29/1/2011
Περί Γραφής: Οπτική Γωνία
Τα είδη οπτικής γωνίας, σύγκριση περιορισμένης και γενικής οπτικής γωνίας, και μεταφορά σημείων εστίασης.
Ένα από τα πιο χρήσιμα εργαλεία του συγγραφέα το πιο χρήσιμο, ίσως είναι η οπτική γωνία. Οι περισσότεροι που ξεκινούν να γράφουν δεν ξέρουν καν τι σημαίνει οπτική γωνία, γιατί είναι κάτι που περισσότερο έχει σχέση με το ύφος παρά με τον ίδιο τον γραπτό λόγο.
Σε ένα παλιότερο άρθρο μου έχω ξαναμιλήσει για την οπτική γωνία, αλλά εδώ γράφω γιαυτήν με περισσότερες λεπτομέρειες.
Υπάρχουν διάφορα είδη οπτικής γωνίας, και θα τα δούμε ένα-ένα.
Οπτική Γωνία Πρώτου Προσώπου
Όταν χρησιμοποιείς αυτή την τεχνική, γράφεις στο πρώτο πρόσωπο σαν να είσαι ο αφηγητής της ιστορίας. Μπορείς να γράψεις, πχ, Σηκώθηκα νωρίς το πρωί και πήγα να κάνω ένα ντους. Εκείνη την ώρα βρήκε να χτυπήσει το διαολεμένο το τηλέφωνο! Ο διευθυντής μου θα ήταν πάλι... Βγήκα από το μπάνιο, σήκωσα το τηλέφωνο, είπα «Ναι;» και τότε διαπίστωσα ότι τελικά δεν ήταν ο διευθυντής μου...
Υπάρχουν διάφορα είδη οπτικής γωνίας πρώτου προσώπου. Αν και μοιάζουν μεταξύ τους, έχουν κάποιες αξιοσημείωτες διαφορές.
Στην οπτική γωνία απλού αφηγητή, ο αφηγητής μάς λέει τι συμβαίνει σεκείνον, καθώς και τις σκέψεις, τις παρατηρήσεις, τα συναισθήματά του, κτλ. Εννοείται πως δεν μπορεί να ξέρει τι σκέφτονται οι άλλοι (εκτός αν έχει τηλεπαθητικές δυνάμεις), ούτε τι ακούνε, ούτε τι μυρίζουν, εκτός αν το ακούει ή το μυρίζει κι ο ίδιος. Σαυτό το είδος οπτικής γωνίας πρώτου προσώπου δεν είναι βέβαιο αν ο αφηγητής γράφει σε κάποιο ημερολόγιο, αν αφηγείται προφορικά την ιστορία του σε κάποιον άλλο, ή αν τη βιώνει εκείνη τη στιγμή. Ποτέ δεν ξεκαθαρίζεται αυτό, κι έτσι το πιο πιθανό που, συνήθως, υποθέτουμε είναι το τελευταίο ότι βιώνει την ιστορία εκείνη τη στιγμή.
Στην οπτική γωνία ημερολογιακού αφηγητή, ο αφηγητής γράφει εν γνώσει του κάποιο ημερολόγιο ή βιβλίο. Αυτό σημαίνει ότι, για παράδειγμα, μπορεί να κάνει άμεσα σχόλια προς τον αναγνώστη. Μπορεί να πει: Μη νομίζετε, όμως, ότι δεν είχα καταλάβει τις κακές προθέσεις του Χάρυ· από την αρχή τον είχα υποψιαστεί, απλώς δεν ήθελα να του το δείξω. Με αυτό το «μη νομίζετε», ο αφηγητής μιλά σεμάς, στον αναγνώστη, άμεσα. Επίσης, σε αυτή τη μορφή, ο αφηγητής μπορεί να πει πράγματα όπως: Μετά, συζητήσαμε κάποια θέματα με τον αδελφό μου τα οποία δεν είναι ενδιαφέροντα, και δεν πρόκειται να τα καταγράψω ακριβώς γιαυτό το λόγο. Γενικώς, όταν χρησιμοποιείται αυτή η τεχνική, είναι φανερό πως ο αφηγητής γράφει, όχι ότι βιώνει άμεσα. Τα γεγονότα τα έχει βιώσει πολύ πιο πριν.
Στην οπτική γωνία προφορικού αφηγητή, ο αφηγητής είναι σαν να μιλάει σε κάποιο κοινό, το οποίο μπορεί να είναι και πολύ μικρό όπως, για παράδειγμα, ένας άνθρωπος. Το κοινό ίσως να είναι επώνυμο, ή ίσως να είναι μυστηριώδες. Αν είναι επώνυμο, τότε, ο αφηγητής μπορεί να πει: Αυτά, λοιπόν, σκεφτόμουν τότε, φίλε Κώστα. Όπως βλέπεις, είχα μπλέξει και δεν ήξερα πώς να ξεμπλέξω. Μετά, όμως, επέστρεψε εκείνη η παράξενη γυναίκα με τα μοβ μαλλιά και μου είπε: «Γιατί κάθεσαι ακόμα εδώ, όταν μπορείς άνετα, οποιαδήποτε στιγμή, να φύγεις;» Αν το κοινό είναι μυστηριώδες, ο αφηγητής δεν αναφέρει ονόματα· μπορεί, όμως, να πει «όπως βλέπεις», «όπως σου είπα πριν», «όπως έχουμε ξανασυζητήσει οι δυο μας», «όπως καταλαβαίνετε, φίλοι μου», και άλλα παρόμοια. Όταν χρησιμοποιείς αυτή την τεχνική, είναι προφανές ότι ο αφηγητής δεν βιώνει εκείνη τη στιγμή τα γεγονότα.
Η οπτική γωνία αναξιόπιστου αφηγητή μπορεί να συνδυαστεί είτε με τη μορφή ημερολογίου είτε με τη μορφή προφορικής αφήγησης, και απλά σημαίνει πως ο αφηγητής δεν λέει υποχρεωτικά την αλήθεια, ή ίσως, όχι όλη την αλήθεια. Μπορεί να αποφεύγει να αναφέρει γεγονότα ή να τα διαστρεβλώνει έτσι που να τον συμφέρει. Πώς μπορείς να το γράψεις αυτό έτσι ώστε ο αναγνώστης να το καταλαβαίνει; Η απάντηση δεν είναι πάντα εύκολη. Συνήθως πρέπει να υπάρχουν κάποια λογικά κενά στην αφήγηση, αλλά και πάλι ίσως ο αναγνώστης να μην το προσέξει. Η ιστορία, πάντως, πρέπει, όπως όλες οι ιστορίες, να βγάζει κάποιο νόημα εκτός αν το νόημά της είναι να μην βγάζει νόημα.
