο. Είναι εμπειρικό και πρακτικό θέμα, κατά βάθος· δεν μπορεί να υπάρξουν αντικειμενικοί κανόνες.
Το πρόβλημα που προκύπτει όταν κάποιος ξεφεύγει από το φυσικό μέγεθος μιας ιστορίας είναι ότι η ιστορία χάνει την εσωτερική αισθητική της ή γίνεται βαρετή. Δε χρειάζεται να
προσπαθείς για να γράψεις κάτι που έχει μια συγκεκριμένη μορφή (μυθιστόρημα, διήγημα, ή οτιδήποτε άλλο). Εκείνο που πρέπει να κάνεις είναι να
μην προσπαθείς, να το αφήνεις να εξελιχτεί από μόνο του, και έτσι θα αποκαλυφθεί το φυσικό του μέγεθος χωρίς πίεση. Αν έχεις να αφηγηθείς μια τεράστια ιστορία, έχεις να αφηγηθείς μια τεράστια ιστορία· αν έχεις να αφηγηθείς μια μικρή ιστορία, έχεις να αφηγηθείς μια μικρή ιστορία: κι αυτό είναι όλο. Η ίδια η ιστορία θα σου αποκαλύψει πόσο μεγάλη θέλει να είναι. Αυτό είναι το φυσικό της μέγεθος.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί ΓραφήςΑν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)