Ακόμα ένα είδος οπτικής γωνίας πρώτου προσώπου είναι η οπτική γωνία παντογνώστη. Σε αυτή την περίπτωση, ναι μεν ο αφηγητής μιλάει σε πρώτο πρόσωπο για τον εαυτό του αλλά, συγχρόνως, μας γράφει και το τι σκέφτονται, τι αισθάνονται, ή τι αντιλαμβάνονται οι άλλοι. Επίσης, μπορεί να μας εξιστορεί με λεπτομέρειες γεγονότα στα οποία δεν ήταν παρών. Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Πρόκειται, προφανώς, για μια πολύ εξειδικευμένη τεχνική που ελάχιστοι συγγραφείς χρησιμοποιούν. Προϋποθέτει πως ο αφηγητής έχει κάποιον τρόπο να γνωρίζει τις σκέψεις των άλλων και/ή να παρακολουθεί τι συμβαίνει σε μέρη που ο ίδιος δεν βρίσκεται. Αυτό μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο μέσω μαγικών ή τηλεπαθητικών δυνάμεων. Σε διαφορετική περίπτωση, το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι ο αφηγητής ουσιαστικά υποθέτει τι σκέφτονται οι άλλοι ή τι συμβαίνει σε μέρη που ο ίδιος δεν είναι παρών. Επομένως, αυτά που λέει ο αφηγητής γίνονται αυτομάτως αναξιόπιστα, απλές υποθέσεις και μόνο.
Οπτική Γωνία Δευτέρου Προσώπου
Αυτή είναι μια οπτική γωνία που σπάνια χρησιμοποιείται στη λογοτεχνία. Ωστόσο, έχει τις χρήσεις της.
Η πιο συνηθισμένη χρήση είναι στις αλληλεπιδραστικές ιστορίες: αυτές που εσύ υποτίθεται ότι παίρνεις τον ρόλο του βασικού χαρακτήρα και οι επιλογές σου επηρεάζουν την εξέλιξη. Αυτά τα βιβλία, πολλές φορές, συνδυάζουν στοιχεία από παιχνίδια· και είναι, συνήθως, γραμμένα κάπως έτσι:
Για τρεις ολόκληρες ημέρες διασχίζεις τα ομιχλώδη δάση που δε φαίνεται να έχουν τελειωμό. Είσαι εξαντλημένος όταν, τελικά, συναντάς ένα μονοπάτι που ανοίγεται ανάμεσα στη βλάστηση.
Αν θέλεις να ακολουθήσεις το μονοπάτι, πήγαινε στη σελίδα 18.
Αν θέλεις να συνεχίσεις να βαδίζεις μέσα στα δάση, πήγαινε στη σελίδα 11.
Αν θέλεις να ξεκουραστείς μερικές ώρες εδώ όπου έχεις βρεθεί, πήγαινε στη σελίδα 5.
Υπάρχουν, όμως, και άλλες χρήσεις για την οπτική γωνία δευτέρου προσώπου, και αφορούν συνήθως ψυχεδελικές μορφές γραφής, όπως, για παράδειγμα, όταν ένας χαρακτήρας έχει χάσει τον έλεγχο του σώματός του και κοιτάζει μέσα από τα μάτια σου σαν παρατηρητής. Ή, άλλο παράδειγμα, όταν ένας χαρακτήρας βλέπει μέσα από τα μάτια ενός άλλου ανθρώπου μέσω κάποιας μαγικής τεχνικής.
Η χρήση του δευτέρου προσώπου είναι, προφανώς, για πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις, γιαυτό κιόλας δεν υπάρχουν πολλά παραδείγματα. Είναι, καθαρά, θέμα τού τι ιστορία σκοπεύεις να αφηγηθείς και με τι ύφος θέλεις να την αφηγηθείς. Το δεύτερο πρόσωπο ρέπει, γενικά, προς ψυχεδέλεια.
Οπτική Γωνία Τρίτου Προσώπου
Αυτή η οπτική γωνία μπορεί να φαίνεται η πιο απλή, ή η πιο συνηθισμένη, αλλά είναι στην πραγματικότητα η πιο μπερδεμένη από όλες, για διάφορους λόγους που θα αναφέρω παρακάτω.
Υπάρχουν κι εδώ διάφορα είδη.
Οπτική γωνία αφηγητή παντογνώστη: Όταν χρησιμοποιούμε αυτή την τεχνική, έχουμε κάποιον που αφηγείται την ιστορία, παρότι η ιστορία είναι γραμμένη σε τρίτο πρόσωπο. Αυτός ο αφηγητής μπορεί όχι μόνο να μας λέει τι σκέφτεται και τι κάνει ο οποιοσδήποτε, οπουδήποτε, αλλά μπορεί να παρεμβάλλεται και να κάνει σχόλια επάνω στα γεγονότα. Για παράδειγμα, ο αφηγητής μας μπορεί να γράψει:
«Φυσικά και δεν πρόκειται να του ξαναμιλήσω!» είπε η Κρίσλεβ, θυμωμένα. Τα λόγια του της είχαν φανεί απαράδεχτα. Απαράδεχτα! Ποιος νόμιζε πώς ήταν;
«Μα, γιατί; Δεν ήταν, δα, και τόσο προσβλητικός,» είπε η μητέρα της.
«Για σένα, ίσως· για εμένα, ήταν!»
Και, νομίζω, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ήταν τόσο θυμωμένη και απόλυτη η Κρίσλεβ. Επάνω που είχε αγοράσει την καινούργια της καρφίτσα από την Αγορά της Κυκλικής Πόλης, αυτός ο ξεπαρμένος ευγενής, ο Άρχοντας Ράνολ, είχε γελάσει βλέποντας το κόσμημα και είχε υπονοήσει ότι ήταν απομίμηση. Οποιαδήποτε γυναίκα θα θύμωνε με κάτι τέτοιο.
«Καλά,» της είπε η μητέρα της, κουρασμένα. «Αλλά μην είσαι απόλυτη. Μίλησέ του ακόμα μια φορά. Εντάξει; Για μένα.» Ήξερε πως η κόρη της τσαντιζόταν εύκολα, αλλά, όταν ξανασκεφτόταν τα πράγματα, πολλές φορές λογικευόταν. Ήθελε, λοιπόν, να της δώσει αυτή την ευκαιρία.
Αυτού του είδους την αφήγηση μπορεί να τη γράψεις μόνο όταν χρησιμοποιείς αφηγητή παντογνώστη, και καλό είναι να ξέρουμε ποιος είναι ο αφηγητής μας, αν και μπορεί, βέβαια, να είναι και τελείως ανώνυμος και μυστηριώδεις.
Σπάνια χρησιμοποιείται αυτή η τεχνική πλέον. Συνήθως τη συναντούμε σε παλιότερα μυθιστορήματα. Αλλά αυτό, ασφαλώς, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει κανείς να τη χρησιμοποιήσει αν πιστεύει ότι ταιριάζει στην ιστορία του.
Γενική οπτική γωνία: Όταν χρησιμοποιείς αυτή την οπτική γωνία, μπορείς να κάνεις ό,τι και με τον αφηγητή παντογνώστη, αλλά δεν μπορείς να σχολιάζεις. Μπορείς να μας λες τις σκέψεις των διάφορων χαρακτήρων, να μεταφέρεσαι σε όποιο μέρος θέλεις, αλλά ο συγγραφέας πάντα είναι αόρατος. Υποτίθεται πως δεν υπάρχει συγγραφέας· υποτίθεται πως απλά βιώνουμε την ιστορία, όπως όταν βλέπεις μια ταινία, που δεν αναρωτιέσαι ποιος κρατά την κάμερα. Το παραπάνω παράδειγμα θα ήταν τώρα γραμμένο κάπως έτσι:
«Φυσικά και δεν πρόκειται να του ξαναμιλήσω!» είπε η Κρίσλεβ, θυμωμένα. Τα λόγια του της είχαν φανεί απαράδεχτα. Απαράδεχτα! Ποιος νόμιζε πώς ήταν;
«Μα, γιατί; Δεν ήταν, δα, και τόσο προσβλητικός,» είπε η μητέρα της.
«Για σένα, ίσως· για εμένα, ήταν!»
«Καλά,» της είπε η μητέρα της, κουρασμένα. «Αλλά μην είσαι απόλυτη. Μίλησέ του ακόμα μια φορά. Εντάξει; Για μένα.» Ήξερε πως η κόρη της τσαντιζόταν εύκολα, αλλά, όταν ξανασκεφτόταν τα πράγματα, πολλές φορές λογικευόταν. Ήθελε, λοιπόν, να της δώσει αυτή την ευκαιρία.
Δηλαδή, θα έφευγαν όλα τα σχόλια του παντογνώστη αφηγητή. Ωστόσο, θα μπορούσαμε να μάθουμε τις σκέψεις της Κρίσλεβ και της μητέρας της.
Οι σκέψεις της Κρίσλεβ: Τα λόγια του της είχαν φανεί απαράδεχτα. Απαράδεχτα! Ποιος νόμιζε πώς ήταν;
Οι σκέψεις της μητέρας της: Ήξερε πως η κόρη της τσαντιζόταν εύκολα, αλλά, όταν ξανασκεφτόταν τα πράγματα, πολλές φορές λογικευόταν. Ήθελε, λοιπόν, να της δώσει αυτή την ευκαιρία.
Επίσης, έχουμε και κάποιες αντικειμενικές, εξωτερικές περιγραφές: «είπε η Κρίσλεβ, θυμωμένα»· «της είπε η μητέρα της, κουρασμένα». Το θυμωμένα και το κουρασμένα είναι εξωτερικοί σχολιασμοί ουδέτερου τύπου. Δεν φιλτράρονται μέσα από την αντίληψη ούτε της Κρίσλεβ ούτε της μητέρας της.
Κινηματογραφική οπτική γωνία: Όταν χρησιμοποιούμε αυτή την τεχνική, γράφουμε μόνο ό,τι είναι άμεσα φανερό, όπως όταν βλέπεις μια κινηματογραφική ταινία. Δηλαδή, δεν γράφουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα των χαρακτήρων. Το παραπάνω παράδειγμα θα ήταν τώρα γραμμένο κάπως έτσι:
«Φυσικά και δεν πρόκειται να του ξαναμιλήσω!» είπε η Κρίσλεβ, θυμωμένα.
«Μα, γιατί; Δεν ήταν, δα, και τόσο προσβλητικός,» είπε η μητέρα της.
«Για σένα, ίσως· για εμένα, ήταν!»
«Καλά,» της είπε η μητέρα της, κουρασμένα. «Αλλά μην είσαι απόλυτη. Μίλησέ του ακόμα μια φορά. Εντάξει; Για μένα.»
Μοιάζει με σενάριο όταν γράφεις έτσι. Φυσικά, μπορείς να κάνεις περιγραφές, αλλά δεν μπορείς να μπεις στο μυαλό κανενός χαρακτήρα.
Οπτική γωνία περιορισμένη σε βασικούς χαρακτήρες, ανοιχτή: Όταν χρησιμοποιείς αυτή την οπτική γωνία, μπορείς να μπαίνεις στο μυαλό μόνο συγκεκριμένων βασικών χαρακτήρων. Στο παραπάνω παράδειγμα, αν η μητέρα της Κρίσλεβ θεωρείται βασικός χαρακτήρας στην ιστορία (προσωπική απόφαση του συγγραφέα, φυσικά), τότε μπορείς να γράψεις τις σκέψεις της. Αν όχι, τότε δεν μπορείς.
Ας πούμε ότι η μητέρα δεν είναι βασικός χαρακτήρας. Τότε, το παράδειγμα θα έπρεπε να γραφεί κάπως έτσι:
«Φυσικά και δεν πρόκειται να του ξαναμιλήσω!» είπε η Κρίσλεβ, θυμωμένα. Τα λόγια του της είχαν φανεί απαράδεχτα. Απαράδεχτα! Ποιος νόμιζε πώς ήταν;
«Μα, γιατί; Δεν ήταν, δα, και τόσο προσβλητικός,» είπε η μητέρα της.
«Για σένα, ίσως· για εμένα, ήταν!»
«Καλά,» της είπε η μητέρα της, κουρασμένα. «Αλλά μην είσαι απόλυτη. Μίλησέ του ακόμα μια φορά. Εντάξει; Για μένα;»
Όταν χρησιμοποιείς αυτή την τεχνική, μπορείς επίσης να περιγράψεις και εξωτερικά τους χαρακτήρες ακόμα κι όταν αυτοί δεν κοιτάζουν τον εαυτό τους. Για παράδειγμα: Η Κρίσλεβ, ντυμένη μένα μακρύ πράσινο φόρεμα με πέρλες, μπήκε στην άμαξα του Άρχοντα Ράνολ και είδε πως ήταν πολύ ταραγμένος. Γιατί; Τι μπορεί να του συνέβαινε; Δε χαιρόταν που την έβλεπε; Ή, μήπως, φοβόταν ότι τα άκομψα σχόλιά του την είχαν πειράξει; Σε αυτό το κομμάτι αναφέρουμε το μακρύ πράσινο φόρεμα, που είναι μια αντικειμενική, εξωτερική πληροφορία γιατί η Κρίσλεβ, προφανώς, δεν κοιτάζει τον εαυτό της καθώς μπαίνει στην άμαξα του Ράνολ. Γιαυτό κιόλας αυτή η οπτική γωνία θεωρείται ανοιχτή.
Είναι μια καλή τεχνική να χρησιμοποιήσεις όταν σκοπεύεις να εστιάσεις σε ορισμένους χαρακτήρες μιας ιστορίας αλλά θέλεις να έχεις κι ένα μικρό άνοιγμα πέραν των όσων βρίσκονται εντός της αντίληψής τους.
Οπτική γωνία περιορισμένη σε έναν χαρακτήρα, ανοιχτή: Όταν χρησιμοποιείς αυτή την οπτική γωνία, γράφεις μόνο ό,τι σκέφτεται, ό,τι αισθάνεται, και ό,τι παρατηρεί ένας χαρακτήρας σε κάθε σκηνή, αλλά μπορείς να κάνεις και μικρές αναφορές σε πράγματα που αυτός δεν κοιτάζει.
Παράδειγμα:
«Φυσικά και δεν πρόκειται να του ξαναμιλήσω!» είπε η Κρίσλεβ, θυμωμένα. Τα λόγια του της είχαν φανεί απαράδεχτα. Απαράδεχτα! Ποιος νόμιζε πώς ήταν;
«Μα, γιατί; Δεν ήταν, δα, και τόσο προσβλητικός,» είπε η μητέρα της.
«Για σένα, ίσως· για εμένα, ήταν!» Επάνω που είχε αγοράσει την καινούργια της καρφίτσα από την Αγορά της Κυκλικής Πόλης, αυτός ο ξεπαρμένος ευγενής είχε γελάσει βλέποντάς την και είχε υπονοήσει ότι το κόσμημα ήταν απομίμηση! Τι εγωιστικό γουρούνι! Νόμιζε ότι ήξερε τα πάντα!
«Καλά,» της είπε η μητέρα της, κουρασμένα. «Αλλά μην είσαι απόλυτη. Μίλησέ του ακόμα μια φορά. Εντάξει; Για μένα.»
Τα μάτια της Κρίσλεβ γυάλισαν άγρια, αλλά δεν έφερε αντίρρηση. Ας μιλούσε μαζί του ξανά, αφού το ήθελε η μαμά. Μπορεί να της δινόταν και η ευκαιρία να του ανταποδώσει τη... χάρη που της είχε κάνει.
Τα πάντα εδώ είναι σκέψεις και συναισθήματα της Κρίσλεβ. Φιλτράρουμε τα πάντα μέσα από τη συνείδησή της. Υπάρχουν, όμως, και μερικές εξωτερικές περιγραφές: «είπε η Κρίσλεβ, θυμωμένα»· «τα μάτια της Κρίσλεβ γυάλισαν άγρια». Προφανώς, η Κρίσλεβ δεν κρίνει τον εαυτό της, γιαυτό και το θυμωμένα είναι εξωτερική περιγραφή. Επίσης, η Κρίσλεβ δεν κοιτάζει τα μάτια της, άρα δεν θα μπορούσε να τα δει να γυαλίζουν άγρια. Επειδή έχουμε και τέτοιες περιγραφές, αυτή η οπτική γωνία θεωρείται ανοιχτή.
Αν θέλεις να γράψεις μια σκηνή που φιλτράρεται μέσα από τη συνείδηση ενός άλλου χαρακτήρα, τότε πρέπει είτε να αλλάξεις κεφάλαιο είτε να αφήσεις κενό ανάμεσα στις παραγράφους. Δηλαδή, πρέπει να γίνει φανερό ότι η αφήγηση διακόπτεται κι έτσι μεταπηδάμε σε άλλο χαρακτήρα. Δεν επιτρέπεται να γράψεις τις σκέψεις δύο χαρακτήρων σε μία σκηνή. Η σκηνή πρέπει να έχει αλλάξει.
Αυτή είναι μια τεχνική που χρησιμοποιείται πάρα πολύ από τους μοντέρνους συγγραφείς, όπως και η επόμενη που θα αναφέρω. Περισσότερα σχόλια γιαυτό στη συνέχεια.
Περιορισμένη οπτική γωνία, κλειστή: Όταν χρησιμοποιείς αυτή την τεχνική, γράφεις μόνο ό,τι φιλτράρεται μέσα από την αντίληψη ενός χαρακτήρα. Οι εξωτερικές περιγραφές δεν έχουν θέση. Ούτε μπορείς να γράφεις τι σκέφτονται, αντιλαμβάνονται, ή νιώθουν οι άλλοι. Επικεντρώνεσαι αποκλειστικά στον χαρακτήρα, σαν να γράφεις σε πρώτο πρόσωπο.
Το παραπάνω παράδειγμα θα έπρεπε τώρα να είναι έτσι:
«Φυσικά και δεν πρόκειται να του ξαναμιλήσω!» είπε η Κρίσλεβ. Τα λόγια του της είχαν φανεί απαράδεχτα. Απαράδεχτα! Ποιος νόμιζε πώς ήταν;
«Μα, γιατί; Δεν ήταν, δα, και τόσο προσβλητικός,» είπε η μητέρα της.
«Για σένα, ίσως· για εμένα, ήταν!» Επάνω που είχε αγοράσει την καινούργια της καρφίτσα από την Αγορά της Κυκλικής Πόλης, αυτός ο ξεπαρμένος ευγενής είχε γελάσει βλέποντάς την και είχε υπονοήσει ότι το κόσμημα ήταν απομίμηση! Τι εγωιστικό γουρούνι! Νόμιζε ότι ήξερε τα πάντα!
«Καλά,» της είπε η μητέρα της, κουρασμένα. «Αλλά μην είσαι απόλυτη. Μίλησέ του ακόμα μια φορά. Εντάξει; Για μένα.»
Η Κρίσλεβ δεν έφερε αντίρρηση. Ας μιλούσε μαζί του ξανά, αφού το ήθελε η μαμά. Μπορεί να της δινόταν και η ευκαιρία να του ανταποδώσει τη... χάρη που της είχε κάνει.
Όπως βλέπετε, έχει εξαφανιστεί το θυμωμένα από την πρώτη παράγραφο, καθώς και το «τα μάτια της Κρίσλεβ γυάλισαν άγρια». Αυτό συνέβη επειδή η Κρίσλεβ ούτε σχολιάζει τον εαυτό της ούτε, φυσικά, κοιτάζει τα μάτια της. Το κουρασμένα στο «είπε η μητέρα της, κουρασμένα» είναι σχόλιο της Κρίσλεβ δηλαδή, η Κρίσλεβ κρίνει ότι η μητέρα της είναι κουρασμένη.
Αν θέλεις να εστιάσεις σε άλλον χαρακτήρα και να φιλτράρεις τα πράγματα μέσα από τη συνείδησή του, πρέπει είτε να αλλάξεις κεφάλαιο είτε να αφήσεις κενό ανάμεσα στις παραγράφους.
Αυτή η τεχνική, καθώς και η ανοιχτή περιορισμένη οπτική γωνία, είναι οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται κατεξοχήν σήμερα στη λογοτεχνία, και ειδικά σε είδη όπως η φανταστική λογοτεχνία, το μυστήριο, η μιλιταριστική λογοτεχνία, η ιστορική λογοτεχνία, η ερωτική λογοτεχνία... Σχεδόν παντού, βασικά.
Κυρίως, αυτό ισχύει στους αγγλόφωνες. Αλλά, έτσι όπως σήμερα έχουν κατακλύσει την αγορά οι αγγλόφωνες, μπορούμε να πούμε ότι η περιορισμένη οπτική γωνία τρίτου προσώπου είναι η πιο δημοφιλής.
Είναι, μάλιστα, τόσο δημοφιλής ώστε η γενική οπτική γωνία τρίτου προσώπου (την οποία κάποιοι αποκαλούν και οπτική γωνία παντογνώστη, ακόμα κι αν δεν έχει φανερό αφηγητή) να θεωρείται ελάττωμα, μειονέκτημα, ή κακογραφία. Σε πολλά εργαστήρια συγγραφέων λένε στους αρχάριους ποτέ να μη χρησιμοποιούν γενική οπτική γωνία. Τους λένε ότι πάντα η οπτική γωνία τους πρέπει να είναι περιορισμένη. Το ίδιο λένε και πολλοί επιμελητές κειμένων (οι περίφημοι editors). Η μανία αυτή έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό ώστε να νομίζουν πολλοί συγγραφείς ότι η γενική οπτική γωνία είναι λάθος, ότι δείχνει άνθρωπο που δεν ξέρει να γράφει, κι άλλα παρόμοια.
Το φαινόμενο έχει εξαπλωθεί σαν πανούκλα. Ξεκίνησε από κάποιους επιμελητές κειμένων που προτιμούσαν αυτή τη μορφή και έχει πλέον πάρει διαστάσεις meme ο ένας το μεταδίδει στον άλλο. Έχει γίνει κάτι σαν γραμματικό σφάλμα να γράφεις σε γενική οπτική γωνία και να αναφέρεις τις σκέψεις παραπάνω από ενός χαρακτήρα μέσα στην ίδια σκηνή.
Οι περισσότεροι που υπερασπίζονται πεισματικά την περιορισμένη οπτική γωνία, απλά μασάνε τη συνηθισμένη τους μαστίχα για να είναι πολιτικώς ορθοί. Δεν έχει περάσει ποτέ από το μυαλό τους πως ό,τι είναι δημοφιλές ίσως να μην είναι και σίγουρα σωστό; αναρωτιέμαι.
Το να αποκλείεις μια τεχνική γραφής οποιαδήποτε τεχνική κι αν είναι αυτή είναι λάθος, νομίζω. Δεν μπορείς να λες στον κόσμο ότι όλοι πρέπει να γράφουν με τον ίδιο τρόπο. Περιορίζεις τη λογοτεχνία και, εντέλει, την κατακρεουργείς. Δηλαδή, τι προσπαθούν να δημιουργήσουν κάποιοι; Μια εποχή όπου όλα τα λογοτεχνικά κείμενα θα είναι γραμμένα με το ίδιο ύφος; Αυτό, αναμφίβολα, είναι κάτι ελεεινό και άσχημο· και, δυστυχώς, η εξάπλωσή του είναι αρκετά μεγάλη. Αν πιάσεις μερικά τυχαία βιβλία από αγγλόφωνους συγγραφείς, κατά πάσα πιθανότητα θα είναι γραμμένα σε περιορισμένη οπτική γωνία (αν και ασφαλώς ευτυχώς υπάρχουν και εξαιρέσεις).
Αυτοί που υπερασπίζονται την περιορισμένη οπτική γωνία ως κανόνα γραφής (παρότι κανόνας δεν είναι είναι απλά μια τεχνική), έχουν κάποια επιχειρήματα τα οποία δεν είναι ασήμαντα. Ισχυρίζονται ότι η περιορισμένη οπτική γωνία βοηθά στο να αισθάνεται ο αναγνώστης πιο κοντά στους λογοτεχνικούς χαρακτήρες. Ισχυρίζονται ότι δημιουργεί σασπένς, μυστήριο, και αγωνία. Και ισχυρίζονται ότι, με τη χρήση της περιορισμένης οπτικής γωνίας, υπάρχουν λιγότερες πιθανότητες να κάνεις τον αναγνώστη να μπερδευτεί.
Τα δέχομαι όλα αυτά. Μπορεί, όντως, να ισχύουν σε πολλές περιπτώσεις. Αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που δεν ισχύουν, ούτε με σφαίρες. Τελευταία, έχω διαβάσει βιβλία που προσκολλούνται στην οπτική γωνία ενός και μόνο χαρακτήρα ανά σκηνή κι όμως είναι απίστευτα βαρετά. Ποιο σασπένς, λοιπόν; Επίσης, σε αυτά τα βιβλία, συνήθως, ούτε με τους χαρακτήρες έχω αισθανθεί να δένομαι.
Τι φταίει, βρε παιδιά; Αφού οι συγγραφείς χρησιμοποιούν τη «μαγική συνταγή» της περιορισμένης οπτικής γωνίας, τι δεν πάει καλά;
Η απάντηση είναι απλή: Δεν έχει σημασία τι οπτική γωνία χρησιμοποιείς. Σημασία έχει πώς γράφεις. Είναι θέμα εμπειρίας και θέμα ύφους. Είναι θέμα τού πώς στήνεις την ιστορία σου και τι κάνουν οι χαρακτήρες σου μέσα στην ιστορία που γράφεις. Πώς μιλάνε στον διάλογο και πώς σκέφτονται.
Οι πολέμιοι της γενικής οπτικής γωνία τρίτου προσώπου αυτής της «αποτρόπαιης» οπτικής γωνίας όπου ο συγγραφέας μπορεί να μας γράφει μέσα στην ίδια σκηνή τι σκέφτονται περισσότεροι από ένας χαρακτήρες! ισχυρίζονται ότι αυτή η οπτική γωνία δεν είναι δυνατόν να μας δέσει με τα πρόσωπα του έργου, δεν είναι δυνατόν να δημιουργήσει μυστήριο ή σασπένς, κι επιπλέον αλίμονο! θα μπερδέψουμε τον αναγνώστη.
Παραδόξως, έχω διαβάσει βιβλία γραμμένα σε γενική οπτική γωνία που είναι υπέροχα. Λάτρεψα τους χαρακτήρας, δεν μπορούσα να τα αφήσω από τα χέρια μου, και σε κανένα σημείο δεν αισθάνθηκα να μπερδεύομαι. Για παράδειγμα, το Dune, του Herbert, ή τα βιβλία με τον Kane, του Karl Edward Wagner, για τα οποία έχω γράψει εδώ.
Πώς μπορεί αυτό να συμβαίνει, όταν η γενική οπτική γωνία είναι τόσο τραγικά λάθος;
Η απάντηση είναι ίδια με πριν, φυσικά: Δεν έχει σημασία τι οπτική γωνία χρησιμοποιείς. Σημασία έχει πώς γράφεις.
Και το ακόμα πιο τραγελαφικό επιχείρημα των πολέμιων της γενικής οπτικής γωνίας: Ποιος αφηγείται την ιστορία.
Θεωρούν πως, όταν γράφεις σε περιορισμένη οπτική γωνία τρίτου προσώπου, αφηγείται την ιστορία ο χαρακτήρας στον οποίο εστιάζεις.
Μάλιστα... Θα ήθελα, λοιπόν, να μάθω ποιος άνθρωπος θα μιλούσε για τον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο! Είναι προφανές ότι υπάρχει κάποιος εξωτερικός αφηγητής, αν καθίσεις να το σκεφτείς λίγο· απλά επιλέγει να είναι όσο το δυνατόν πιο αόρατος. Συμβαίνει το ίδιο που συμβαίνει και στις ταινίες: Κανένας δεν ασχολείται με το ποιος κρατά την κάμερα, παρότι, αν καθίσεις να το σκεφτείς, είναι προφανές πως κάποιος κρατά την κάμερα. Δε μας απασχολεί, όμως, αυτό· εκείνο που μας απασχολεί είναι να βιώνουμε την ιστορία καθώς εξελίσσεται.
Δέχομαι ότι η περιορισμένη οπτική γωνία έχει αρκετά πλεονεκτήματα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Πράγματι, αν είναι καλογραμμένη, μπορεί να σε κάνει να νιώσεις κοντά στους χαρακτήρες (παράδειγμα: Song of Ice and Fire, του GRR Martin). Πράγματι, αν είναι καλογραμμένη, μπορεί να δημιουργήσει σασπένς ή μυστήριο. Και πράγματι, είναι δύσκολο να κάνεις τον αναγνώστη να μπερδευτεί όταν συνεχώς εστιάζεις σε έναν και μόνο χαρακτήρα μέσα σε μια σκηνή.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως και η γενική οπτική γωνία τρίτου προσώπου δεν έχει τις χρήσεις της. Κατά πρώτον, με τη γενική οπτική γωνία, μπορείς να εστιάζεις συγχρόνως σε δύο βασικούς χαρακτήρες μέσα σε μια σκηνή. Αν πρόκειται για μια σκηνή που αφορά άμεσα και τους δύο χαρακτήρες, το να εστιάσεις είτε στον ένα είτε στον άλλο, απλά μειώνει τον χαρακτήρα που αγνοείς και η διήγηση χάνει. Αντί να σε φέρει πιο κοντά στους χαρακτήρες, σε απομακρύνει. Κι αν, χρησιμοποιώντας περιορισμένη οπτική γωνία, αλλάζεις εστίαση σε χαρακτήρα αφήνοντας κενό ανάμεσα στις παραγράφους ενώ συνεχίζεις να γράφεις για την ίδια σκηνή, αυτό μοιάζει σπαστό και άκομψο. Μια τέτοια σκηνή ρέει πολύ καλύτερα σε γενική οπτική γωνία, ή σε οπτική γωνία περιορισμένη σε βασικούς χαρακτήρες. Υπάρχουν περιπτώσεις που, πολύ απλά, πρέπει να εστιάσεις σε περισσότερους από έναν βασικούς χαρακτήρες, ή και σε πολλούς ανθρώπους μαζί, γιατί έτσι είναι πιο αποτελεσματική η αφήγηση.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, το σασπένς αυξάνεται, δεν μειώνεται. Αλλά θα μειωνόταν αν έγραφες σε περιορισμένη οπτική γωνία, αφού δεν θα ξέραμε τι σκέφτονταν οι άλλοι χαρακτήρες που είναι σημαντικοί στη συγκεκριμένη σκηνή. Ο μόνος τρόπος για να μας το δείξεις αυτό, θα ήταν να επαναλάβεις τη σκηνή με εστίαση σε άλλον χαρακτήρα το οποίο απλά θα ήταν επαναλαμβανόμενο και κουραστικό. Ή θα μπορούσες να περάσεις τις πληροφορίες με κάποιον πλάγιο, εσκεμμένο τρόπο όπως μέσα από παρατηρήσεις του χαρακτήρα εστίασης, ή με αναδρομές στο παρελθόν. Το πρόβλημα είναι πως όλα αυτά φαίνονται για ακριβώς αυτό που είναι: εσκεμμένα. Δεν ρέουν φυσιολογικά. Μειώνουν την ιστορία, δεν την καλυτερεύουν, γιατί δείχνουν αμηχανία από τη μεριά του συγγραφέα, εκτός αν γίνουν με απίστευτα καλό τρόπο. Μέχρι στιγμής, ελάχιστα βιβλία έχω διαβάσει που το καταφέρνουν αυτό.
Το μόνο λογικό επιχείρημα εναντίον της γενικής οπτικής γωνίας είναι το ότι μπορεί να μπερδέψει τον αναγνώστη αν δεν είναι καλογραμμένη κι από εκεί νομίζω πως ξεκίνησε όλη αυτή η εκστρατεία εναντίον της και υπέρ της περιορισμένης οπτικής γωνίας. Γιατί, όταν ο άλλος διαβάζει και δεν ξέρει για ποιου χαρακτήρα τις σκέψεις διαβάζει, ή δεν ξέρει ποιος ακούει τι ή ποιος βλέπει τι, τότε αυτό είναι το ίδιο άσχημο όπως όταν διαβάζει και δεν ξέρει ποιος λέει τι ή ποιος κάνει τι. Είναι πλέον θέμα τού πόσο καλογραμμένο είναι το ίδιο το κείμενο, όμως. Δεν είναι θέμα τού τι είδους οπτική γωνία χρησιμοποιείς.
Τι μπορείς να κάνεις, λοιπόν, για να μην προκαλείται σύγχυση όταν γράφεις σε γενική οπτική γωνία τρίτου προσώπου ή σε οπτική γωνία περιορισμένη σε βασικούς χαρακτήρες; Πρέπει να προσέχεις πώς μεταφέρεσαι από τη μια εστίαση στην άλλη.
Και φέρνω ένα ακραίο παράδειγμα γενικής οπτικής γωνίας:
Οι φωνές των μαχητών της Κυκλικής Πόλης αντηχούσαν πάνω από την πεδιάδα καθώς αγωνίζονταν εναντίον των λυσσασμένων λυκανθρώπων. Και δεν ήταν όλες πολεμικές κραυγές, ούτε κραυγές θριάμβου· οι περισσότερες ήταν κραυγές πόνου και ουρλιαχτά απόγνωσης, καθώς οι υπέρμαχοι της πόλης αισθάνονταν παγιδευμένοι: θύματα της μοίρας που τους είχε οδηγήσει εδώ, σαν λεία άγριων θηρίων.
Ο Βάσρεκ ήταν καλυμμένος πίσω από τον φράχτη μιας παλιάς φάρμας, τραβώντας βέλη από τη φαρέτρα του και βάλλοντας μέσα στον χαλασμό της μάχης. Γύρω του δεν έβλεπε παρά σκόνη, σκοτεινές μορφές, και αίμα. Δεν ήξερε καν αν οι βολές του χτυπούσαν τους λυκανθρώπους ή τους συμμάχους του, τους άλλους υπερασπιστές της Κυκλικής Πόλης. Πλάι του, η Νιρίνθα κειτόταν μισοπεθαμένη, με το τόξο της αγκαλιά, έχοντας δεχτεί ένα από τα μεγάλα βέλη των λυκανθρώπων στον ώμο.
Ο Βάσρεκ προσευχόταν στους θεούς να τους βοηθήσουν, γιατί αλλιώς δεν νόμιζε ότι θα κατόρθωναν να επιβιώσουν.
Νότια του Βάσρεκ, επάνω στις επάλξεις των τειχών της Κυκλικής Πόλης, ο Νίλβοκ δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα μέσα από τη θολούρα της μάχης. Το μόνο που καταλάβαινε ήταν ότι οι στρατιώτες του βρίσκονταν αντιμέτωποι με σχεδόν βέβαιο θάνατο. Πώς μπορείς να καταστρώσεις σχέδιο μάχης, αναρωτιόταν οργισμένος, όταν δεν βλέπεις τίποτα; Και που ο Άρχοντας με διόρισε Στρατηγό της πόλης του, τι σκατά μπορώ να κάνω για να βοηθήσω!
Ακούμπησε τα χέρια του στις επάλξεις και αναστέναξε βαριά.
Η Ρισμάνα, η φημισμένη Μάγισσα της Κυκλικής Πόλης, που παρατηρούσε τον καινούργιο Στρατηγό από τον πύργο της, μπορούσε να δει ότι ο Νίλβοκ ήταν, φανερά, ψυχικά καταρρακωμένος. Δεν θα τους έδινε τη νίκη, παρότι ο Άρχοντας πίστευε σαυτόν. Και η Ρισμάνα καταλάβαινε ότι δεν ήταν δικό του το σφάλμα. Οι λυκάνθρωποι ήταν θανάσιμος εχθρός. Πολύ, πολύ επικίνδυνοι.
Θα έπρεπε, λοιπόν, να ανατρέξει στα Βιβλία του Πορφυρού Σκοταδιού· δεν υπήρχε άλλη λύση. Μονάχα ένα ξόρκι μπορούσε να τους σώσει τώρα, και η Ρισμάνα το έτρεμε...
Γυρίζοντας, βάδισε προς τη βιβλιοθήκη της.
Από κάτω της, στους δρόμους της Κυκλικής Πόλης, οι πολίτες είχαν κλειδαμπαρωθεί στα σπίτια τους. Είχαν ακούσει για τους λυκανθρώπους μόνο σε παραμύθια, αλλά τα παραμύθια ήταν αρκετά για να τους έχουν τρομοκρατήσει. Κι από τις κραυγές που άκουγαν τώρα πέρα από τα τείχη τους, ήξεραν πως τα παραμύθια δεν ήταν καθόλου υπερβολικά.
Υποθέτω πως κανείς δεν μπορεί να μπερδευτεί διαβάζοντας το παραπάνω κομμάτι, και είναι γραμμένο σε ακραία μορφή γενικής οπτικής γωνίας ούτε καν σε οπτική γωνία περιορισμένη σε βασικούς χαρακτήρες.
Ας δούμε πώς γίνεται η μετάβαση από σημείο εστίασης σε σημείο εστίασης.
Στο ξεκίνημα εστιαζόμαστε στους μαχητές της Κυκλικής Πόλης, στο πώς νιώθουν καθώς μάχονται με τους λυκανθρώπους. Μπαίνουμε κατευθείαν στο μυαλό τους γιατί είναι η αρχή. Έπειτα, μεταφερόμαστε στο μυαλό του Βάσρεκ, ενός τοξότη. Και μόνο η χρήση του ονόματός του εδώ είναι αρκετή για να αποτελέσει καλή μεταφορά του σημείου εστίασης. Πρώτα δείχνουμε τη μάχη γενικά, μετά ζουμάρουμε σε έναν και μόνο μαχητή.
Από τον Βάσρεκ μεταφερόμαστε στον Νίλβοκ, τον Στρατηγό της Κυκλικής Πόλης, ο οποίος δεν είναι καν κάτω στη μάχη αλλά επάνω στα τείχη. Αν μεταφερόμασταν γράφοντας μόνο το όνομά του, θα μπερδεύαμε τον αναγνώστη σίγουρα, γιατί δεν θα αναφέραμε ούτε καν πού βρίσκεται ο Νίλβοκ. Επομένως, η μεταφορά γίνεται με το «Νότια του Βάσρεκ, επάνω στις επάλξεις των τειχών της Κυκλικής Πόλης». Αναφέρουμε πρώτα το παλιό σημείο εστίασης (τον Βάσρεκ) και μετά κινούμαστε νότια και ανεβαίνουμε στα τείχη. Όταν είμαστε επάνω, εστιάζουμε στον Νίλβοκ με το «δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα μέσα από τη θολούρα της μάχης» και μιλάμε λίγο γιαυτόν.
Ύστερα, μεταφερόμαστε στη Ρισμάνα. Χρησιμοποιούμε για μετάβαση το «που παρατηρούσε τον καινούργιο Στρατηγό από τον πύργο της»: αυτό μας δίνει, συγχρόνως, και το πού πηγαίνουμε (στον πύργο της μάγισσας) και διατηρεί μια χαλαρή σύνδεση ακόμα με τον Στρατηγό (που είναι το προηγούμενο σημείο εστίασης) και μπαίνει και λίγο μέσα στην αντίληψη της Ρισμάνα λέγοντας «παρατηρούσε». Στη συνέχεια, επικεντρωνόμαστε στη Ρισμάνα με το «μπορούσε να δει».
Φεύγοντας από τη Ρισμάνα, μεταφέρουμε το σημείο εστίασης με αυτή την πρόταση: «Από κάτω της, στους δρόμους της Κυκλικής Πόλης». Και μπαίνουμε καλά στη συνείδηση των πολιτών με το «Είχαν ακούσει για τους λυκανθρώπους μόνο σε παραμύθια».
Τι ακριβώς κάνουμε, λοιπόν, για να μη μπερδέψουμε τον αναγνώστη στη γενική οπτική γωνία;
α) Χρησιμοποιούμε επιρρηματικές φράσεις που μας μεταφέρουν μέσα στον χώρο ή μέσα στον χρόνο. Προτάσεις με τα επιρρήματα πίσω, πάνω, κάτω, δεξιά, αριστερά, βόρεια, νότια, κοντά, δίπλα, μετά, ύστερα, κτλ.
β) Χρησιμοποιούμε ρήματα αισθήσεων και σκέψης για να μπούμε μέσα στην αντίληψη κάποιου ή κάποιων. Ρήματα όπως βλέπω, ακούω, νομίζω, θεωρώ, σκέφτομαι, νιώθω, αισθάνομαι, κτλ.
Αν αυτά χρησιμοποιηθούν σωστά, δεν υπάρχει περίπτωση να μπερδευτεί κανένας αναγνώστης· εκτός αν είναι από τους φανατικούς οπαδούς της περιορισμένης οπτικής γωνίας οι οποίοι θα «μπερδευτούν» επίτηδες. Και είναι, νομίζω, θέμα συνήθειας πλέον γιαυτούς. Κακώς, όμως, κατά τη γνώμη μου. Η λογοτεχνία πρέπει να μας προκαλεί, όχι να μας αποχαυνώνει με το ίδιο και το ίδιο και το ίδιο.
Ας δούμε τώρα, εναλλακτικά, πώς θα μπορούσαμε να γράψουμε το παραπάνω κομμάτι με περιορισμένη οπτική γωνία.
Ο Βάσρεκ ήταν καλυμμένος πίσω από τον φράχτη μιας παλιάς φάρμας, τραβώντας βέλη από τη φαρέτρα του και βάλλοντας μέσα στον χαλασμό της μάχης. Γύρω του δεν έβλεπε παρά σκόνη, σκοτεινές μορφές, και αίμα. Δεν ήξερε καν αν οι βολές του χτυπούσαν τους λυκανθρώπους ή τους συμμάχους του, τους άλλους υπερασπιστές της Κυκλικής Πόλης. Πλάι του, η Νιρίνθα κειτόταν μισοπεθαμένη, με το τόξο της αγκαλιά, έχοντας δεχτεί ένα από τα μεγάλα βέλη των λυκανθρώπων στον ώμο.
Ο Βάσρεκ προσευχόταν στους θεούς να τους βοηθήσουν, γιατί αλλιώς δεν νόμιζε ότι θα κατόρθωναν να επιβιώσουν.
*
Επάνω στις επάλξεις των τειχών της Κυκλικής Πόλης, ο Νίλβοκ δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα μέσα από τη θολούρα της μάχης. Το μόνο που καταλάβαινε ήταν ότι οι στρατιώτες του βρίσκονταν αντιμέτωποι με σχεδόν βέβαιο θάνατο. Πώς μπορείς να καταστρώσεις σχέδιο μάχης, αναρωτιόταν οργισμένος, όταν δεν βλέπεις τίποτα; Και που ο Άρχοντας με διόρισε Στρατηγό της πόλης του, τι σκατά μπορώ να κάνω για να βοηθήσω!
Ακούμπησε τα χέρια του στις επάλξεις και αναστέναξε βαριά.
*
Η Ρισμάνα, η φημισμένη Μάγισσα της Κυκλικής Πόλης, που παρατηρούσε τον καινούργιο Στρατηγό από τον πύργο της, μπορούσε να δει ότι ο Νίλβοκ ήταν, φανερά, ψυχικά καταρρακωμένος. Δεν θα τους έδινε τη νίκη, παρότι ο Άρχοντας πίστευε σαυτόν. Και η Ρισμάνα καταλάβαινε ότι δεν ήταν δικό του το σφάλμα. Οι λυκάνθρωποι ήταν θανάσιμος εχθρός. Πολύ, πολύ επικίνδυνοι.
Θα έπρεπε, λοιπόν, να ανατρέξει στα Βιβλία του Πορφυρού Σκοταδιού· δεν υπήρχε άλλη λύση. Μονάχα ένα ξόρκι μπορούσε να τους σώσει τώρα, και η Ρισμάνα το έτρεμε...
Γυρίζοντας, βάδισε προς τη βιβλιοθήκη της.
Θα έπρεπε, δηλαδή, να αφήσουμε δύο φορές κενό ανάμεσα στις παραγράφους και θα έπρεπε, επίσης, να κόψουμε τα κομμάτια που αναφέρονται στους πολεμιστές της πόλης και στους πολίτες της. Τι θα κερδίζαμε έτσι; Κατά τη γνώμη μου, το μόνο που θα κερδίζαμε θα ήταν να ικανοποιήσουμε τους οπαδούς της περιορισμένης οπτικής γωνίας και να συμβάλουμε στην εξάπλωση αυτού του meme, το οποίο μάλλον κακό κάνει στη λογοτεχνία παρά καλό.
Τι θα χάναμε αν γράφαμε το παραπάνω παράδειγμα σε περιορισμένη οπτική γωνία; Νομίζω πως σε γενική οπτική γωνία ρέει καλύτερα. Σε περιορισμένη, φαίνεται υπερβολικά σπαστό και άκομψο, με τόσα κενά ανάμεσα στις παραγράφους. Επιπλέον, δεν μπορούμε να έχουμε μια άμεση πανοραμική προοπτική της μάχης ή των πολιτών.
Ερώτηση, επομένως: Όταν χρησιμοποιούμε γενική οπτική γωνία, δεν πρέπει να αφήνουμε κενά ανάμεσα στις παραγράφους; Φυσικά και πρέπει: όταν, όμως, η μετάβαση είναι πολύ απότομη και δεν υπάρχει τρόπος να μεταφέρουμε αλλιώς το σημείο εστίασης. Όταν είναι εύκολο να μεταφέρουμε το σημείο εστίασης, δεν χρειάζεται να σπάμε το κείμενο σε χίλια-δύο κομματάκια χωρίς καλό λόγο.
Για παράδειγμα, είναι τρεις βασικοί χαρακτήρες και συζητούν. Γράφοντας σε γενική οπτική γωνία, μπορείς να αναφέρεις τις σκέψεις και τα συναισθήματα όλων κι αφού όλοι είναι βασικοί, λογικό είναι αυτό να σε ενδιαφέρει. Γράφοντας περιορισμένη οπτική γωνία, ο μόνος τρόπος για να μεταπηδήσεις από τον έναν χαρακτήρα στον άλλο είναι να σπάσεις τη σκηνή της συζήτησης σε μικρά κομματάκια, πράγμα που δεν προσφέρει τίποτα εκτός απτο να δείχνει την αμηχανία του συγγραφέα. Μπορείς, βέβαια, να εστιαστείς σε έναν μόνο χαρακτήρα και να αγνοήσεις τους άλλους δύο· αλλά τότε είναι σαν να μη δίνεις σημασία στους άλλους βασικούς χαρακτήρες σου, απομακρύνοντάς μας από αυτούς.
Κατά τη γνώμη μου, όλες οι τεχνικές έχουν τη χρησιμότητά τους. Το να καταδικάζεις μια συγκεκριμένη τεχνική επειδή φοβάσαι ότι μαυτήν θα μπερδέψεις τον αναγνώστη είναι λάθος. Να μάθεις να γράφεις πιο συγκροτημένα και πιο συγκεκριμένα για να μην τον μπερδεύεις. Αυτό κάνουν οι συγγραφείς: γράφουν και, όσο γράφουν, μαθαίνουν να γράφουν και καλύτερα.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)